
Ποιητική ἀπόδοση τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Κυριακῆς Λουκᾶ. ιδ’ 16 – 24
†Ἀρχιμανδρίτη Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα
Ἱεροκήρυκος
Μιλώντας πάνω στήν τροφή π’ ἁρμόζει στήν ψυχή μας
Καί μ’ ἀφορμή πού ἀκροατής μακάρισε ἐκεῖνον
Πού θά βρεθῇ στόν οὐρανό σ’ ἐκεῖνο τό τραπέζι
Τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, συμβολικά τούς εἶπε
Μέ λόγια παραβολικά παρμένα ἀπ’ τή ζωή τους
Καί ἡ σκέψις τους νά σηκωθῇ ἐπάνω ἀπ’ τή γῆ τους.
Ἄνθρωπος κάποιος μιά φορά ὀργανώσε ἕνα δεῖπνο
Ἀπ’ τά πολυτελέστερα καί κάλεσε νά φᾶνε
Πολλούς ‘κεῖ στό τραπέζι του. Καί σάν ἦλθε ἡ ὥρα
Ἀπέστειλε τό δοῦλο του σ’ ὅλους γιά νά θυμίσῃ
Πώς ὅλα εἶναι ἕτοιμα σύμφωνα μέ τήν κλῆσι
Καί πρέπει νά παρευρεθοῦν. Κανείς νά μήν ἀργήσῃ
Κι’ ὅμως αὐτοί ἀπ’ τήν ἀρχή μέ διάφορες προφάσεις
Ἀρνήθηκαν χωρίς ντροπή. Χωράφι ἔχω ἀγοράσει
Τοῦ λέγει ὁ πρῶτος. Τώρα δά βγαίνω νά τό γνωρίσω
Κύττα, δικαιολόγησε μιά ἄθελη ἀπουσία
Κι’ ὁ δεύτερος: «ζεύγη βοδιῶν» πῆρα. Τά δοκιμάζω
Παρακαλῶ σημείωνε: εἷμαι παραιτημένος
Κι’ ἄλλος γυναῖκα ἔγημα νιόγαμπρος καί δεμένος
Ὅταν ὁ δοῦλος γύρισε κι’ ἀνέφερε πώς ὅλοι
Πού ἔλαβαν τήν πρόσκλησι γυρίσανε τίς πλάτες
Ὁ Κύριος τόν διέταξε νά τρέξῃ στίς πλατεῖες
Σ’ ὅλα τά στενοσόκακα φτωχούς, χωλούς νά φέρῃ
Καί κάθε ἀνάπηρο ἐκεῖ στό μέγα ἀνάκτορό του
Καί στό τραπέζι πόστρωσε νά δώσῃ ἀπ’ τή χαρά του
Τό χορτασμό καί τή χαρά μ’ ὅλα τά ἀγαθά του.
Κανείς, κανείς, εἶπ’ ὁ Χριστός ἀπ’ τούς προσκεκλημένους
Πὄδειξαν τέτοια ἀσέβεια στή θεϊκή τήν κλῆσι
Δέν θά μπορέση στοῦ Χριστοῦ τή δίκαιή του κρίσι
Νά βγάλῃ λόγο κι’ ἐνοχή νά δικαιολογήση
Ὕστερ’ ἀπό τήν προσβολή πού ὁ χρόνος δέν τή σβύνει
Ἀλλά πού γίνεται ντροπή καί τόν αυθάδη ντύνει.

ΠΗΓΗ: Τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἱεροκήρυκος Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα: «ΛΑΛΕΙ ΚΥΡΙΕ…. ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟΝ», 1980 (σελ. 436).