M

Close

Περνᾷ ὁ Χριστός!

            Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΙΔ’ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. 18, 35 – 43), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 306).

«Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέχεται» (Λουκ. 18, 37)

            Τό σημερινό, ἀγαπητοί μου, τό σημερινό ἱερό Εὐαγγέλιο περιγράφει ἕνα θαῦμα τοῦ Χριστοῦ. Καθώς ὁ Χριστός πλησίαζε στήν Ἰεριχώ, πού βρίσκεται κοντά στά Ἰεροσόλυμα, ἕνας τυφλός καθόταν στό ἄκρο τοῦ δρόμου καί ζητοῦσε ἐλεημοσύνη ἀπό τούς περαστικούς. Ἀκούγοντας κόσμο νά περνᾷ, ῥώτησε νά μάθῃ τί συμβαίνει. Αὐτοί πού ἦταν κοντά του τοῦ ἀπήντησαν· «Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται», δηλαδή· Περνᾷ ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος. Τότε ὁ τυφλός ἄρχισε νά φωνάζῃ δυνατά καί νά ζητᾷ ἀπό τό Χριστό νά τόν θεραπεύσῃ. Αὐτοί πού προπορεύονταν τοῦ ἔλεγαν νά σωπάσῃ. Ἀλλ’ αὐτός, παρά τίς συστάσεις τους, ἐπέμενε νά φωνάζῃ. Ἄκουσε ὁ Χριστός, στάθηκε καί εἶπε νά τόν ὁδηγήσουν κοντά του. Ὁ πόθος καί οἱ φωνές τοῦ τυφλοῦ δικαιώθηκαν. Ὁ Κύριος, βλέποντας τήν πίστι του, πραγματοποίησε τό αἴτημά του· τοῦ ἔδωσε ἀμέσως τό φῶς του.

            Περνᾷ ὁ Χριστός! Ὁ τυφλός δέν τόν βλέπει. Μόνο ἀκούει. Καί μόλις πληροφορεῖται γι’ αὐτόν, δέν χάνει τήν εὐκαιρία. Κάνει τό λάρυγγά του σάλπιγγα καί τή φωνή του κραυγή, πού ὑπερισχύει καί νικᾷ ὅλους τούς ἄλλους θορύβους καί φθάνει στό Χριστό. Ὅπως ὁ ναυαγός ἁρπάζει τό σχοινί ἤ τό σωσίβιο πού τοῦ ῥίχνουν, ὅπως ὁ φυλακισμένος μόλις βρῇ εὐκαιρία νά βγῇ ἀπό τό σκοτεινό κελλί του δέν τή χάνει, ἔτσι κι αὐτός. Θεωρεῖ τό πέρασμα τοῦ Χριστοῦ ὡς τήν πιό μεγάλη εὐκαιρία, τή χρυσῆ εὐκαιρία τῆς ζωῆς του.

* * *

            Περνᾷ ὁ Χριστός! Στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, ὅπως περιγράφεται στό Εὐαγγέλιο, βλέπουμε τόν Κύριο νά περνᾷ πολλές φορές ἀπό πόλεις καί χωριά τῆς ἁγίας γῆς, καί ἄλλοτε μέν νά γίνεται ἀντιληπτός, ἄλλοτε δέ νά μή γίνεται ἀντιληπτός· ἄλλοτε νά καταλαβαίνουν οἱ ἄνθρωποι ποιός ἀληθινά εἶνε, κι ἄλλοτε νά μήν καταλαβαίνουν.

            «Εἰς τά ἴδια ἦλθε, καί οἱ ἴδιοι αὐτοί οὐ παρέλαβον», λέει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης (Ἰωάν. 1, 11). Περνᾷ στή Βηθλεέμ καί οἱ κάτοικοί της δέν τόν ἀναγνωρίζουν, ἀλλά τοῦ κλείνουν τίς πόρτες τους. Περνᾷ νύχτα καί φεύγει γιά τήν Αἴγυπτο χωρίς νά τόν ἀντιληφθῇ ὁ Ἡρώδης, πού τόν καταζητεῖ γιά νά τόν θανατώσῃ. Περνᾷ ἔπειτα δωδεκαετής ἀπό τό ναό τῶν Ἰεροσολύμων· συνομιλεῖ μέ τούς νομοδιδασκάλους, κι αὐτοί, ἐνῷ τόν θαυμάζουν, δέν φαντάζονται μέ ποιόν συνομιλοῦν. Τότε γιά τρεῖς ἡμέρες τόν χάνει ἡ συνοδία του καί τόν ἀναζητεῖ ἡ Παναγία μητέρα του μέ τό γέροντα Ἰωσήφ, πού ἐκπλήσσονται ὅταν τούς λέει, ὅτι ἦταν φυσικό νά βρίσκεται στό σπίτι τοῦ πατέρα του. Περνᾷ κατόπιν στή Ναζαρέτ ὅλα τά παιδικά καί νεανικά του χρόνια, ἀλλά οἱ κάτοικοί της δέν ξέρουν ποιός εἶνε αὐτός πού συναναστρέφεται μαζί τους· τόν θεωροῦν ἁπλῶς ὡς τό παιδί τοῦ ξυλουργοῦ καί τίποτε περισσότερο. Περνᾷ κατόπιν ἀπό τή Γαλιλαία, ἀπό τήν Καπερναούμ, ἀπό τήν Ἰεριχώ…. Μπαίνει τέλος στήν Ἰερουσαλήμ τήν ἡμέρα τῶν βαΐων· καί τόν ὑποδέχονται μέν ὅλοι ὡς βασιλέα, χωρίς ὅμως νά καταλάβουν ἀκριβῶς τό χαρακτῆρα τῆς βασιλείας του. Περνᾷ ἀπό τό μέγα συνέδριο τῶν Ἰουδαίων, ἀλλ’ οἱ κριταί του δέν ὑποψιάζονται ποιός εἶνε αὐτός τόν ὁποῖον ἀνακρίνουν καί καταδικάζουν. Φθάνει καί στό βῆμα τοῦ Πιλάτου, περνᾷ ἀπό τό λιθόστρωτο φορτωμένος τό σταυρό, ἀνεβαίνει στό Γολγοθᾶ, ἀλλά πόσοι καί ποιοί ἀπ’ ὅσους τόν ἀντικρύζουν τόν ἀναγνωρίζουν; Οἱ περισσότεροι δέν τόν ἀναγνώρισαν. Ἄν τόν ἀναγνώριζαν, δέν θά τόν σταύρωναν. «Εἰ γάρ ἔγνωσαν, οὐκ ἄν τόν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν» (Α’ Κορ. 2, 8), ἀπόστολος Παῦλος. Ἔτσι πραγματοποιήθηκε ἡ προφητεία· «Λίθον, ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες…», ὅτι δηλαδή ὁ Χριστός εἶνε σάν τήν πέτρα πού τήν παραπέταξαν οἱ κτίστες (Ψαλμ. 117, 22).

            Ἐλάχιστοι ἦταν ἐκεῖνοι πού ἀναγνώρισαν τό Χριστό ὅταν περνοῦσε ἀπό μπροστά τους. Μπορεῖ μερικές φορές νά τόν περικύκλωναν πλήθη, ἀλλ’ ἀπό ὅλους αὐτούς πόσοι συνειδητοποίησαν ποιός πράγματι εἶνε καί πόσοι ἐπωφελήθηκαν τό πέρασμά του; Στή Βηθλεέμ μόνο οἱ ἁπλοί ποιμένες καί οἱ ταπεινοί μάγοι ἔτρεξαν νά τόν προσκυνήσουν. Στό ναό τῶν Ἰεροσολύμων τήν ἡμέρα τῆς Ὑπαπαντῆς τόν ἀντελήφθησαν μόνο ἡ γερόντισσα Ἄννα καί ὁ Συμεών ὁ θεοδόχος πού εἶπε τό «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, δέσποτα,….» (Λουκ. 2, 29 – 32). Στόν Ἰορδάνη μόνο ὁ πρόδρομος Ἰωάννης αἰσθάνθηκε τό μεγαλεῖο του καί τόν ἔδειξε στόν κόσμο. Στή Γαλιλαία μόνο δώδεκα ψαρᾶδες ἔγιναν μαθηταί καί ἀκόλουθοί του. Στήν Ἰεριχώ, ἀπ’ ὅλο τό πλῆθος πού τόν περιστοιχίζει, μόνο ὁ τυφλός τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου τόν ἔνιωσε καί πῆρε ἀπό αὐτόν ἐκεῖνο πού εἶχε ἀνάγκη. Ἀπ’ τήν ἀρχή τῆς δημοσίας δράσεώς του μέχρι τό τέλος βλέπουμε, ἕνας ἑκατόνταρχος νά τόν ἀναζητῇ, μιά ἁμαρτωλή γυναῖκα νά τόν προσκυνῇ, ἕνας Ζακχαῖος νά ἐνδιαφέρεται νά τόν δῇ καί ν’ ἀναρριχᾶται σέ μιά συκομορέα τοῦ δρόμου ἀπ’ ὅπου «ἤμελλε διέρχεσθαι» (Λουκ. 19, 4), αἱμορροοῦσα νά τόν πλησιάζῃ μέ μύριες προσπάθειες, ἕνας Νικόδημος νά ἔρχεται νύχτα νά τόν συναντήσῃ, καί εἴ τινες ἄλλοι. Ὅταν δέ πλέον τό πλῆθος φωνάζει τό «Ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν» (Ἰωάν. 19, 15) κ’ Ἐκεῖνος περνᾷ φορτωμένος τό σταυρό, μόνο ἕνας Σίμων Κυρηναῖος τόν βοηθεῖ καί μερικές εὔσπλαγχνες γυναῖκες κλαῖνε γι’ αὐτόν. Τέλος στό σταυρό μόνο ἕνας ληστής καί ἕνας ἑκατόνταρχος ἀναγνωρίζουν τή θεότητά του.

* * *

            Περνᾷ ὁ Χριστός! Ὄχι δέ μόνο τότε, ἀλλά καί τώρα καί πάντοτε ὁ Χριστός ἐξακολουθεῖ νά περνᾷ μπροστά μας. Περνᾷ μέ πολλούς τρόπους. Ἆρα γε ἐμεῖς ἀντιλαμβανόμεθα τήν παρουσία του καί ἐπωφελούμεθα τό πέρασμά του;

            Ἀκούγεται ὅμως ἡ ἀπορία· ποιός εἶδε τό Χριστό σήμερα; Ποῦ εἴδατε σεῖς νά περνᾷ σήμερα ὁ Χριστός;

            Ἀπαντοῦμε. Τό πέρασμα τοῦ Χριστοῦ σήμερα δέν εἶνε βεβαίως αἰσθητό σέ ὅλους, ὅπως ἦταν τότε, κατά τήν ἐπί γῆς παρουσία του καί ἰδίως κατά τό τριετές διάστημα τῆς δημοσίας δράσεώς του. Εἶνε ὅμως πραγματικό. Τότε τόν ἔβλεπαν ἀκόμη καί οἱ ἐχθροί του, ὁ Ἄννας καί ὁ Καϊάφας. Ἀπό τήν ἀνάστασί του ὅμως καί ἑξῆς ὁ Χριστός εἶνε μέν παρών, ἀλλά τόν βλέπουν μόνο οἱ πιστοί μαθηταί του. Ὁ ἴδιος ὑποσχέθηκε σ’ αὐτούς· «Καί ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τάς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28, 20). Παρών λοιπόν πραγματικά ὁ Χριστός, ἀλλά ἡ παρουσία του γίνεται αἰσθητή κατ’ ἄλλο τρόπο. Τώρα ἡ παρουσία του εἶνε ἀληθινή ἀλλά μυστική, δηλαδή ἐν μυστηρίῳ, καί γίνεται αἰσθητή διά τῆς πίστεως. Ἂς ἐξηγήσουμε τί ἐννοοῦμε.

            Κάθε φορά, πού γίνεται θεία Λειτουργία καί πηγαίνουμε μέ πίστι στό ναό, βλέπουμε νά περνᾷ ὁ Χριστός μπροστά μας. Ἡ μικρά εἴσοδος, ὅταν περνᾷ τό Εὐαγγέλιο, δείχνει τήν εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο καί τήν ἔναρξι τοῦ κηρύγματός του. Ἡ μεγάλη εἴσοδος, ὅταν περνοῦν τά ἅγια, δείχνει τήν εἴσοδό του στά Ἰεροσόλυμα γιά νά θυσιασθῇ. Κι ὅταν πλέον βγαίνει τό Ἅγιο Ποτήριο γιά νά κοινωνήσουν οἱ πιστοί, σᾶς ἐρωτῶ, δέν πιστεύουμε ὅτι ἐκείνη τή στιγμή ὁ Χριστός βρίσκεται ζωντανός μπροστά μας καί κοινωνοῦμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα του; Κάθε φορά πού ὁ πιστός χριστιανός ἔρχεται στή θεία Λειτουργία, βρίσκεται στή Βηθλεέμ, στή Γαλιλαία, στήν Ἰερουσαλήμ, στό ὑπερῷο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, στό Γολγοθᾶ, στούς Ἐμμαούς, στή Βηθανία· ἀκούει καί βλέπει τό Χριστό, τόν ἀγγίζει καί τόν παίρνει πραγματικά μέσα του μέ τή θεία Κοινωνία, ὅπως οἱ ποιμένες καί οἱ μάγοι τόν προσκύνησαν στό σπήλαιο καί ὅπως οἱ μαθηταί τότε πού τόν εἶχαν ἀνάμεσά τους στό ὑπερῷο τή νύκτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης.

            Ὅταν τελῆται τό μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως ἤ γενικῶς κάποιο ἀπό τά Μυστήρια καί τίς ἁγιαστηκές Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Χριστός εἶνε ἀοράτως παρών ἐκεῖ καί παρέχει τή χάρι του. Ἀρκεῖ νά ὑπάρχῃ πίστι. Ἄν ὑπάρχῃ πίστι, ὁ πιστός παίρνει τά δῶρα τοῦ οὐρανοῦ, ὅπως ἡ Χαναναία πού τοῦ ζήτησε καί θεράπευσε τήν κόρη της.

            Ἡ ὥρα πού ὁ χριστιανός προσεύχεται, εἶνε ἐπίσης μιά ὥρα συναντήσεως μέ τόν Κύριο. Τήν ὥρα τῆς προσευχῆς ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐμπρός του τόν ἴδιο τό Θεό καί συνομιλεῖ καθαρά μαζί του. Ἀκούει τή φωνή του καί παίρνει ἀπαντήσεις, ὅπως ὁ νέος ἐκεῖνος πού τόν ῥωτοῦσε· «Τί ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λουκ. 10, 25).

            Θέλετε κι ἄλλη εὐκαιρία; Κάθε φορά πού ἕνας χριστιανός ἀνοίγει τό θεόπνευστο καί ἀλάνθαστο νόμο τοῦ Θεοῦ, τήν ἁγία Γραφή, Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, καί μελετᾷ, ἔχει ἐμπρός του τό Θεό. Τήν ὥρα ἐκείνη ἀκούει τίς προσταγές του, τή φωνή του, ὅπως ὁ προφήτης Μωϋσῆς στό Σινᾶ κι ὅπως ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης στήν Πάτμο.

            Ὑπάρχουν ὅμως κι ἄλλες εὐκαιρίες πού ὁ πιστός βλέπει τό Χριστό καί ἐπικοινωνεῖ μαζί του. Σέ κάθε περίπτωσι, πού θά δείξουμε ἀγάπη καί εὐσπλαχνία σέ φτωχούς καί ἀδυνάτους συνανθρώπους, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει· «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40). Στό πρόσωπο κάθε γυμνοῦ, κάθε πεινασμένου, κάθε ζητιάνου πού κτυπᾷ τήν πόρτα σου, κάθε ἀσθενοῦς πού πλησιάζεις, κάθε φυλακισμένου πού ἐπισκέπτεσαι, στό πρόσωπο καθενός ἀπ’ αὐτούς, εἶνε, χριστιανέ μου, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.

            Ἀλλά μήπως κι ὅταν ἐπισκέπτεσαι ἕνα προσκύνημα, ὅταν προσκυνᾷς μιά θαυματουργή Εἰκόνα, ὅταν ἀσπάζεσαι ἕνα γνήσιο ἱερό Λείψανο ἤ κειμήλιο τῆς Ἐκκλησίας, δέν αἰσθάνεσαι ὅτι ἦλθες σέ ἐπαφή μέ τή θεία χάρι καί πῆρες ἀπό τόν Κύριο κάτι πού εἶχες ἀνάγκη;

            Δέν ὑπῆρξαν ἀκόμη γιά ὅλους μας ἀλησμόνητες στιγμές, μοναδικές στιγμές μεγάλων εὐλογιῶν ἤ μεγάλων δοκιμασιῶν; Εἶνε οἱ περιπτώσεις πού αἰσθανθήκαμε, ὅτι ὄντως μᾶς ἐπισκέφθηκε ὁ Κύριος. Σέ τέτοιες στιγμές λέμε, ὅτι εἴδαμε φανερά τό χέρι τοῦ Θεοῦ εἴτε νά μᾶς εὐλογῇ εἴτε νά μᾶς λυτρώνῃ.

* * *

            Ἀγαπητοί μου,

            Ὁ Χριστός περνᾷ! Ἂς τρέξουμε, ὅσο ὑπάρχει ἀκόμη καιρός, νά τόν συναντήσουμε ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου μυστικῶς θά περάσῃ. Καί ἄν ἀργήσῃ νά περάσῃ, ἐμεῖς μή ἀποκάμουμε καί μήν ἀμελήσουμε νά τόν περιμένουμε. Ἂς δείξουμε πίστι, ὑπομονή καί ἐπιμονή.

            Εἶνε μοναδικές καί ἀνεπανάληπτες αὐτές οἱ εὐκαιρίες καί δέν πρέπει νά τίς χάσουμε. Διότι ἄν χάσουμε αὐτές τίς συναντήσεις, ἡ ἑπόμενη συνάντηση μέ τό Χριστό δέν θά εἶνε ὅπως αὐτές. Θά ὑπάρξῃ πράγματι ἄλλη μιά φορά πού θά δοῦμε τό Χριστό νά περνᾷ μπροστά μας, ἤ μᾶλλον ἐμεῖς θά περάσουμε μπροστά του· ὄχι ὅμως γιά νά εὐεργετηθοῦμε μέ τά δῶρα του, ἀλλά γιά νά κριθοῦμε στό ἀδέκαστο βῆμα του. Καί τότε, «ἁμαρτωλοί, πού φύγωμεν;».

            Γι’ αὐτό ἄς μιμηθοῦμε τόν εὐγνώμονα λῃστή. Ἐκεῖνος, πάνω στό σταυρό, δέν ἔχασε τήν εὐκαιρία. Ἐπωφελήθηκε τή συνάντησί του μέ τό Χριστό. Τό ἴδιο ἄς κάνουμε κ’ ἐμεῖς φωνάζοντάς του τά λόγια ἐκεῖνα τοῦ λῃστοῦ· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23, 42).

Ἐπίσκοπος κυρός Αὐγουστίνος Ν. Καντιώτης
(20 Απριλίου 1907 – 28 Αυγούστου 2010)

            Ἡ Εἱκόνα καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου ἔχουν προστεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...

Ἡ αἰώνιος ζωή

Ἡ αἰώνιος ζωή

          Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α' ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ (Ἰωάν. 17, 1 – 13), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 49). «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν...