†Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα

Ἀπόσπασμα ἀπό τήν ἐπιστολή τοῦ Ὁμοτίμου καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Αθηνῶν, Παναγιώτου Ν. Τρεμπέλα: «ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ», πρός τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ἀξώμης δημοσιευθεῖσα εἰς τόν «Ὀρθόδοξον Τύπον» Ἀριθμ. Φύλλου 204 τῆς 15ης Φεβρουαρίου 1974. (σελ. 3η).
15. ΔΕΝ ΔΙΣΤΑΖΕΤΕ νά ὑποστηρίξητε καί νά τονίσητε μάλιστα, «ὅτι ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ δέν ἔχει καθορισθῆ οὔτε τί εἶναι «Οἰκονομία», οὔτε τό περιεχόμενον αὐτῆς. Διά τοῦτο παρατηρεῖται ἀσυμφωνία ὄχι μόνον μεταξύ τῶν Πατέρων, ἀλλά καί μεταξύ τῶν νεωτέρων» (σελ. 37). Καί ὅμως σεῖς ὁ ἴδιος ἐξανίστασθε, ὅταν σᾶς λέγουν, κακῶς καί ἐσφαλμένως χαρακτηρίζετε τήν οἰκονομίαν ἕτερον πόλον ἐν τῇ διοικήσει τῆς Ἐκκλησίας καί τῇ κυβερνήσει τῶν ψυχῶν. Καί ἀντιφάσκοντες τώρα χονδροειδῶς διατείνεσθε, ὅτι δύο χιλιάδες χρόνια ἡ Ἐκκλησία ἀγνοεῖ τί εἶναι ἡ Οἰκονομία. Ὄχι, πάτερ μου. Καί οἱ Πατέρες καί οἱ νεώτεροι ἔχουν σαφῶς καθορίσει τά τῆς Οἰκονομίας καί τά ὅρια αὐτῆς. Ἀλλ’ ὅταν προκειμένου περί τῶν Πατέρων σᾶς λέγουν: τό χωρίον τοῦ Πατριάρχου Νικολάου τοῦ Μυστικοῦ δέν παρατίθεται ἀκέραιον, δίδεται ἡ ἀπάντησις, «εἰς τί ἡμάρτησεν ἡ Ἐπιτροπή χρησιμοποιήσασα κεκολοβωμένον τό χωρίον τοῦ Πατριάρχου Νικολάου;» (σελ. 13). Εἶναι δέ τό περιεχόμενον τοῦ παραλειπομένου τμήματος οὐχί γενικόν καί ἀόριστον, ἀλλά πολύ σοβαρόν, διότι τονίζει οὐσιώδη ὅρον πρός χρῆσιν τῆς οἰκονομίας καί ὅστις εἶναι νά ἀναστῇ ὁ πεσών ἀπό τοῦ πτώματος, ἁρπαζόμενος ἐκ στόματος τοῦ ὠρυομένου θηρός, οὐχί δέ νά ἐξακολουθῇ μένων ἐν τῇ πλάνῃ καί τῷ πτώματι. Ὅταν σᾶς λέγουν: ἀπόσπασμα τοῦ πρώτου κανόνος τοῦ Μ. Βασιλείου, παρατιθέμενον καί τοῦτο κολοβόν, καλῶς καί κατά τά συμφραζόμενα νοούμενον παρουσιάζει στενήν καί δύσβατον τήν πρός τήν Οἰκονομίαν δίοδον, δίδεται ἡ ἀπάντησις: «Τά ἀναφερόμενα εἰς τούς Μανιχαίους, Μαρκιωνιστάς καί Μοντανόν; Ἀλλ’ ἡμεῖς ἔχομεν ἐνώπιόν μας τούς Ἀρχαίους Ἀνατολικούς, τούς Ρωμαιοκαθολικούς καί τούς Ἀγγλικανούς… Ζῶμεν εἰς τόν 20ον αἰῶνα…» σελ. 21. Παρατηροῦμεν ἡ παραπομπή σας εἰς τήν ἐπιστολήν αξε’ τοῦ Μ. Βασιλείου, ἐν τῇ ὁποίᾳ περιλαμβάνονται σοβαρώταται παρατηρήσεις τοῦ μεγάλου Πατρός, ἀμέσως σχετιζόμεναι πρός τήν ἔννοιαν τῆς Ἐκκλ. Οἰκονομίας, μένει μόνον παραπομπή, ἐνῷ θά ἐνεδείκνυτο νά παρατεθῇ καί τό κείμενον, καί δίδεται ἡ ἀπάντησις: «Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τήν παραπομπήν μερικῶν βαρυσημάντων λόγων τοῦ ἁγίου Βασιλείου, αὕτη δέν βλάπτει καθόλου». Καί ἔρχεσθε ἀδίστακτος καί αὐθεντικός νά βεβαιώσητε, ὅτι οὔτε «μεταξύ τῶν Πατέρων» ὑπάρχει συμφωνία περί Οἰκονομίας. Ταῦτα δέ, καθ’ ὅν χρόνον καί μεταξύ τῶν νεωτέρων ὑπάρχει συμφωνία. Καί ἰδού.
16. Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗ εἰς τό ΣΤ’ συνέδριον τοῦ Λάμπεθ ἐν ἔτει 1920, ἐδήλωσεν, ὅτι «ἡ οἰκονομία δέν ἰσχύει προκειμένου περί δογματικῶν ζητημάτων καί περί θεμελιωδῶν κανονικῶν καί ἄλλων διατάξεων» (Βασ. Σταυρίδου, «Ὀρθοδοξία καί Ἀγγλικανισμός» σελ. 102). Ὁ Πατριάρχης δέ Ἀλεξανδρείας Μελέτιος Μεταξάκης, κατά τήν διάρκειαν τῶν συζητήσεων ἐν Λάμπεθ τῷ 1930, προκληθείς ὑπό τοῦ ἐπισκόπου Gloucester A. Haedlam, παρετήρησεν: «Ὑπάρχουν δύο ἀρχαί ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, ὁ αὐστηρός κανών καί ἡ Οἰκονομία. Τό πρῶτον εἶναι αὐστηρά ἐφαρμογή τοῦ κανονικοῦ Δικαίου. Τό δεύτερον εἶναι παρέκκλισις ἀπό τοῦ αὐστηροῦ κανόνος ἔν τισι περιστάσεσιν, ἀλλά πάντοτε ὑποκειμένη εἰς τό γενικόν πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας»· «Ἡ ἀπόκλισις δέ ἐκ τοῦ αὐστηροῦ γράμματος τοῦ Νόμου γίνεται πάντοτε ἐπί σκοπῷ, ὅπως τό πνεῦμα τοῦ Νόμου τηρηθῇ κάλλιον», «οὐδέποτε δέ θά ἠδύνατο νά γίνῃ χρῆσις τῆς οἰκονομίας, ὅπου αὕτη προσκρούει πρός θεμελιώδεις ἀρχάς τῆς πίστεως» (Β. Σταυρίδου ἔνθ. ἀν. σελ. 102 καί 103). Καί ὡς παρετήρησαν ἐν προγενεστέροις καιροῖς οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχαι εἰς τούς Ἀνωμότους τῆς Ἀγγλίας: «Ἐν τοῖς θείοις δόγμασιν οὐδαμοῦ χώραν ἔχει ποτέ ἡ οἰκονομία ἤ συγκατάβασις. Ταῦτα γάρ ἀσάλευτά εἰσι καί ὑπό πάντων τῶν Ὀρθοδόξων ὡς ἀπαράβατα ἐν πάσῃ εὐλαβείᾳ διαφυλάττονται, καί ὁ μικρόν τι τούτων παραβαίνων ὡς σχισματικός καί αἱρετικός κατακρίνεται καί ἀναθεματίζεται καί ἀκοινώνητος παρά πᾶσι λογίζεται» (Ἰ. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα… Τόμ. 2 σελ. 808). Αὐτός ὁ ὑπό τοῦ ἀοιδίμου Ἀλιβιζάτου προβληθείς ὁρισμός τῆς οἰκονομίας, παρά τό μειονέκτημα τοῦ μεγάλου μήκους αὐτοῦ, θά παρουσιάζετο καί καθ’ ἡμᾶς, ὡς ἐξ ὁλοκλήρου ἀποδεκτός καί ἀνεπίληπτος, ἐάν δέν διετυποῦτο ὑπό τοῦ συγγραφέως του ἐν ὑποσημειώσει ἡ ἐπιφύλαξις «Ζήτημα εἶναι, ἄν καί τά δογματικά ὅρια ἀκόμη μένουν διά τῆς Οἰκονομίας ἀμετακίνητα». Πάντως ὅμως καί αὐτός ὁ ἴδιος τά δογματικά ὅρια, ὡς ἀνυπέρβλητον ἐμπόδιον τῆς οἰκονομίας, ἐθεώρησεν ἀναγκαῖον νά περιλάβῃ ἐν τῷ ὁρισμῷ του. Ώς πρός τόν Μακαριώτατον τέως Ἀρχιεπίσκοπον Ἱερώνυμον καταπλήττομαι, διότι εἰς τάς σελίδας 37, 38, 39 κλπ. τῆς βιβλιοκρισίας σας ἀγωνίζεσθε νά ἀποδείξετε καί αὐτόν ἀσυμφωνοῦντα πρός ἡμᾶς. Ἀλλά, Σεβασμιώτατε, τόν ὑπ’ αὐτοῦ προβαλλόμενον ὁρισμόν τῆς Οἰκονομίας δέν ὑιοθετήσαμεν «ὡς ἀρκούντως σοβαρόν» καί ὡς συγκεντροῦντα «ἐκτός τοῦ κανονικοῦ μέτρου ὡς πρός τό μῆκος καί ἀρκετήν πληρότητα καί ἀκρίβειαν»; Καί δέν εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος διεκήρυξεν, ὅτι «δέν ὑπάρχει οὐδείς ἱερός κανών, οὐδεμία κανονική διάταξις, οὐδέ ἡ μακραίων ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἔχει νά παρουσιάσῃ καί ἕν ἔστω παράδειγμα κατά τό ὁποῖον ἀνεγνωρίσθησαν ὑπ’ αὐτῆς ἁρμοδίως ὡς ἔγκυρα καθ’ ἑαυτά τά ὑπό τῶν ἑτεροδόξων τελούμενα μυστήρια»; Καί δέν παρέπεμψεν εἰς τόν πρῶτον κανόνα τῆς ὑπό τόν ἱερομάρτυρα ἀρχιεπίσκοπον Καρχηδόνος Κυπριανόν συγκροτηθείσης συνόδου, κατά τόν ὁποῖον τά ὑπό «τῶν αἱρετικῶν καί σχισματικῶν γινόμενα ψευδῆ καί κενά ὑπάρχοντα πάντα ἐστίν ἀδόκιμα. Οὐ γάρ δύναταί τι δεκτόν καί αἱρετόν εἶναι παρά τῷ Θεῷ τῶν ὑπ’ ἐκείνων γινομένων»; (Ἀρχιμ. Ἱερωνύμου Κοτσώνη, Προβλήματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομίας, Ἀθῆναι 1957 σελ. 200 Ράλλη καί Ποτλῆ, Σύνταγμα Ἱ. Κανόνων Τομ. 3 σελ. 5 – 6).
17. ΕΠΙΜΕΝΕΤΕ ΔΕ καί ἐπί τοῦ ὅτι καί αὐτοί «οἱ Πατέρες δέν εἶναι τόσον κατηγορηματικοί, ὥστε ν’ ἀποκλείουν πᾶσαν κατ’ οἰκονομίαν παρέκκλισιν ἐκ τῶν Δογμάτων» (σελ. 37). Ὅλα δέ αὐτά τά πρωτοφανῆ καί παράδοξα, διά νά καταλήξητε εἰς τό ἐπιθυμητόν παρ’ ὑμῶν συμπέρασμα: «Συνεπῶς ἐναπόκειται εἰς τήν Ἐκκλησίαν, ἐπικαλουμένην τήν καθοδήγησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά προσκολληθῇ εἰς τούς τύπους ἤ νά σώση ὅλους ὅσοι ἀποστέλλονται πρός αὐτήν ὑπό τοῦ Κυρίου. Ὑπεράνω ὅλων εὑρίσκεται τό θέλημα τοῦ «Θεοῦ» (σελ. 37). «Καί ὑπεράνω τῶν Κανόνων εἶναι ἡ διδάσκουσα καί νομοθετοῦσα ἐπί τῇ βάσει τῆς ἁγίας Γραφῆς Ἐκκλησία» (σελ. 35). Ἀλλά, Σεβασμιώτατε, ἐλησμονήσατε τήν ἀποστολικήν Παράδοσιν, τῆς ὁποίας τμῆμα γραπτόν εἶναι ἡ Καινή Διαθήκη καί τό ὁποῖον τμῆμα πρίν ἤ ἐπί χάρτου καί μέλανος καταγραφῇ θεοπνεύστως διά ζώσης παρεδίδετο ἐν τῇ Ἐκκλησία. Ἐξεχάσατε ὁλοτελῶς, ὅτι ἡ κατά Ἀνατολάς Καθολική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι κατ’ ἐξοχήν Ἐκκλησία Παραδόσεως. Κατελύσατε τά πάντα. Καί ὡς νά ἐδεσμεύθη διά τῆς ἀναρρήσεώς σας εἰς τό ἀρχιερατικόν ἀξίωμα ὁ Παράκλητος ὑπό τόν κλοιόν τῆς ἐξουσίας σας, διεκδικεῖτε καί κατάργησιν κανόνων, ἀλλά καί κατάλυσιν παντός φραγμοῦ, χαρακτηρίζοντες ὡς προσκόλλησιν εἰς τύπους τούς ἱερούς θεσμούς, καθ’ οὕς ἐπί δισχίλια ἔτη κυβερνᾶται ἡ θεότευκτος καί οὐχί ὑπ’ ἀνθρώπων θεμελιωθεῖσα, ἀλλ’ ἐπί τοῦ Χριστοῦ οἰκοδομουμένη Ἐκκλησία. Μή συγχέετε τά πράγματα, Σεβασμιώτατε. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τάς πύλας ἀνοικτάς εἰς πάντας. Ἡ οἰκονομία εἶναι εὐρυτάτη εἰς πάντα εἰλικρινῶς μετανοοῦντα καί ὁλοψύχως ἀποπτύοντα τήν πλάνην καί εἰς τήν ἀλήθειαν ἐπιστρέφοντα. Οὐδέν ἐμπόδιον θά παρεμβάλῃ εἰς οἱονδήποτε ἀλλόθρησκον, ὅπως καί εἰς αὐτόν τόν ἄθεον, ὅταν οὗτος εἰλικρινῶς πιστεύσῃ καί ἀποδεχθῇ ὁλοψύχως τήν ἀνόθευτον καί ἐλευθέραν πάσης πλάνης χριστιανικήν ἀλήθειαν. Θά κλείσῃ, ὅμως, ἑρμητικῶς τήν θύραν τῆς ὀρθοδόξου ποίμνης, ὄχι μόνον εἰς τόν ἀλλόθρησκον, ἀλλ’ εἰς οἱονδήποτε κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος θά προσέλθῃ μέ τήν ἀξίωσιν νά ὑπερπηδήσῃ αὐτήν συναποκομίζων μεθ’ ἑαυτοῦ τόν σάκκον τῆς ρωμαιοκαθολικῆς ἤ προτεσταντικῆς ἤ ἀγγλικανικῆς ἤ μονοθελητικῆς πλάνης. Καί ἠμπορεῖ μέν ἐπιμοναί ἀρχιερατικαί ἤ καί θεολογικαί καί ἡγεμονικαί καί αὐτοκρατορικαί νά ἐπιβληθοῦν καί νά ὑπερισχύσουν πρός στιγμήν, ὅπως ἐπεβλήθητε καί σεῖς κατά τήν διαμόρφωσιν τοῦ κειμένου τῆς Εἰσηγήσεως περί Οἰκονομίας, ἀλλ, ἡ ἀπ’ αἰώνων ἱστορία μαρτυρεῖ, ὅτι τελικῶς αἱ τοιαῦται προσπάθειαι τῶν ἀνθρώπων ἀποδεικνύονται ἀσθενέστεραι ἱστῶν ἀράχνης.
Διατελῶ μετά τοῦ προσήκοντος
εἰς τήν ἀρχιερωσύνην σας σεβασμοῦ
Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑΣ

Θεολόγος Καθηγητής Πανεπιστημίου
(Στεμνίτσα, 1886 – Αθήνα, 1977)
Οἱ εἰκόνες τοῦ κειμένου, ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.