M

Close

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

            2η. Ἀνάλυσι τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Κυριακῆς, Θ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, (Ματθ. ιδ’ 22-34), ἀπό τό βιβλίον τοῦ μακαριστοῦ Ἱεροκήρυκος Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα: «ΛΑΛΕΙ ΚΥΡΙΕ…. ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟΝ».

            Μετά τόν πολλαπλασιασμό τῶν πέντε ἄρτων ὁ κόσμος εἶχε τόσο πολύ ἐνθουσιασθῇ πού εἶχε πλέον πεισθῇ ὅτι ὁ Χριστός εἶναι πράγματι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας καί Λυτρωτής πού θά ἔκανε σκόνη ὅλες τίς βασιλεῖες τῆς γῆς καί θα ἐγκαθίδρυε τή δική του κοσμική Βασιλεία ἀφοῦ ἀπηλευθέρωνε ἀπό τό Ῥωμαϊκό ζυγό τούς Ἑβραίους. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης τό τονίζει στήν περίπτωσι: «Ἰησοῦς οὖν γνούς ὅτι μέλλουσιν ἔρχεσθαι καί ἁρπάζειν αὐτόν ἵνα ποιήσωσιν αὐτόν Βασιλέα, ἀνεχώρησε πάλιν εἰς τό ὄρος αὐτός μόνος». Ἰωάν. στ’. 15. Μέσα στήν ψυχή το ἑβραϊκοῦ λαοῦ, ὅπως εἶχε κατηχηθῇ ἀπό τούς πνευματικούς του ταγούς, ἐδέσποζε περισσότερο τό ὑλικό στοιχεῖο. Δέν εἶχαν οἱ ἄνθρωποι ἰδέα περί μιᾶς Βασιλείας καθαρῶς πνευματικῆς που θα ἐγκαθιδρύετο στά βάθη τῆς καρδιάς τοκάθε πιστοῦ, μετά τήν ἐκρίζωσι το κληρονομικοῦ προπατορικοῦ κακοῦ ἤ καί το ἐπικτήτου πού ἦταν κυρίως καί ἡ αἰτία τῶν ἀδικιῶν, τῶν πολέμων, τῆς σκλαβιάς καί τῆς πάσης κακοδαιμονίας το ἀτόμου καί τῶν λαῶν. Δέν θά ὑψώνετο ἡ σπάθη τοῦ ἑνός δυναμικοῦ λαοῦ κατά το ἀδυνάτου γιά τόν ἀφανισμό του καί τήν ἁρπαγή καί ἰδιοποίησι τῶν ἀγαθῶν του ἐάν ἡ λύσσα τῆς πλεονεξίας ἰδίως δέν ὥπλιζε μαζικά τούς βαρβάρους καί μή βαρβάρους με τόν παραλογισμό καί τήν αὐθαιρεσία πρός ὑποδούλωσιν τῶν ἄλλων.

            Ἔφυγε, κατά τήν ὑπ’ ὄψιν περικοπή, ὁ Κύριος πρός τό βουνό μόνος μετά τό θαῦμα «προσεύξασθαι». Ὡς τέλειος ἄνθρωπος ἐτήρει τόν ἑαυτό του σε συνεχῆ ἐπικοινωνία με τόν Ἐπουράνιο Πατέρα, κρατῶντας τή θεανδρική του Φύσι σε ἀδιάσπαστη ἑνότητα μετά τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἀγίου Πνεύματος. Ἦταν καί ἡ θεανδρική του προσευχή ἔνα χτυπητό σημάδι γιά τούς μαθητές να διδάσκωνται ἀπό τήν ἐπικοινωνία αὐτή τοῦ Ἰησοῦ ὡς ἀνθρώπου εὑρισκομένου στή Γῆ χάριν τοῦ ἀρξαμένου ἔργου τῆς σωτηρίας τοῦ Κόσμου με τόν Οὐρανό μέχρι τοῦ Σταυρικοῦ Θανάτου. Κατά τό ἀνθρώπινο τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου μολονότι ἔκρυβε τό Μυστήριο τῆς ἑνότητος χωρίς καμμιά τρεπτότητα ἤ ἀλλοίωσι θείας καί ἀνθρωπίνης Φύσεως, χωρίς καμμιά σύγχυσι, ἐν τούτοις ἡ καθαρῶς ἀνθρωπίνη Φύσις ἐνεργοποίει καί ἐξεδήλωνε τήν ἐξάρτησι ἀπό τόν Ἐπουράνιον Πατέρα γιά νά ἐμπεδωθῇ ἡ πίστι στούς μαθητές καί στόν Κόσμο ὅτι ἀπό τό Θεό ἐστάλη γενόμενος ἄνθρωπος, «γενόμενος ἐκ γυναικός», Γαλ. δ’. 4, ὅπως, ἐπανασυνδέων τάς σχέσεις τοῦ πεσόντος μετά τοῦ Θεοῦ, ἐξανθρωπήσῃ τό ζῳῶδες καί ἄλογο τοῦ ἀνθρώπου γιά νά μή ρέπη ἐπί τά ὑλικά καί πονηρά ἡ ψυχή του, ἀλλά να ζητῇ πρωτίστως τη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τοῦ Κόσμου. Ματθ. στ’ 33. Καί ἦταν ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ μιά ζεστή καί πυκνή ἀναφορά ἀνθρώπου πρός τόν Θεόν καί ὄχι Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. (Πρβλ. Ματθ.: κστ’, 36 – Μάρκ. ιδ’ 32,35. – Λουκᾷ κβ’. 41 – Μάρκ. α’. 35 – Λουκᾷ γ’. 26 – ε’. 16 – στ’. 12 – Θ’. 28, – 29 – Θ’. 18 – ια’. 1, – Ματθ. ιε’ 36 – Ἰωάν. στ’. 11, 22 – Μάρκ. ιδ’ 23 – Λουκᾷ κβ’. 17 – Ἰωάν. ια’. 41)

            Ἡ προσευχή τοῦ Κυρίου ὡς ἀνθρώπου τελείου δεν ἦταν αἴτημα μιᾶς ὑποδίκου ἤ κινδυνευούσης ψυχῆς ἐσωτερικῶς ἤ ἐξωτερικῶς πειραζομένης, γιατί καμμιά ἀπολύτως ροπή πρός τό οιοδήποτε κακό δέν ὑπῆρχε στήν ἁγιωτάτη σάρκα τοῦ Κυρίου, «ὅς ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησε οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὑτοῦ» κατά τόν Προφήτην Ἠσαΐα καί αὐτούς τούς ἐχθρούς του μηδέ τοῦ Πιλάτου ἐξαιρουμένου, ἀλλ’ ἐφανέρωσε τή φυσική καί ἠθική φορά τῆς ἀνθρωπίνης ἁγιωτάτης ψυχῆς τοῦ Ἰησοῦ, τήν μετά ἐλλόγου πάθους ἀγάπη τοῦ προσευχομένου πρός τόν Θεόν Πατέρα. Ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ διαφέρει ἀπό τήν προσευχή τῶν ὑποδίκων ἀνθρώπων πού εἶναι βεβαρυμένοι καί ἀπό τό προπατορικό καί ἀπό τά ἐπίκτητα ἁμαρτήματα. Ἡ προσευχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁμολογία ἀτελείας, ἀνασφαλείας του, εἶναι προσευχή χρεωμένου στο Θεό, προσευχή σάν ἔνα μέσον διά τοῦ ὁποίου διοχετεύεται ἡ θεία Χάρις γιά νά συνδέση τόν ἄνθρωπο μετά τοῦ Θεοῦ σφιχτά, νά τοῦ θερμάνῃ τήν πίστι, να ἰσχυροποιήσῃ τήν ἠθική βούλησι, νά τόν φωτίσῃ, να τόν ἀναγεννήσῃ, νά ὠθήσῃ τήν ψυχή πρός τό ἄνω ἀπαγγιστρώνοντάς την ἀπό τήν ὕλη καί νά τόν ὁδηγήσῃ στή θέωσι. Ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἡνωμένος μετά τοῦ Θεοῦ καί ἡ Φύσις του ἦταν Θεανδρική. Ἡ προσευχή του καί μάλιστα ἡ «κατ’ ἰδίαν», ὅπως σημειοῦται στό κείμενο, ἦταν μια γλυκειά, πεπαρρησιασμένη λόγῳ τῆς ἀναμαρτησίας του ἐπικοινωνία μετά τοῦ Θεοῦ Πατρός, ἔνα ἔντονο, δυνατό παρών τῆς παναγίας ψυχῆς πρός τόν Πλάστῃ της.

            Για τόν ἄνθρωπο, ὅπως εἵμεθα ἐμεῖς, τόν ἀτελῆ καί βεβαρυμένο μέ τό ἀκάθαρτο φορτίο τῶν ἀνομημάτων μας, ἡ προσευχή εἶναι παραχώρησι τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός τήν ἀθλιότητά μας, γιά νά τόν καλοῦμε πάντοτε μέν καί σέ ὁποιαδήποτε ὤρα, ἀλλά κυρίως κατά τούς κινδύνους πού διατρέχουμε σάν πνεῦμα καί σάν σῶμα. Ἰδιαίτερα να ἑλκύσουμε τό ἄπειρον ἔλεος του κατά τήν φρικτή ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ὁπότε καί θα κριθή αδεκάστως μεταθανατίως ἡ θέσι μας. Εἶναι δέ χαρακτηριστική ἡ προτροπή τοῦ Ἀποστόλου: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Α’ Θεσ. ε’. 17.

Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ἀθ. Καλύβας
(1904 – 1992)

            Ἡ Εἰκόνα καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου, ἔχουν προστεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

Ποῦ ἀνήκεις;

Ποῦ ἀνήκεις;

           Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. 7, 37 – 52· 8, 12), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 55). «Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι’ αὐτόν» (Ἰωάν. 7, 43).            Μία, ἀγαπητοί...

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...