M

Close

ΠΑΠΙΚΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ Β’ ΑΙ ΔΟΓΜΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑΙ ΜΑΣ IΧ (β’)

Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα

          Εἰς τό β’ ἄρθρον του ὁ οὐνίτης Πατριάρχης Μάξιμος ὁ Δ’, ἐξάγων θεολογικά συμπεράσματα, γράφει ὅτι τό Ἱερατεῖον ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ εἶναι ὑπηρετική ἐξουσία εἰς τούς πόδας ἀσφαλῶς τοῦ πάπα κατά τά συμφραζόμενα. Ὁ Πέτρος εἶναι προϊστάμενος τῶν δώδεκα, δηλ. τοῦ ἀποστολικοῦ Συλλόγου. Ἄρα καί ὁ πάπας προϊστάμενος ὅλων τῶν Ἐπισκόπων τῆς ὑφηλίου, ἐφ’ ὅσον εἶναι διάδοχός του. Τό πρωτεῖον τοῦ Πέτρου, ἄρα καί τῶν παπῶν εἶναι «χάρισμα» πού δίδει καί τήν ἐξουσίαν τῆς καθοδηγήσεως τοῦ ἀποστολικοῦ Συλλόγου, ἄρα καί τοῦ ἐπισκοπικοῦ, τῶν Συνόδων αἱ ὁποῖαι, ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει, ὀφείλουν ὁσάκις ὁ πάπας λέγει «πετάει ὁ γάϊδαρος», ὅλοι μαζί ἐν κελεύσματι πάπα, νά λέγουν ὅτι «ὄχι μόνον πετᾷ, ἀλλά ξεπερνᾷ καί τόν ἀετό». Αὐτό ὅμως θά τό λέγουν ὡς ἀδελφοί τοῦ πάπα καί ὄχι τάχα ὡς ὑποτελεῖς του. Τό πρωτεῖον γράφει ὁ οὐνίτης Ἀρχιεπίσκοπος, δέν ἀφαιρεῖ τίποτε ἀπό τούς ἄλλους Ἐπισκόπους. Τούς ὑποστηρίζει, τούς συντονίζει, τούς κατευθύνει. Δηλαδή χίλια δύο ἐγκόλπια ἐν Συνόδῳ συνερχόμενα καί ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ κατόπιν προσευχῆς συζητοῦντα, ἔχουν ἀνάγκην, ὡς ἑτοιμόρροπα σπίτια, τῆς ὑποστηρίξεως τοῦ πάπα, μιᾶς βέργας πού χρησιμοποιεῖται διά τά ἀνόητα γαλλιά, καί κἄποιου ἐπιτελικοῦ νοῦ διά νά ἐπιτελέσουν τό καθῆκον των ἀπέναντι τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ! Διότι «ἡ ἐξουσία τῶν Ἀποστόλων, ἄρα καί τῶν Ἐπισκόπων ἄνευ τοῦ Πέτρου, δηλ. τοῦ πάπα, θά κατέληγεν, ἄκουσον! ἄκουσον! εἰς σύγχυσιν, καί ἄνευ τῶν Ἀποστόλων ἡ ἐξουσία τοῦ Πέτρου θά κατέληγεν εἰς ἀπολυταρχίαν». Καί τί εἶναι ὁ παπισμός σήμερον μακαριώτατε; Δέν εἶναι σύστημα ἀπολυταρχικόν, τοῦ πάπα ὑποκαθιστῶντος τάς Οἰκουμενικάς Συνόδους; Τό νά διεξάγεται «κουβεντολόγι» ἐπισκοπικόν εἰς τάς παπικάς Συνόδους, ἄν κι’ αὐτό εὑρίσκεται εἰς τά ὑπό τοῦ πάπα διαγραφέντα πλαίσια, δέν σημαίνει ὅτι ὁ ἐπισκοπικός Σύλλογος ἠμπορεῖ νά ἐλέγξῃ τάς πλάνας τῶν παπῶν καί νά ἀνατρέψῃ ἕνα αἱρετικόν καθεστώς πού ἐπεβλήθη μετά τόν Θ’ αἰῶνα. Ὁ ἐπισκοπικός Σύλλογος, μή πλανᾶσθε, ἀδυνατεῖ νά καταπατήσῃ τά δικαιώματα καί τάς ἐξουσίας τοῦ πάπα, ἐνῷ ὁ πάπας ἐξηυτέλισε τήν ἔννοιαν τῆς συλλογικότητος τοῦ ἐπισκοπικοῦ Σώματος. Τό νά δέχεται, εἴπομεν, συμβουλάς, εἰσηγήσεις, ὑπομνήσεις κλπ., ὁ πάπας ἀπό τούς Ἐπισκόπους του, τό ἀλάθητόν του θά καταργεῖτο ἄν τάς ἠκροᾶτο σοβαρῶς. Ἐξ ἄλλου, τί λόγον θά εἶχε τό ἀλάθητον τοῦ πάπα, ὅταν παρεδέχετο τά εἰσηγούμενα ὑπό τῶν Ἐπισκόπων; Πάπας ἔφα, ὁ μετά Θεόν, θεός ἐπί γῆς. Οἱ Ἐπίσκοποι εἶναι, καί ὡς Συλλογικόν ὄργανον, ὑπηρετική του ἐξουσία καί διακοσμητικόν στοιχεῖον διά τήν τηλεόρασιν, μετά τούς διπλωμάτας του, τούς ὑπουργούς του, τούς λεγεωναρίους του καί τόν Τίμιον Σταυρόν ἐπί τῆς ἐμβάδος του. Τά λοιπά εἶναι φιλολογία, τήν ὁποίαν ὁ ἐν Οὐρανοῖς Ἀπόστολος Πέτρος δέν θά ἤθελε. Ὁ πάπας εἶναι, λέγει ὁ μακαριώτατος Μάξιμος, τό κέντρον τῆς ἑνότητος τοῦ Σώματος καί ἐνεργεῖ ὡς τοιοῦτος, ἀλλά… δέν ἔχει μεγαλυτέραν ἐξουσίαν ἀπό τήν ἐξουσίαν τοῦ Πέτρου! Καί ὅμως ὁ ἅγιος Πέτρος ποτέ δέν διεκήρυξε πῶς εἶναι ἀλάθητος! Καί μετά τήν ἀποκατάστασίν του ἐδέχετο ραπίσματα δημοσίᾳ διά τήν ἐπιπολαιότητά του, τήν ὑποκρισίαν του καί ἐσιώπα, ἐνῷ οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ρώμης διεκδίκουν βλασφήμως ἰδιότητας Θεοῦ ὡς ἄτομα, παρά τό εὐόλισθον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Τοῦτο διακηρύσσων καθαρά καί ξάστερα ὁ οὐνίτης Ἀρχιεπίσκοπος, φθέγγεται: «Ὁ πάπας ἀναμφιβόλως φυλάσσει δι’   ἑ α υ τ ό ν   τήν τελικήν ἀπόφασιν, διακρίνων ὅσας ἐκ τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν ἀδελφῶν του προέρχονται ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τῶν ὑπολοίπων (κρατεῖτε τήν ἀγανάκτησίν σας). Εἰς ἐκεῖνον ἀνήκει ἡ   ὁ ρ ι σ τ ι κ ή   ἐ π ι σ φ ρ ά γ ι σ ι ς   ὅσων ἔγιναν δεκτά ὑπό τῶν ἐν τῷ ἐπισκοπικῷ Συλλόγῳ ἀδελφῶν του ὁμοφώνως, τοὐλάχιστον δι’ ἠθικῆς ὁμοφωνίας». Δηλαδή: Συνεζητήθη ὑπό τῆς Συνόδου ἕνα σοβαρόν ἐκκλησιαστικόν θέμα δογματικόν ἤ ἠθικόν· ἐλήφθη ὁμοφώνως ἀπόφασις ἐκ μέρους τῆς Ἱεραρχίας. Ὅμως αὐτή ἡ ὁμόφωνος ἀπόφασις θά ὑποβληθῇ εἰς τόν πάπαν, θά κρίνῃ περί τῆς ὀρθότητός της ὁ πάπας καί ἠμπορεῖ νά τήν ἀποδεχθῇ ἤ ὄχι!… Τότε, μακαριώτατε Μάξιμε, τί λόγον ἔχει ἡ ὕπαρξις τοῦ Συλλόγου τῶν Ἀρχιερέων ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ συνελθόντος; Τό περιεχόμενον τῶν ἄρθρων, ἐπίτηδες ἀντιφατικόν, δέν ἀφήνει ἀμφιβολίαν ὅτι ἡ πέτρα τοῦ σκανδάλου θά μένῃ ριζωμένη καί ὀξέως προβαλλομένη εἰς τόν δρόμον τῆς ἑνώσεως, παρά τάς ἀγαθάς προθέσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου Ἀθηναγόρα τοῦ Α’ («Καθολική» 8. 1. 64). Τά ἄρθρα γέμουν ἀντιφάσεων πρός παραπλάνησιν τῶν ἀφελῶν, διότι κατά τά ἄλλα εἶναι δροσερότατα. Λιβανίζων ὁ Ἀρχιερεύς τῶν οὐνιτῶν τόν πάπαν οὐδέν ἀνέφερε περί τοῦ ἀλαθήτου, περί filioque, περί γενικῆς ἀγαμίας τοῦ Κλήρου, περί ἀζύμων, περί ἀσπίλου συλλήψεως, περί ραντισμοῦ, ἀντί βαπτίσματος καί περί ὅλων τῶν δογματικῶν πλανῶν τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας. Εἶπε μόνον: «Οἱ μακρύνοντες ἑαυτούς ἀπό πάπαν Ρώμης, ἀπολοῦνται! …». Καί ἔπειτα οἱ ἰδικοί μας συζητοῦν περί… ἑνότητος.

          Ὄχι μόνον ἑνότης δέν ἠμπορεῖ νά γίνῃ, ἀλλ’ οὔτε καί διάλογος περί ἑνότητος, πολλῷ μᾶλλον ἑνώσεως. Ἡ Δυτική, παπική Ἐκκλησία εἶναι, ἐπαναλαμβάνομεν, σχισματική καί αἱρετική, ἀπαγορεύεται δέ εἰς τούς ὀρθοδόξους νά συμπροσεύχωνται κἄν μετ’ αἱρετικῶν. Ὁ 64ος κανών τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων λέγει: «Εἴ τις κληρικός ἤ λαϊκός εἰσέλθει εἰς συναγωγήν Ἰουδαίων ἤ αἱρετικῶν προσεύξασθαι, καθαιρείσθω καί ἀφοριζέσθω». Ἠμπορεῖ ὁ ὀρθόδοξος νά προσεύχεται ὑπέρ ἑτεροδόξων, ὄχι ὅμως καί νά συμπροσεύχεται. «Μεταξύ ὀρθοδοξίας καί ἑτεροδόξων   χ ά σ μ α   μέγα ἐστήρικται, μόνον δέ διά γεφύρας τῆς δογματικῆς ἑνώσεως… εἶναι δυνατόν νά κοινωνήσωσιν οἱ οὑτωσί κεχωρισμένοι» (Ἀνδρούτσου, Συμβ. 308). Ταῦτα εἰς ἀπάντησιν τοῦ πάπα ὅστις εἰς μήνυμά του πρός τούς ἁπανταχοῦ Ἐπισκόπους, εἰς τάς 15 Ἰανουαρίου 1964, εἶπε μεταξύ τῶν ἄλλων ὅτι «ἀνεγνώσαμεν ἀπό κοινοῦ τήν ἐπίσημον προσευχήν τοῦ Χριστοῦ πρός τόν Οὐράνιόν του Πατέρα πρό τοῦ Πάθους του, δι’ ἧς ηὐχήθη ὑπέρ τῆς ἑνότητος τῶν μαθητῶν του, «ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ». Ἀπηγγείλαμεν ὁμοφώνως τό «Πάτερ ἡμῶν», διά τοῦ ὁποίου ἐπικαλούμεθα τόν Θεόν Πατέρα μας καί διδασκόμεθα τήν ἀμοιβαίαν συγχώρησιν τῶν «ὀφειλημάτων ἡμῶν». Ἡ προσευχή εἶναι ὑπόθεσις τοῦ «ταμείου» πρῶτον τοῦ καθ’ ἑνός πιστοῦ καί ὄχι τῆς τηλεοράσεως, τοῦ κινηματογράφου· καί, δεύτερον, ἡ συμπροσευχή προϋποθέτει, εἴπομεν, δογματικήν ἑνότητα διδασκαλίας. Διατί δέν ἀπήγγειλαν μαζί τό Σύμβολον τῆς Νικαίας; Διότι, ἁπλούστατα: εὐθύς ὡς θά ἔφθαναν εἰς τό ἄρθρον περί ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ μέν πάπας θά ἔλεγε τό filioque, ὁ δέ ἡμέτερος Πατριάρχης θά ἀπήγγειλε τό γνήσιον Σύμβολον, ἄνευ τῆς αἱρετικῆς παπικῆς προσθήκης. Τό   ἀ π ε σ ι ώ π η σ α ν   ἀμφότεροι, ἵνα μή εἰσέλθωσιν εἰς πειρασμόν… («Καθολική» 29. 1. 64), ἡ ὁποῖα τονίζει ὅτι ἡ «ἀποστολή τῶν ἑνωτικῶν εἶναι νά ὑπηρετοῦν τήν ἡνωμένην Ἐκκλησίαν καί νά εἶναι γιά τούς ὀρθοδόξους   π ρ ο τ ρ ο π ή   ε ἰ ς   ἑ ν ό τ η τ α,   ἀ ν ά τ α σ ι ς   κ α ί   ἐ ξ ύ ψ ω σ ι ς»,   μ έ   τ ή ν   δ ι α φ ο ρ ά ν   ὅ τ ι,   ὡς ἀπεδείχθη,   ε ἶ ν α ι   ἀδίστακτοι καί βάναυσοι προσηλυτισταί, ἀφοῦ δι’ ἕνα οὐνίτην εἰς χωρίον τῆς Σύρου, ἤγειραν τεράστιον ναόν πρό ὀλίγων ἡμερῶν. Κι’ ἔπειτα ὁ ἔξαρχος τῶν οὐνιτῶν σεβ. Ὑάκινθος γράφει, ὅτι πλησιάσας αὐτόν εἷς θεολόγος λατῖνος κατά τό τέλος τῆς συνεδριάσεως μιᾶς ἐπιτροπῆς τῆς τελευταίας Βατικανῆς Συνόδου τοῦ εἶπε: «Πάτερ μου, καθ’ ὅλον τό διάστημα πού μιλούσατε, ἔλεγα ὅτι ἄν ἀπεσταλμένοι τῶν ὀρθοδόξων ἦσαν μέλη τῆς ἐπιτροπῆς μας δέν θά εἶχαν καλλίτερα ἀναπτύξει τάς ἀπόψεις των, οὔτε θά μιλοῦσαν διαφορετικά ἀπό σᾶς!» («Καθολική» 29. 1. 64). Τώρα τί τούς πληρώνεις; Διαφορετικά θά μιλοῦσαν, κύριε, ἄν ἦσαν Φώτιοι, Κηρουλάριοι, Μᾶρκοι Εὐγενικοί καί ὄχι Βησσαρίωνες, Ἰσιδωροι καί Βέκκοι.

          Ἡ πρωτοβουλία τοῦ ἡμετέρου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ὅπως ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ἀρχίσῃ διάλογος μετά τῆς σχισματικῆς καί αἱρετικῆς Ἐκκλησίας καί τά ἐπακολουθήσαντα γεγονότα, τά ὁποῖα ὑπῆρξαν κερδοφόρα διά τάς κινηματογραφικάς ἐπιχειρήσεις, τάς ἐφημερίδας καί τόν ξένον τουρισμόν, ἔκαμε τούς ἀμετανόητους καθολικούς νά τρίβουν τάς χεῖρας των ἀπό χαράν, κατεθορύβησε δέ τόν ὀρθόδοξον κόσμον. Καί οὐχί ἀδίκως· πρῶτον μέν διότι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖον τοῦ ἀνηγγέλθη ὁ ἀρξάμενος   δ ι ά λ ο γ ο ς   ὑπῆρξε δι’ ἡμᾶς κυρίως τούς Ἕλληνας ὀρθοδόξους ἀπαράδεκτος, καθότι οὐδέν τι σαφές καί κατατοπιστικόν εἴχομεν ἐκ μέρους τοῦ Πατριαρχείου, ἀφ’ ἑτέρου δέ διότι γνωρίζομεν κάλλιστα ὅτι εἰς τά σπλάγχνα μας ὑπάρχει ἡ ἀνοικτή καί πυορροοῦσα πληγῆ ἐκ τῆς οὐνίας, ἡ ὁποῖα δρᾷ ἐχθρικῶς ἐναντίον τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἀγαθή μας προαίρεσις προσκρούει εἰς τήν ἐπίμονον, ἀφ’ ἧς ἐποχῆς συνεστήθη ἡ οὐνία, προσπάθειαν προσηλυτισμοῦ τῶν ὀρθοδόξων ἐκ μέρους της, προσπάθειαν ἀνευλόγητον ἐκ μέρους τῆς συνειδήσεώς μας. Ἡ κατάφωρος ἀδικία ἐναντίον μας, παρά τάς συνεχεῖς διαμαρτυρίας μας, αἵτινες προκαλοῦν τά μειδιάματα τῆς οὐνίας, κατά ψυχολογικόν κανόνα, γεννᾷ πικρίαν καί ἀγανάκτησιν ἐναντίον τῶν μεθόδων τοῦ παπισμοῦ εἰς βάρος τῆς ὀρθοδοξίας. Τό μῖσος μας δέν εἶναι μῖσος τυφλόν, ἅπαξ γενομένης προσωπικῆς προσβολῆς ἐναντίον ἀτόμου ἤ ἀτόμων, καί ἑπομένως ὑπαγομένου εἰς κανόνας ἐπιτιμήσεως, ἀλλά τρόπος ἀπωθήσεως, μία ἄμυνα κατά τῆς συνεχιζομένης ἀνενδότου δράσεως εἰς βάρος τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ἰδίᾳ τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν οἱ καθολικοί τοῦ πάπα ὁμιλοῦν περί ἀγάπης καί εἰρήνης, τάς ἀρετάς αὐτάς ἀπαιτοῦν ἀπό ἡμᾶς ὡς ναρκωτικά καί ὑπνωτικά τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεώς μας, διά νά μᾶς πλήττουν ἀδιαμαρτυρήτως, καί ὄχι ὡς ἀρετάς πού πρέπει νά διακρίνουν τήν συμπεριφοράν τῶν παπικῶν ἑνωτικῶν ἀπέναντί μας. Ζητοῦν οἱ καθολικοί ἕνα εἶδος ἀνακωχῆς καί συνυπάρξεως μέ τήν διαφοράν νά σβήσωμεν ἡμεῖς τήν Ἱστορίαν μας, νά ἀγνοήσωμεν τήν   ο ὐ ν ί α ν   καί τήν δρᾶσιν της καί νά διακηρύττωμεν ὅτι μέ τούς παπικοῦς δέν μᾶς χωρίζει τίποτε. Ἀλλά κι’ ἄν εἴχαμεν τήν ἠλιθιότητα νά «κάνουμε τόν κουτό» ἔναντι τῆς ἐχθρικῆς συμπεριφορᾶς τοῦ παπισμοῦ ἀπέναντί μας, τά ἔργα των εἶναι τά βοῶντα, τά κεκραγότα καί λέγοντα, ὅτι οἱ καθολικοί διά τῶν Ἀσσομψιονιστῶν πατέρων των, μᾶς πολεμοῦν. Ἡ συνύπαρξις, χωρίς ἐπαγρύπνησιν τῶν ὀρθοδόξων, ὠφελεῖ τούς οὐνίτας, οἵτινες μέ τά σχολεῖα των, τά οἰκοτροφεῖα των, τούς ναούς των, τήν ἑλληνορυθμίαν των, τήν ὠργανωμένην ἐπιμελητείαν των καί πρό παντός τό λυσσῶδες πεῖσμα, τόν τυφλόν φανατισμόν καί τήν κτηνώδη ἐπιμονήν των, προσηλυτίζουν ψυχάς ὀρθοδόξων. Ἡμεῖς ἀρκούμεθα εἰς πλατωνικάς διαμαρτυρίας καί δέν ἐξηγείραμεν τόν ὀρθόδοξον κόσμον κατά τῶν ὑπευθύνων στελεχῶν τῆς οὐνίας· δέν τούς συνελάβωμεν ὡς προβατόσχημους λύκους διά νά τούς σαπίσωμεν εἰς τό ξύλον διά τήν ὑποκρισίαν τους καί, ἐκριζώνοντες τούς ὀδόντας των, νά τούς περιφέρωμεν ἀνά τάς ὀδούς πρός διαπόμπευσιν. Δέν τούς ἀφῃρέσαμεν βιαίως τήν ὀρθόδοξον περιβολήν, οὐδέ τούς ἐξυρίσαμεν τήν γενειάδα διά νά μή ἀπατοῦν τούς ἀφελεῖς ὀρθοδόξους. Ἑπομένως, ποῦ ὑπάρχει τό μῖσος ἐναντίον των; Ἴσα – ἴσα ἐφαρμόζομεν τήν παροιμίαν «σφάξε μέ ἀγᾶ μου ν’ ἁγιάσω», καί ὡς ἀρνία σφαζόμεθα ἀπό… ἀγαπῶντας ἡμᾶς ἀδελφούς! Τί εἴδους ἀγάπη εἶναι αὐτή τῶν ἑλληνορρύθμων παπικῶν, αὐτῆς τῆς κατάρας πού ἀνατρέπει τά θεμέλια τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης ὅπως τήν ἐδίδαξεν ὁ Κύριος;

          Ὁ γενικός προϊστάμενος τῶν ἐν Ἑλλάδι Ἀσσομψιονιστῶν, δηλαδή τοῦ στρατευομένου καί γυμναζομένου ἐπίτηδες παπικοῦ Σώματος τῆς συστηματικῆς προπαγάνδας εἰς βάρος τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, π. Ἐλπίδιος Στεφάνου, παραδέχεται μέν ὅτι μᾶς χωρίζουν δογματικαί διαφοραί καί θά περάσουν ἀμέτρητα χρόνια πρός ἕνωσιν, ἀφοῦ οἱ εἰδικοί θεολόγοι μελετήσουν τά θέματα ἐπισταμένως, ὅμως ἑδραιουμένης τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀδελφικῆς ἀτμόσφαιρας θ’ ἀρχίσῃ ἡ φιλική καί ἐπιστημονική ἐξέτασις τῶν διαφορῶν μας μέ ἀντικειμενικότητα. Ἡ Καθολική Ἐκκλησία δέν προτίθεται, λέγει, νά παραδοθῇ εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν καί τἀνάπαλιν, διότι δέν ἠμπορεῖ νά γίνῃ εὐθυγράμμισις δογματική. Θά συζητῶμεν «ἐπί ἴσοις ὅροις» καί ὁ καθένας μας θά κρατῇ δι’ ἑαυτόν τήν πίστιν του. Ν’ ἀρχίσωμεν τό «κουβεντολόγι» ἐν γνώσει, ὅτι χάσμα μέγα ἐστήρικται μεταξύ ἡμῶν καί αὐτῶν, καί προσευχόμενοι ν’ ἀναμένωμεν πότε ὁ Θεός θά ἐπιτρέψῃ τήν δογματικήν ἕνωσιν, μέ τήν διαφοράν ὅτι οἱ ἀδελφοί Ἀσσομψιονισταί νά εἶναι ἐλεύθεροι ἐν Ἑλλάδι, ὅπου ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τό 99% τοῦ πληθυσμοῦ της, νά δροῦν κατά τρόπον ἐξοργιστικόν ἐν ὀνόματι ὄχι τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ’ ἐν ὀνόματι τῆς ἀγάπης τῆς οὐνίας ὅπως ἐκείνη τήν ἀντιλαμβάνεται κατά τήν ἰησουϊτικήν καί ἀσσομψιονιστικήν της λογικήν, ἐννοοῦσαν τόν παπισμόν!… («Μεσημβρινή 23. 1. 63). Ἀλλ’ ὁ εἰλικρινῶς ἀγαπῶν δέν ἔχει δικαίωμα νά μεταλλάσσῃ τήν ἔννοιαν τῶν λέξεων. Ποτέ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δέν ἐχρησιμοποίησε μέσα ἀπάτης δι’ ἰδιοτελεῖς σκοπούς, διότι «οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς», ἀλλά τά τοῦ ἑτέρου, πρᾶγμα πού δέν βλέπομεν εἰς τόν παπισμόν ὅστις διά τῆς οὐνίας μᾶς ἀδικεῖ. Ἄν πανηγυρίζῃ ἡ οὐνία διά τήν συνάντησιν τῶν προκαθημένων τῆς Ἀνατολῆς καί Δύσεως, δέν πανηγυρίζει ὅμως ἡ ὀρθόδοξος ψυχή, ἥτις καί ἔχει τόν τελευταῖον λόγον, διότι γνωρίζει κάλλιστα ὅτι δέν ὑπάρχουν αἱ προϋποθέσεις ἀμοιβαίου σεβασμοῦ τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ἀπό μέρους τῆς πλευρᾶς τῶν οὐνιτῶν καί τοῦ παπισμοῦ, ὅστις τούς ὠργάνωσε διά νά μᾶς βλάπτῃ, ἑπομένως, οὔτε καί εἰλικρινής προσπάθεια συνεργασίας ἐπί κοινῶν πεδίων δράσεως καί ἀδελφικήν ἔκθεσιν τῆς πίστεώς μας. Καί εἶπε μέν ὁ ἀγαθός Πατριάρχης μας ὅτι τό γεγονός τῆς συναντήσεώς του μετά τοῦ πάπα εἶναι μεγάλο, ἀλλά λόγῳ τοῦ ὄγκου του δέν ἠμπορεῖ νά τό χωρέσῃ τό μυαλό τοῦ ὀρθοδόξου τοῦ ὁποίου ἡ πίστις ἑδράζεται ἐπί τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς Παραδόσεως τῶν αἰώνων, ὡς διετυπώθη καί ἐγγράφως καί ὀμολογεῖται. «Πολλοί, εἶπεν ὁ Παναγιώτατος, θά παίζουν μέ τίς λέξεις καί θά ψάξουν νά βροῦν ἀτοπήματα… Τά δόγματα εἶναι ἡ δύναμις τῆς Ἐκκλησίας, ὁ πλοῦτος της, γι’ αὐτό τόν κρατοῦμε στό θησαυροφυλάκιον. Αὐτό ὅμως δέν μᾶς ἐμποδίζει νά κόψωμε ἕνα κοινό νόμισμα τῆς ἀγάπης» («Ἔθνος» 18. 1. 64). Ἀλλ’ εἴπομεν, ἡ ἀγάπη δέν εἶναι λυκοφιλία. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐκείνη πού ὡς βαθύτατον βίωμα ἁγιότητος καί μέ κοινωνικόν περιεχόμενον παρετηρήθη κατά τήν πρώτην ἀποστολικήν ἐποχήν πού ὄντως ἐκυκλοφόρει τό κοινόν νόμισμά της μεταξύ καί τῶν Ἀποστόλων καί τῶν μελῶν τῆς χριστιανικῆς Κοινότητος, τά ὁποῖα συνεδέοντο δογματικῶς καί ἠθικῶς μεταξύ των. Καί τό κοινόν νόμισμα τῆς ἀγάπης δέν θά κοπῇ εἰς τά μέτρα δύο ἑτεροδόξων. Ἡ ἀντίθεσις δέν ὁδηγεῖ εἰς τήν θέσιν, ἀλλ’ εἰς τήν διεύρυνσιν τοῦ δογματικοῦ χάσματος, ἐάν καί ἐφ’ ὅσον οἱ ὀρθόδοξοι καί οἱ παπικοί θά θελήσουν νά μήν ἀρνηθοῦν τήν Ἱστορικήν ἀλήθειαν, ὅπως ἄλλως τε ὁ ἀρχηγός τῶν ἐν Ἑλλάδι Ἀσσομψιονιστῶν οὐνιτῶν μέ ὠμήν εἰλικρίνειαν ὡμολόγησε, διά νά καταπέσῃ ὁ περίφημος «διάλογος» τῶν Ἐκκλησιῶν εἰς τό ἁπλοῦν «κουβεντολόγι» τῆς κυρά – Σταμάτας.

          Εἶπεν ὁ ἀρχηγός τῶν οὐνιτῶν ξάστερα καί παστρικά: «Εἶναι σαφές, γράφει, ὅτι τό ἐπί ἴσοις ὅροις ἀφορᾷ τήν τακτικήν τῆς συμπεριφορᾶς… Ἡμεῖς οἱ Χριστιανοί τοῦ 20ου αἰῶνος θά κρατήσωμεν τήν πίστιν μας καί ἐν πνεύματι ἀγάπης θά σεβασθῶμεν πλήρως τήν πίστιν καί θρησκευτικήν συνείδησιν τῶν   «δ ι ϊ σ τ α μ έ ν ω ν»   ἀδελφῶν μας. Ἀφ’ ἑνός ὁ καθολικός θά πιστεύῃ εἰς τό θείᾳ συστάσει πρωτεῖον τοῦ πάπα, ἀφ’ ἑτέρου ὁ ὀρθόδοξος θά πιστεύῃ εἰς τήν δημοκρατικήν ἰσότητα τῶν Ἱεραρχῶν καί Ἀρχηγῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ… Τό ἐπί ἴσοις ὅροις δέν σημαίνει ἰσοπέδωσιν τῆς πίστεως ἤ εὐθυγράμμισιν δογματικήν μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν… Σημαίνει, γράφει, συνομιλίαν, ἀδελφικήν χειραψίαν καί ἀδελφικόν ἀσπασμόν μεταξύ βαπτισμένων, μέ σκοπόν δημιουργίαν ἀδελφικῆς καί φιλικῆς ἀτμόσφαιρας». Αὐτά οἱ οὐνῖται νά τά εἴπουν εἰς τούς κάφρους τῆς Ἀφρικῆς. Θά μᾶς κάμῃ τήν χάριν ὁ παπισμός νά διαλύσῃ τήν οὐνίαν ὡς πρῶτον βῆμα καλῶν διαθέσεών της ἀπέναντι τῆς Ὀρθοδοξίας. Τά ράσσα, τά γένεια, ὁ ὀρθόδοξος λειτουργικός τύπος καί τά συναφῆ νά φύγουν ἀπό τό μέσον καί νά μᾶς παρουσιασθοῦν ξυρισμένοι, μέ σκιάδια καί ἀντεριά. Ἐπίσης νά μή χρησιμοποιοῦν ἄμφια καί διάσημα ὀρθοδόξων κληρικῶν διά νά ἐξαπατοῦν τούς ὀρθοδόξους. Καί ἐφ’ ὅσον βεβαίως οἱ Ἀσσομψιονισταί οὐνῖται δέν ἠμποροῦν νά ἐγκαταλείψουν τήν παπικήν αἵρεσιν, ἄς κάμουν καλά μέ τήν συνείδησίν των ἔπειτα ἀπό τά ὅσα ἐξεθέσαμεν ἀντικειμενικῶς καί χωρίς πάθος. Ὁ δέ σεπτός Πατριάρχης μας νά προσέξῃ πολύ, διότι οὔτε ὁ Βησσαρίων Νικαίας οὔτε ὁ Ἰσίδωρος Κιέβου εὗρον ἱστορικήν δικαίωσιν, ἀλλ’ ὁ Φώτιος, ὁ Κηρουλάριος καί ὁ Μᾶρκος Εὐγενικός μέ τό μεγαλοφωνότατον   «ὄ χ ι»   των, τό ὁποῖον δονεῖ καί θά δονῇ τά στήθη τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων.

          Καί ἤδη ὡς ἀκροτελευταίαν πληροφορίαν χάριν τοῦ ἑλληνορθοδόξου πληρώματός μας, προσθέτομεν τοῦτο. Ὅτι ὁ πολιός Προκαθήμενος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας μας Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κ.κ. Χρυσόστομος ὁ Β’ μετά συμπάσης τῆς Ἱεραρχίας δέν ἐνέκρινεν εὐθύς ἐξ ἀρχῆς τήν συνάντησιν τοῦ Πατριάρχου μετά τοῦ πάπα εἰς Ἱεροσόλυμα. Διότι παρά τήν ἀποστολήν τεσσάρων τηλεγραφημάτων δι’ ὧν ᾐτεῖτο ἔγγραφος κατατόπισις ἐπί τοῦ σοβαρωτάτου τούτου ζητήματος, τό Πατριαρχεῖον   ἐ σ ι ώ π η σ ε   καί   σ ι ω π ᾷ.   Ὡς πρός τόν Μητροπολίτην Βεροίας μεταβάντα εἰς Ἱεροσόλυμα, ἄνευ τῆς ἀδείας τῆς Ι. Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οὗτος εὑρίσκεται ὑπόδικος διά τήν κανονικήν του ταύτην παράβασιν.(*)

          (*) Καθ’ ἥν στιγμήν τό παρόν εὑρίσκεται εἰς τά πιεστήρια, πληροφορούμεθα ὅτι, μετά τήν ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀποστολήν τεσσάρων τηλεγραφημάτων πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον μας, τοῦτο ἐδέησε ν’ ἀπαντήσῃ ἐγγράφως πρός τόν Μακαριώτατον Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κ.κ. Χρυσόστομον. Τό περιεχόμενον τοῦ πατριαρχικοῦ τούτου ἐγγράφου δέν διαφέρει τῶν ὅσων ἐγράφησαν εἰς τόν τύπον καί τῶν ὅσων συνέλαβεν ἡ τηλεόρασις καί εἶναι πασίγνωστα. Πάντως ἡ ἐπίσημος Ἑλληνική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐμμένει καί θά ἐμμένῃ εἰς τά πάτρια, ἐν συνειδήσει ὅτι ἡ ὀρθόδοξος θρησκευτική ἑνότης τοῦ λαοῦ μας διακρατεῖ καί τήν ἐθνικήν μας ἑνότητα ἄρρηκτον πρός δόξαν Θεοῦ. Ὁ ἀποθανών ἰσόβιος Πρόεδρος τῆς Χ.Α.Ν. John Mott ἔλεγε κατά τήν διέλευσίν του ἐξ Ἀθηνῶν πρός τήν Ὀρθόδοξον Νεολαίαν: «Σεῖς ἔχετε τό δόγμα σας. Κρατήσατέ το διά νά σᾶς διατηρῇ ἡνωμένους».

Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ἀθ. Καλύβας
(1904 – 1992)

          ΠΗΓΗ: Τό Βιβλίο «ΠΑΠΙΚΟΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ», 1964, τοῦ μακαριστοῦ Ἱεροκήρυκος Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα. (Σελ. 147 – τέλος). ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ «ΚΥΨΕΛΗ» ΓΛΥΦΑΔΑ – ΑΘΗΝΩΝ.

          Οἱ εἰκόνες τοῦ κειμένου ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

Ἀπό τόν βίον του Ὁσίου καί Θεοφόρου πατρός ἡμῶν ΠΑΪΣΙΟΥ του Μεγάλου (ΙΟΥΝΙΟΥ ΙΘ’)

Ἀπό τόν βίον του Ὁσίου καί Θεοφόρου πατρός ἡμῶν ΠΑΪΣΙΟΥ του Μεγάλου (ΙΟΥΝΙΟΥ ΙΘ’)

            Μοναχός τις, ἁπλοῦς κατά τήν διάνοιαν, ἤτοι μαθητής του ἱεροῦ Παϊσίου, ὑπακούων καλῶς εἰς ὅλα του τά προστάγματα· μεταβαίνων δέ οὗτος μίαν φοράν εἰς τήν Αἴγυπτον, διά να πωλήσῃ ἐργόχειρον, ἀπήντησε εἰς...

Ποιά εἶναι ἡ κατάσταση τῶν κολασμένων εἰς τόν ᾅδη;  (Β’)

Ποιά εἶναι ἡ κατάσταση τῶν κολασμένων εἰς τόν ᾅδη;  (Β’)

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ» ΜΕΛΕΤΗ  Ι' Β'  Περί τῆς λύπης ὅπου ἔχουν ἐκεῖ οἱ ἁμαρτωλοί διά τό παρόν.           Συλλογίσου ἀδελφέ τήν ἀπαρηγόρητον λύπην καί πόνον ὅπου δοκιμάζει εἰς τό...

Ποιά εἶναι ἡ κατάσταση τῶν κολασμένων εἰς τόν ᾅδη;  (Α’)

Ποιά εἶναι ἡ κατάσταση τῶν κολασμένων εἰς τόν ᾅδη;  (Α’)

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ» ΜΕΛΕΤΗ  Ι' Α'  Περί τῆς μερικῆς κολάσεως ὅπου ἤδη λαμβάνουν οἱ ἁμαρτωλοί εἰς τόν ᾅδην καί α' περί τῆς δεινότητος τῆς φυλακῆς τοῦ ᾅδου.           Συλλογίσου...

Συμμετοχή τοῦ λαοῦ ἐν ταῖς Ἱ. Συνόδοις

Συμμετοχή τοῦ λαοῦ ἐν ταῖς Ἱ. Συνόδοις

† Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα θεολόγου            Εἴπομεν ἀνωτέρω, ὅτι ἡ ἱερά παρακαταθήκη τῆς κατά θείαν ἀποκάλυψιν σωζούσης ἀληθείας ἐπιστεύθη οὐχί ἀποκλειστικῶς καί μόνον εἰς τήν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ θείῳ δικαίῳ ἐγκαθιδρυμένην ἱεραρχίαν, ἀλλ’ εἰς τήν ὅλην Ἐκκλησίαν, διότι περί...