
Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΨΩΣΙΝ (Μαρκ. 8, 34 – 9, 1), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 192).
«Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…» (Μαρκ. 8, 34).
Ἂς προσέξουμε, ἀγαπητοί, ἄς προσέξουμε τήν ἀρχή τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…». Ἔτσι ἀρχίζει. Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσῃ… Ποιός εἶνε αὐτός πού λέει τά λόγια αὐτά; Εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Εἶνε αὐτός πού δημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενός τόν κόσμο. Εἶνε αὐτός, ποῦ ἔβαλε νόμους σέ ὅλη τή φύσι, καί ὅλα τά ὄντα, φυτά, δέντρα, πουλιά, ζῷα, ἥλιος, σελήνη καί ἄστρα, ἀπό τά μικρότερα μέχρι τά μεγαλύτερα, ὅλα ἐνεργοῦν σύμφωνα μέ τούς φυσικούς νόμους, ὅλα ἀκολουθοῦν πιστά τό δρομολόγιο, πού αὐτός καθώρισε γιά τό καθένα. Ὅλα ὑπακοῦνε στό πρόσταγμά του. Αὐτός ἐξουσιάζει ὅλο τό φυσικό κόσμο. Αὐτός εἶνε ὁ ποιητής τῶν ἁπάντων, αὐτός ὀνομάζεται καί εἶνε ὁ Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων.
Αὐτός ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἔκανε καί τόν ἄνθρωπο. Καί σάν δημιουργός θά μποροῦσε νά ὑποχρεώσῃ τόν ἄνθρωπο νά ὑπακούῃ ἀπόλυτα σ’ αὐτόν, νά ἐκτελῇ τό θέλημά του, ὅπως καί τ΄ ἄλλα δημιουργήματα. Ἀλλά δέν τό ἔκανε. Τοῦ ἐμφύσησε ψυχή ἀθάνατη. Τοῦ ἔδωσε δύο ἐξαιρετικά καί μοναδικά προσόντα. Τοῦ ἔδωσε λογικό καί ἐλευθερία. Μέ τό λογικό ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ξεχωρίσῃ τό καλό ἀπό τό κακό, τήν ἀλήθεια ἀπό τό ψέμα, τήν ἀρετή ἀπό τήν κακία. Μέ τήν ἐλευθερία μπορεῖ νά ἐκλέξῃ τό δρόμο πού θέλει, τό δρόμο πού ὑποδεικνύει ὡς ὀρθό τό λογικό.
Καί ὁ Χριστός, πού ἔπλασε τόν ἄνθρωπο λογικό καί ἐλεύθερο, ἀπευθύνεται πρός αὐτόν καί τοῦ λέει· «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…» (Μᾶρκ. 8, 34). Καμμιά βία. Ὁ Χριστός γιά τό συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου εἶχε ὅλη τή δύναμι νά ὑποχρεώσῃ τόν ἄνθρωπο νά ὑπακούσῃ. Ἀλλ’ ἄν τό ἔκανε αὐτό, τότε τό καλό πού θά ἔκανε ὁ ἄνθρωπος δέν θά εἶχε καμμιά ἀξία, γιατί θά τό ἔκανε ἀναγκαστικά, καί ὁ ἄνθρωπος θά μεταβαλλόταν σέ μιά μηχανή, σέ ἕνα ῥομπότ, πού κινεῖται σύμφωνα μέ τή θέλησι τοῦ μηχανικοῦ. Τώρα ἔχει ἀξία τό καλό πού κάνει ὁ ἄνθρωπος, γιατί μπορεῖ νά μήν τό κάνῃ καί νά κάνῃ τό ἀντίθετο, νά κάνῃ τό κακό. Ἂς φέρουμε ἕνα παράδειγμα. Ἕνας περπατάει στό δρόμο. Ξαφνικά βρίσκει ἕνα μεγάλο χρηματικό ποσό. Κανείς δέν τόν βλέπει. Σκύβει καί τό παίρνει. Ἀλλ’ ἀμέσως ἀρχίζουν οἱ λογισμοί· «Νά τό παραδώσω στήν ἀστυνομία γιά νά βρεθῇ ὁ κάτοχός του, ἤ νά τό κρατήσω;». Τοῦτος πού τό βρῆκε εἶνε φτωχός, πολύ φτωχός. Μόλις ἐξοικονομεῖ τό ψωμί του, τό δικό του καί τῆς οἰκογενείας του. Τί χαρά θά δοκιμάσῃ ἡ φτωχή του γυναῖκα, ἄν πάῃ καί τῆς πῇ, ὅτι βρῆκε 100 χρυσές λίρες! Πόσο θά ἀνακουφιζόταν ἡ οἰκογένειά του! Ἀλλά μέσα του ἀκούγεται ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ· «Δέν εἶνε σωστό», λέει, «νά κρατήσῃς τά ξένα χρήματα. Πρέπει νά τά παραδώσῃς». Καί ἡ φωνή αὐτή ἡ φωνή τοῦ καθήκοντος, νικᾷ τήν ἄλλη ἀντίθετη φωνή, τή φωνή τοῦ συμφέροντος. Καί ὁ φτωχός παραδίνει τά χρήματα στήν ἀστυνομία.
Αὐτός εἶνε ὁ ἄνθρωπος. Ἐλεύθερος νά κρατήσῃ τά χρήματα, ἀλλά καί ἐλεύθερος νά τά επιστρέψῃ. Ἐνῷ τό ζῷο δέν μπορεῖ νά κάνῃ καμμιά διάκρισι· πηδᾷ τούς φράχτες, μπαίνει μέσα στά χωράφια καί στ’ ἀμπέλια, καί καταστρέφει τά πάντα. Δέν ἔχει ἔννοια ζημιᾶς, κλοπῆς, ληστείας καί φόνου. Ὅ,τι κάνει τό κάνει ἀπό ἕνα ἔνστικτό, πού τό σπρώχνει νά κάνῃ τοῦτο ἤ ἐκεῖνο χωρίς νά ἐξετάζῃ καί νά ἐρευνᾷ.
Ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος, καί πρός αὐτόν τόν ἐλεύθερο ἄνθρωπο στρέφεται ὁ Χριστός καί λέει· «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…» (Μᾶρκ. 8, 34). Οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς, γιά νά κρατήσουν τούς λαούς σέ ὑποταγή, χρησιμοποιοῦν τή βία. Ὅποιος πηγαίνει ἐναντίον τῶν διαταγῶν τους, τῆς θελήσεώς τους, ὅποιος τολμᾷ νά διεγείρῃ τούς ἄλλους σέ ἀνταρσία καί ἐπανάστασι κατά τῆς ἐξουσίας τους, ἀμέσως συλλαμβάνεται καί φυλακίζεται. Χωρίς βία, χωρίς τά ὅπλα, χωρίς δικαστήρια καί φυλακές, ποιό κράτος στόν κόσμο εἶνει δυνατόν νά σταθῇ; Κανένα. Ὅλα τά κράτη, κι αὐτά πού θεωροῦνται περισσότερο φιλελεύθερα καί δημοκρατικά, στηρίζονται πάνω στή δύναμι τῶν ὅπλων.
Γνωρίζω ὅμως ἕνα κράτος, γνωρίζω ἕνα ξεχωριστό βασίλειο, πού ἐκεῖ ὁ βασιλιᾶς δέν ἔχει ὅπλα, δέν μεταχειρίζεται βία, δέν πειθαναγκάζει τούς ἀνθρώπους νά ὑπακούσουν. Τό ξεχωριστό αὐτό βασίλειο εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Βασιλιᾶς εἶνε ὁ ἐσταυρωμένος Κύριος. Κοιτάξτε τον, ἀγαπητοί μου χριστιανοί. Τά πανάχραντα χέρια του, ἁπλωμένα, δείχνουν ὅτι ὅλους τούς ἀνθρώπους δέχεται, ὅλη τήν ἀνθρωπότητα θέλει ν’ ἀγκαλιάσῃ. Ἡ ἀγάπη του θέλει νά σώσῃ ὅλο τόν κόσμο. Ἡ ἀγάπη του θέλει νά ἑλκύσῃ ὅλους τούς ἁμαρτωλούς. Ἡ ἀγάπη του εἶνε ἀπέραντη.

Ἀλλ’ οἱ ἄνθρωποι, κακοί καί διεστραμμένοι, δέν θέλουν ν’ ἀκούσουν τή φωνή του, δέ θέλουν νά ἐκτιμήσουν τήν ἀγάπη του. Σάν τούς πρώτους σταυρωτάς στέκονται κι αὐτοί κάτω ἀπό τό σταυρό του, τόν περιπαίζουν καί τώρα γιά τήν ἀδυναμία του, τόν φτύνουν καί τόν βλαστημοῦν, καί μερικοί σημερινοί ἄθεοι λένε· «Χριστέ, ἀπέτυχες στήν ἀποστολή σου. Ὁ κόσμος δέν κυβερνιέται μέ τήν ἀγάπη, ἀλλά μέ τή βία». Ὁ Χριστός ὅμως ἐξακολουθεῖ ἀπ’ τό σταυρό ν’ ἀπευθύνεται σ’ ὅλο τόν κόσμο, καί στόν καθένα ξεχωριστά, καί νά λέῃ· «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…» (Μᾶρκ. 8, 34).
Ἂς περιφρονῇ ὁ κόσμος, ὁ κόσμος τῆς ὠμῆς βίας καί ἀπανθρωπιᾶς, ὁ κόσμος τῶν τυράννων καί τῶν ἀθέων, ἄς περιφρονῇ τή φωνή τοῦ Χριστοῦ. Ὑπῆρξαν, ὑπάρχουν, καί θά ὑπάρχουν μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ψυχές ἐκλεκτές, πού θ’ ἀκοῦνε τή φωνή τοῦ Χριστοῦ καί θά τόν ἀκολουθοῦν στό δρόμο τῆς μετανοίας. Κάποιος λῃστής καί σήμερα θά φωνάζῃ· «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. 23, 42). Κάποιος ἑκατόνταρχος θά ταπεινώνεται καί θά ὀμολογῇ τή δόξα του· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱός ἦν οὗτος» (Ματθ. 27, 54).

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…». Ἄνθρωπε, δύο δρόμοι εἶνε μπροστά σου. Ὁ ἕνας δρόμος εἶνε πλατύς καί εὐρύχωρος. Χιλιάδες καί ἑκατομμύρια τόν ἀκολουθοῦν. Εἶνε εὐχάριστος στήν ἀρχή. Ἀλλά στό τέλος ὁ δρόμος αὐτός εἶνε καταστροφή καί θάνατος. Ὁ ἄλλος δρόμος εἶνε στενός, εἶνε ἀνηφορικός, εἶνε γεμᾶτος πέτρες καί ἀγκάθια. Εἶνε δρόμος γεμᾶτος ἐμπόδια. Εἶνε ὁ δρόμος τοῦ Γολγοθᾶ. Ὁ πρῶτος δρόμος, ὁ πλατύς καί εὐρύχωρος, εἶνε ὁ δρόμος τῆς κακίας, εἶνε ὁ δρόμος τῆς πλάνης καί τῆς διαφθορᾶς, εἶνε ὁ δρόμος τοῦ σατανᾶ. Ὁ ἄλλος δρόμος εἶνε ὁ δρόμος τῆς ἀρετῆς. Εἶνε ὁ δρόμος τῆς τιμῆς καί τοῦ καθήκοντος. Εἶνε ὁ δρόμος τοῦ Χριστοῦ. Στήν ἀρχή δύσκολος, γεμᾶτος ἐμπόδια, ἀλλά στό τέλος δόξα καί τιμή, ἀνάστασις, αἰώνιος ζωή καί βασιλεία.

«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…» (Μᾶρκ. 8, 34). Ἄνθρωπε, σέ φωνάζει ὁ Χριστός. Ἀκολούθησέ τον, καί ποτέ σου δέν θά μετανοιώσῃς!

(20 Απριλίου 1907 – 28 Αυγούστου 2010)
Οἱ Εἰκόνες καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου, ἔχουν προστεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.