M

Close

Οἱ Λάζαροι

            Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς Ε’ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. 16, 19 – 31), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 223).

«Πτωχός δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος…» (Λουκ. 16, 20)

            Γνωστή, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ παραβολή, πού ἀκούσαμε στό Εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς Κυριακῆς. Εἶνε ἡ παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. Στήν παραβολή αὐτή δύο κυρίως πρόσωπα ζωγραφίζονται. Τό ἕνα εἶνε ὁ πλούσιος, τό ἄλλο εἶνε ὁ φτωχός. Πῶς ζοῦσε ὁ ἕνας καί πῶς ζοῦσε ὁ ἄλλος σ’ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο μᾶς περιγράφει ἡ παραβολή. Ἐπειδή ὅμως ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων δέν τελειώνει σ’ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο, ἀλλά συνεχίζεται σ’ ἕναν ἄλλο κόσμο, γι’ αὐτό ἡ παραβολή μᾶς περιγράφει καί πῶς ζῇ στόν ἄλλο ἐκεῖνο κόσμο ὁ πλούσιος καί πῶς ζῇ ὁ Λάζαρος.

            Ὅλα ὅσα λέει ἡ παραβολή εἶνε πολύ διδακτικά. Καί τό συμπέρασμα εἶνε τοῦτο· ἄνθρωποι, προσέχετε πῶς ζῆτε σ’ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο! Ὅ,τι κάνετε, στόν ἄλλο κόσμο θά ἔχῃ πληρωμή ἤ τιμωρία. Ποτέ μή λησμονεῖτε τόν ἄλλον ἐκεῖνον κόσμο. Ἐκεῖ ὁπωσδήποτε θά πᾶτε. Καμμιά ἀμφιβολία μήν ἔχετε. Ὑπάρχει ἡ ἄλλη ζωή. Ὑπάρχει ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει παράδεισος καί κόλασις. Αὐτά διδάσκει τό Εὐαγγέλιο. Αὐτά βεβαιώνει ὁ Χριστός. Καί ἄν στό Χριστό δέν πιστέψουμε, σέ ποιόν θά πιστέψουμε;

            Νά ἐξηγήσουμε ὅλο τό σημερινό Εὐαγγέλιο; Θά χρειαστῇ πολύς χρόνος. Γι’ αὐτό, ἀπ’ ὅλες τίς εἰκόνες πού παρουσιάζει ἡ παραβολή, θά ἐξηγήσουμε μιά μόνο εἰκόνα. Θά δοῦμε, πῶς ζοῦσε ὁ φτωχός Λάζαρος σ’ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο.

* * * * *

            Ὁ Λάζαρος ἦταν ἕνας ἄνθρωπος πολύ δυστυχισμένος. Πάνω του ἔπεσαν πολλές συμφορές. Κοιτάξτε τον. Ὁ Λάζαρος ἦταν πρῶτα – πρῶτα φτωχός. Δέν εἶχε οὔτε κτήματα οὔτε χρήματα οὔτε σπίτι.

            Κι ἄλλοι εἶνε φτωχοί. Ἀλλ’ αὐτοί ἔχουν ὑγεία. Πηγαίνουν ὅπου θέλουν, δουλεύουν, παίρνουν τό μισθό ἤ τό μεροκάματό τους καί ζοῦν. Βέβαια δέν ζοῦν πλούσια. Ζοῦν πάντως ὑποφερτά. Γιατί ὄχι καί εὐχαριστημένοι; Ὅταν κανείς ἔχῃ τήν ὑγεία του, τότε ἕνα κομμάτι ψωμί, λίγες ἐλιές κ’ ἕνα κρεμμύδι τρώγονται μέ ὄρεξι. Ὅταν ὅμως εἶνε ἄρρωστος, τότε καί τά ὡραιότερα φαγητά τοῦ φαίνονται ἄνοστα. Ὁ Λάζαρος λοιπόν κοντά στή φτώχεια εἶχε καί τήν ἀρρώστια.

            Κι ἄλλοι βέβαια εἶνε φτωχοί καί ἄρρωστοι. Ἀλλ’ ἔχουν συγγενεῖς καί φίλους, ἀνθρώπους πού ἐνδιαφέρονται γι’ αὐτούς καί δέν τούς ἀφήνουν χωρίς περιποίησι, τροφή καί φάρμακα. Μά ὁ Λάζαρος δέν ἦταν μόνο φτωχός καί ἄρρωστος. Ἦταν καί ἔρημος. Δέν εἶχε κανένα νά τόν προσέξῃ.

            Ἀλλά πάλι θά πῇ κανείς· κι ἄλλοι φτωχοί, ἄρρωστοι καί ἔρημοι ὑπάρχουν στόν κόσμο. Ναί. Ἀλλ’ αὐτοί ζοῦν σέ φτωχικές συνοικίες, ἀνάμεσα σ’ ἕνα πλῆθος ἀπό δυστυχισμένους ἀνθρώπους, καί βλέποντας ὅτι ἡ δυστυχία ἀγκαλιάζει ὅλους αὐτούς τούς ἀνθρώπους, αἰσθάνονται κάποια παρηγοριά στήν κοινή δυστυχία. Οἱ φτωχοί ἔχουν μιά συμπόνια μεταξύ τους καί μιά ἀλληλεγγύη. Ὁ Λάζαρος ὅμως δέν βρισκόταν ἀνάμεσα σέ φτωχούς. Ἦταν κοντά σ’ ἕνα μέγαρο. Ἐκεῖ μέσα ζοῦσε ἕνας πλούσιος. Ζοῦσε καί ἀπολάμβανε ὅλα τά ἀγαθά τῆς ζωῆς. Τά πιό ἐκλεκτά φαγητά, τά πιό ἐκλεκτά ποτά, τά πιό ἀκριβά ῥοῦχα, τά πιό πολυτελῆ ἔπιπλα, τίς πιό καλλίφωνες τραγουδίστριες καί χορεύτριες… Τίποτε δέν τοῦ ἔλειπε. Ὅ,τι ἐπιθυμοῦσε τό ἀπολάμβανε. Γιά νά κάνῃ τά κέφια του, ξώδευε ἀλύπητα. Μ’ αὐτά πού ξώδευε θά μποροῦσε νά κάνῃ συσσίτιο καί νά τρέφῃ κάθε μέρα μιά ὁλόκληρη συνοικία ἀπό φτωχούς. Θά μποροῦσε νά κτίσῃ νοσοκομεῖο, νά μαζέψῃ τούς φτωχούς ἀρρώστους καί νά τούς θεραπεύῃ. Θά μποροῦσε νά κάνῃ πολλά καλά. Ἀλλ’ αὐτός δέν ἔκανε κανένα. Ἦταν ἄσπλαχνος, σκληρός, ἀπάνθρωπος. Ὁ Λάζαρος ἦταν παραπεταμένος στήν πόρτα τοῦ μεγάρου τοῦ πλουσίου, ὁ πλούσιος μπαινόβγαινε στό μέγαρο, ἔβλεπε τό Λάζαρο σέ ἄθλια κατάστασι, τά σκυλιά νά τοῦ γλείφουν τίς πληγές, νά λειώνῃ κάθε μέρα σάν κερί ἀπό τόν πόνο καί τή δυστυχία, καί ὁ πλούσιος οὔτε ἕνα βλέμμα συμπόνιας δέν τοῦ ἔρριξε ποτέ. Καρφί δέν τοῦ καιγόταν γιά τή δυστυχία τοῦ Λαζάρου. Θά χάρηκε ἀσφαλῶς ὅταν πέθανε ὁ Λάζαρος. Γιατί καθάρισε ἡ αὐλή του ἀπό τό δυσάρεστο φαινόμενο….

            Ξέρετε μέ τί ἔμοιαζε ὁ Λάζαρος μπροστά στό μέγαρο τοῦ ἄσπλαχνου πλουσίου; Ἡ θέσι τοῦ Λάζαρου ἦταν σάν τή θέσι ἑνός πεινασμένου μπροστά σ’ ἕνα τραπέζι γεμᾶτο ἀπ’ ὅλα τά φαγητά. Ὁ πεινασμένος βλέπει τά φαγητά, ἀλλ’ ἀπαγορεύεται νά τ’ ἀγγίξῃ. Ἄλλο εἶνε νά πεθάνῃ κανείς ἀπό τήν πεῖνα σ’ ἕναν ἔρημο τόπο ὅπου δέν ὑπάρχει τίποτε, καί ἄλλο νά πεθάνῃ σ’ ἕνα τόπο γεμᾶτο ἀγαθά. Ἄλλο εἶνε νά πεθάνῃ κανείς ἀπό τή δίψα μέσα σ’ ἕναν ἔρημο καί ἄνυδρο τόπο, ὅπου δέν ὑπάρχει σταλαγματιά νερό, καί ἄλλο νά πεθάνῃ κανείς κοντά σέ μιά πηγή μέ ἄφθονο νερό, γιατί κάποιος ἄνθρωπος σκληρός κάθεται πάνω στήν πηγή καί τή φυλάει καί δέν ἐπιτρέπει στόν διψασμένο ἄνθρωπο νά πιῇ λίγο νεράκι καί νά σβήσῃ τή φλόγα τῆς δίψας πού καίει τά σωθικά του. Σέ τέτοια θέσι βρισκόταν ὁ Λάζαρος.

            Φτωχός, ἄρρωστος, ἔρημος, παραπεταμένος ὁ Λάζαρος μπροστά στό μέγαρο τοῦ πλουσίου, πού οὔτε ἕνα κομμάτι ψωμί οὔτε ἕνα ποτήρι νερό δέν τοῦ ἔδινε. Νά γιατί ρίχτηκε ὁ πλούσιος στήν κόλασι. Καί ἄν δέν ὑπῆρχε κόλασι, γιά τέτοιους πλουσίους ἔπρεπε νά γίνῃ κόλασις, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πού κάθε Κυριακή ἀκοῦμε τή λειτουργία του.

* * * * *

            Ἀπό τότε, ἀγαπητοί μου, πού εἶπε ὁ Χριστός τήν παραβολή αὐτή, πέρασαν 20 αἰῶνες. Ἀλλά οἱ Λάζαροι ἐξακολουθοῦν νά ὑπάρχουν καί σήμερα σ’ αὐτό τόν κόσμο τῆς ἀδικίας καί ἀσπλαχνίας. Πόσοι πεθαίνουν καθημερινῶς σ’ ὅλη τή γῆ ἀπό τήν πεῖνα! Πόσοι ἄρρωστοι μένουν ἔξω ἀπό νοσοκομεῖα, χωρίς γιατρούς καί φάρμακα! Πόσοι ἔχουν πεταχθῆ ἔξω ἀπό τά σπίτια τους καί πόσοι ἔχουν ἐγκαταλειφθῆ ἀπό ἄσπλαχνα παιδιά! Θά σᾶς ἀναφέρω ἕνα μόνο παράδειγμα. Σ’ ἕνα χωριό, ὄχι πολύ μακριά ἀπό τή Φλώρινα, ἦταν ἕνας δυστυχισμένος γέρος. Τά παιδιά του τόν ἐγκατέλειψαν, πῆγαν στά ξένα, κι οὔτε ἕνα γράμμα δέν τοῦ ἔστελναν. Ὁ γέρος δέν μποροῦσε πιά νά ἐργασθῇ. Ἔπεσε στό κρεβάτι. Κανείς δέν τόν κοίταζε. Κανείς δέν γύριζε νά δῇ ἄν ζῇ ἤ ἄν πέθανε. Κάποιος πονετικός ἄνθρωπος, πού ἔβλεπε ὅτι εἶχε μέρες νά βγῇ ἔξω ἀπό τό σπίτι, πῆγε, μπῆκε μέσα, μά δέν μποροῦσε νά προχωρήσῃ. Ὅλο τό σπίτι βρωμοῦσε. Ὁ γέρος ἦταν πεσμένος στό κρεβάτι, σκεπασμένος. Μόλις καί μετά βίας ἀνέπνεε. Ὁ πονετικός ἄνθρωπος ἄνοιξε τά παράθυρα, γιά νά φύγῃ ἡ δυσοσμία, τόν σήκωσε, τόν καθάρισε καί τόν πῆρε καί τόν μετέφερε στό γηροκομεῖο Φλωρίνης. Καί νά ἦταν μόνο αὐτός ὁ γέρος…. Νά ἕνας Λάζαρος! Νά πολλοί, ἀναρίθμητοι Λάζαροι.

            Ἄχ! Ἐσεῖς πού ἔχετε τά λεφτά καί τά πετᾶτε ἐδῶ κ’ ἐκεῖ καί ζῆτε σάν τόν ἄσπλαχνο πλούσιο τοῦ Εὐαγγελίου, σταματῆστε γιά λίγο τά γλέντια σας καί σκεφθῆτε τούς Λαζάρους. Σπλαχνισθῆτε τους καί βοηθῆστε τους. Φοβηθῆτε τήν αἰώνια κόλασι. Μήν ξεχνᾶτε, ὅτι «τόν ἄσπλαχνο μέ τούς ἀθέους θά κατακρίνῃ ὁ Χριστός».

Ἐπίσκοπος κυρός Αὐγουστίνος Ν. Καντιώτης
(20 Απριλίου 1907 – 28 Αυγούστου 2010)

            Ἡ Εἱκόνα καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου, ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...

Ἡ αἰώνιος ζωή

Ἡ αἰώνιος ζωή

          Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α' ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ (Ἰωάν. 17, 1 – 13), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 49). «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν...