†Ἀρχιμανδρίτη Χαράλαμπου Δ. Βασιλόπουλου

Τό 1959 ἔμενε κάτω στό Λυκαβηττό, στό τέρμα τῆς Ἀσκληπιοῦ, μιά εὐγενεστάτη γερόντισσα καρδιοπαθής. Αὐτή ἔζησε στή Ρωσία, γιατί ὁ ἄνδρας της ἦταν πρόξενος ἐκεῖ. Κατόπιν στήν Μασσαλία. Ἐκεῖ ἔγινε ἀπό Παπική Ὀρθόδοξη. Τώρα ἦταν ὀγδονταπέντε χρονῶν, ἀλλά δέν ἤθελε νά κοινωνήση. Ἕνα βραδάκι, πού ἐξομολογοῦσα στόν Ἱ. Ναό τῆς Ρόμβης, κοντά στή Μητρόπολι, μοῦ τηλεφώνησαν νά πάω ἐπειγόντως, διότι μέ θέλει ἡ γερόντισσα καί ὁ γιατρός τούς εἶπε, ὅτι θά πεθάνη ἀπόψε.
Ἐπῆρα μαζί μου τά Ἄχραντα Μυστήρια μήπως τήν καταφέρω νά κοινωνήση.
– Φεύγω, μοῦ λέγει, ὅταν μπῆκα καί μέ εἶδε.
– Δέν πᾶς πουθενά, τῆς εἶπα. Σοῦ ἔφερα τό φάρμακο. Ἔχεις τίποτα νά μοῦ πῆς;
Ἐξομολογήθηκε πρόθυμα καί κοινώνησε μέ προθυμία. Φεύγοντας τῆς εἶπα, ὅτι ὁ Θεός εἶναι μεγάλος. Πράγματι ἦταν μεγάλος, διότι μετά τήν Θεία Κοινωνία καλυτέρευσε. Τό πρωΐ φώναξαν τό γιατρό.
Μά δέν πέθανε λέγει;
Ὅταν τήν ἐπισκέφθηκε, ἐθαύμαζε. Εἶδε, ὅτι τά φάρμακά του καί ἡ ἐπιστήμη του μπροστά στή Θεία Κοινωνία ἦταν ἄχρηστα! Πλησίασε τά 90 χρόνια.
Ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι παντοδύναμο φάρμακο. Θά ἔπρεπε νά γραφοῦν τόμοι ὁλόκληροι γι’ αὐτό. Πού εἶναι τώρα ἐκεῖνοι οἱ ὀλιγόπιστοι, πού δυσκολεύονται νά μεταλάβουν μήπως κολλήσουν μικρόβια. Τό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι πῦρ καταναλίσκον, πού καίει τά πάντα, ἔλεγεν ἕνας καθηγητής φιλόσοφος. Καί πράγματι ἀπό τά ἑκατομμύρια, πού κοινωνοῦν, δέν ἔπαθε ποτέ κανείς. Ἄν ἦταν ὅπως λέγουν αὐτοί, δέν θά ζοῦσε κανένας Ἱερεύς, διότι ἡμεῖς στό τέλος καταλύομε τό Ἅγ. Ποτήριον, ἀπό τό ὁποῖον κοινώνησαν ἑκατοντάδες πολλές φορές καί πολλοί μέ πολλές ἀρρώστιες καί ὅμως ποτέ δέν ἔπαθε κανείς τίποτε. Οἱ Ἱερεῖς εἶναι οἱ μακροβιώτεροι τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ Ἱερεῖς, πού λειτουργοῦν χρόνια στά φθισιατρεῖα, εἶναι ὑγιέστατοι.
Ὁ Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης, ὅταν ἦτο Ἱεροκήρυξ Ἀττικῆς, ἐπῆγε νά λειτουργήση στό φθισιατρεῖο τῆς Σωτηρίας. Τοῦ ἔφεραν μιά μεγάλη πιατέλα μέ πολλά κουταλάκια.
– Τί τά θέλετε αὐτά; εἶπε στούς νοσοκόμους.
– Μᾶς εἶπαν οἱ γιατροί, νά κοινωνήσετε μέ αὐτά τούς ἀσθενεῖς καί πρῶτα τούς ἐλαφρότερους καί κατόπιν τούς βαρειά.
– Ἔχω τήν Ἁγία Λαβίδα. Δέν χρειάζονται αὐτά.
Ὅταν, ἔλεγε, τούς κοινώνησα καί ἐπρόκειτο νά καταλύσω τό Ἅγ. Ποτήριον, τραβήχθηκα πρός τήν ὡραῖα Πύλη καί κατέλυσα ἐπιδεικτικά ἐνώπιον ὅλων, γιά νά μάθουν οἱ γιατροί, ὅτι ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι πῦρ καταναλίσκον.
Τό 1942 εἶδα στά Ἰωάννινα τό ἑξῆς σχετικό. Ὁ Ἱεροκήρυξ Βενέδικτος καί ἐγώ, μετά τήν Θ. Λειτουργία στό Ἐκκλησάκι τοῦ Κάστρου, πήγαμε στό ἐκεῖ νοσοκομεῖο νά κοινωνήση τούς ἀρρώστους. Ἐκεῖ διά τήν ἀνάγκην ἐστέγαζαν καί τό φθισιατρεῖο.
Ἕνας βαρειά φυματικός, μόλις μετέλαβε, ἔκανε αἱμόπτυσι ἐπάνω στό σεντόνι. Ὁ Ἱεροκήρυξ τότε ἐπῆρε μέ τήν Ἁγία Λαβίδα τήν αἱμόπτυσι καί τήν ἔφαγε καί εἶπε τό σενδόνι νά τό κάψουν. Μόλις οἱ γιατροί τόν εἶδαν, εἶπαν:
– Τί κάνει αὐτός ὁ τρελός ἐκεῖ; Σέ λίγο θά τόν δῆτε μέ καλπάζουσα.
Ἀλλά οὔτε σέ λίγο, οὔτε σέ πολύ ἔπαθε τίποτε. Ὅποιος ὅμως φοβᾶται, δέν πρέπει νά μεταλαμβάνη, διότι δέν ἔχει πίστιν.
Ἐπίσης ἁμαρτάνουν βαρύτατα ἐκεῖνοι, πού δέν κοινωνοῦν τούς ἑτοιμοθάνατους γιά νά μή φοβηθοῦν. Ἐξ ἄλλου ὁ κάθε Χριστιανός πρέπει νά λαχταράει νά πάρη τό Χριστόν, διότι, ὅπως εἴπαμε, ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι καί γιά τήν θεραπεία τοῦ σώματος.
Ἔπειτα καί ἄν φοβηθῆ, πόσο θά φοβηθῆ; Μιά ὥρα, μιά μέρα, μιά ἑβδομάδα ἕνα μῆνα; Ἀλλά δέν σκέπτονται νά φύγη γιά τήν ἄλλη ζωή καί τήν αἰωνιότητα χωρίς τόν μεγάλο συνοδοιπόρον, τόν Χριστόν; Ἐάν αὐτοί τόν ἐσκότωναν, δέν θά εἶχαν τόσο ἁμάρτημα, ὅσο ἔχουν, ὅταν τόν ἀφήσουν νά φύγη ἀκοινώνητος.

1910 – 1982
ΠΗΓΗ: Τό βιβλίο «ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΙΔΑΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ» τοῦ †Ἀρχιμανδρίτη Χαράλαμπου Δ. Βασιλόπουλου. (Σελ. 63). ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ».
Ἡ Εἰκόνα καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου, ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.