M

Close

ΦΘΟΝΕΡΟΣ

Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα

Ἱεροκήρυκος Χαλκίδος

            Ὁ φθονερός εἶναι βαθειά ἀσθενής κατά τήν ψυχήν. Ἡ ἀσθένεια εἶναι ὑπολανθάνουσα μόνιμος κατάστασις ἀπό τῆς μικρᾶς ἡλικίας. Τείνει κανείς νά πιστεύσῃ, ὅτι ὁ φθόνος εὑρίσκεται εἰς τήν πρώτην καταβολήν τῶν γεννητόρων, περίεργον δέ φαινόμενον καί ἀνερμήνευτον οὐσιαστικῶς, καθ’ ὅσον παρουσιάζεται ὡς ἀδικαιολόγητος ψυχικός φλογισμός, ὡς φθοροποιός πυρετός πού καί ὀργανικά καταβάλλει τόν ἀσθενῆ, πρᾶγμα τό ὁποῖον καί οἱ εἰδικοί ἰατροί ἠμποροῦν νά πιστοποιήσουν. Εὐθύς ὡς τό μικρόν παιδί λάβῃ συνείδησιν τοῦ ἔξω κόσμου καί ὁλοκληρώσῃ τάς πλείστας τῶν παραστάσεων τοῦ περιβάλλοντος, διαχωρίζει τά ὅσα πρέπει νά ἀνήκουν εἰς αὐτό. Τό σπουδαῖον εἶναι ὅτι τό γνώριμον ἰδικόν του εἶναι πάντοτε, χωρίς καμμίαν ἐξαίρεσιν ἤ ἀντίρρησιν, τό ἐπί πλέον τό ὑπερέχον, ἐκεῖνο πού ἡ λογική τοῦ φθονεροῦ θεωρεῖ ὡς ἀτομικήν ἰδιοκτησίαν, φυσικῷ ἤ ἠθικῷ δικαίῳ, ἀνήκουσαν εἰς αὐτόν, ἔστω καί ἄνευ δικαιολογητικῶν τίτλων. Ἀπό τῆς μικρᾶς ἡλικίας οἱ γονεῖς μέ τήν ἀγάπην των, τάς θωπείας των, τάς περιποιήσεις των καί κάθε ἐκδήλωσιν εὐεργετικήν ἀνήκουν εἰς τό παιδί, πού τόν φθόνον του ἐκδηλώνει ὡς «ζήλειαν» δηλαδή ὄχι ὁλοκληρωμένον, ἀλλ’ ἐν τῇ ἐξελίξει του, φθόνον. Ἡ βάσις φαίνεται μᾶλλον εἰς τήν ρίζαν τῆς πλεονεξίας. Τό παιδί δέν μπορεῖ νά ἱκανοποιηθῇ μέ τήν ἐξ ἴσου διανομήν τῶν οἰκογενειακῶν ἀγαθῶν οἱαδήποτε καί ἄν εἶναι, πολλῷ μᾶλλον ὅταν ἰδῇ εὔνοιαν, προτίμησιν, περισσότερον ἐνδιαφέρον ὑπέρ τοῦ ἄλλου, τοῦ ἀδελφοῦ του, ἐναντίον τοῦ ὁποίου ἠμπορεῖ νά ξεσπάσῃ ἀγρίως, ἤ, ἐάν τοῦτο δέν συμβῇ, νά ὑποστῇ τοῦ φθόνου τήν προσβολήν ἄμεσον. Εἰς πλεῖστα τῶν παιδιῶν ὁ φθόνος ὑπερεκχειλίζει ὡς βωβή διαμαρτυρία, καί κατ’ ἀρχάς παρατηρεῖται μία μελαγχολία, ἡ ὁμιλητικότης μετριάζεται, ἡ παιδική ζωηρότης ἐξαφανίζεται, ἡ ἀνθηρότης τοῦ προσώπου μαραίνεται καί ἁπλοῦται αὐτό τό χλωμόν χρῶμα τοῦ πάσχοντος ἀπό φυματίωσιν, διότι καί ἡ ἀνορεξία εἶναι ἐπακολούθημα, πολλάκις, τῆς ψυχικῆς ἀρρώστειας τοῦ φθόνου. Τό παιδί γίνεται ἰδιότροπον, ἀχάριστο, κλαίει χωρίς σοβαράν αἰτίαν, παρουσιάζει τάσεις τυραννικῆς ἐπιβολῆς ἐπί τῶν ἄλλων, θεωρεῖ δέ τόν εὐνοούμενον ὑπό τῶν γονέων ἤ τῶν διδασκάλων ἤ τοῦ οἰκείου φιλικοῦ ἔστω, περιβάλλοντος, ὡς προσωπικόν ἐχθρόν του, αἴτιον τῆς ψυχικῆς του δυστυχίας, διότι πραγματικῶς ὑποφέρει μόνον ἀφ’ ἧς στιγμῆς ἐκδηλωθῇ μιά προστατευτική συμπεριφορά ὑπέρ τοῦ ἄλλου, πού, ἐπί τέλους, δέν εἶναι ὑπεύθυνος διά τοῦτο. Ἀποκτᾷ κατ’ αὐτόν τόν τρόπον τό παιδί, δύο μεγάλους ἐχθρούς. Ἔτσι τοὐλάχιστον τούς βλέπει μέ τά ψυχικά του μάτια: ἐκείνους πού εὐεργετοῦν καί θάλπουν, καί ἐκεῖνο τό πρόσωπον πού ἀπολαμβάνει τῆς εὐνοίας. Τό παιδί τότε θεωρεῖ τά ἀδελφάκια του ἀκόμη ἤ τούς συμμαθητάς του, διά νά περιορισθῶμεν εἰς τά γενικά, ὡς ἐχθρικάς μονάδας πού τό μισοῦν, τό περιφρονοῦν, δέν τό προσέχουν, καί κάθε φυσικόν γέλωτα ἤ ἰδιαιτέραν συζήτησιν τήν κρίνει μέ καχυποψίαν ὡς στρεφομένην ἐναντίον του. Ἐφ’ ὅσον τό παιδί εἶναι παιδί ἀκόμη εἰς τήν σκέψιν καί εἰς τά αἰσθήματα, τοὐτέστιν ἀνανάπτυκτον, ἄνευ κριτικῆς δυνάμεως καί βουλητικῆς ἱκανότητος, ὁ φθόνος παραμένει ὡς ζήλεια μέ τήν τυπικήν της ἐμφάνισιν καί τάς συνεπείας, εἶναι δέ ζήτημα τοῦ παιδαγωγοῦ καί τοῦ ψυχιάτρου ἡ θεραπεία. Θά ἠδύνατο μόνον νά λεχθῇ τοῦτο: ὅτι χρειάζεται ἐκ μέρους τῶν γονέων καί τῶν κηδεμόνων συμπεριφορά ἀπλοῦσα ἰσοπόσως, πρός ὅλα τά παιδιά, τήν στοργήν καί τήν ἀγάπην, καί διδασκαλία ἐξάρσεως τῆς ἠθικῆς σημασίας πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀγαπῶσα προσωπικότης.

            Ἡ ζήλεια, ἐάν ἀφεθῇ ἤ ἐάν καλλιεργηθῇ εἰς μίαν προσβεβλημένην ψυχήν τότε διαπλοῦται ὡς καρκίνωμα εἰς τά ψυχικά πνευμόνια, καί καταλαμβάνει τόν μεγαλύτερον χῶρον, ὅπως ἀκριβῶς ἡ προχωρημένη φυματίωσις. Ἡ προδιάθεσις τοῦ ὀργανισμοῦ φυσικά παίζει πρωτεύοντα ρόλον. Ἔτσι καί εἰς τήν περίπτωσιν αὐτήν. Μέ τήν ἐνηλικίωσιν τοῦ παιδιοῦ ἔχομεν καί ὡρίμανσιν τῆς ζήλειας καί τήν ἐξέλιξίν της εἰς φθόνον, ὁπότε τό κακόν εἶναι πολλαπλῶς ἐπιζήμιον. Ὁ φθονερός καίεται κυριολεκτικῶς ὄχι ἁπλῶς διά τήν εὔνοιαν τοῦ ἄλλου, ἀλλά καί ὅταν τά φυσικά προσόντα, τά δῶρα τοῦ Θεοῦ, εἶναι πλουσιώτερα είς τόν «ἄλλον». Ὁ ὑλικός πλοῦτος, ἡ κοινωνική διακεκριμένη θέσις, ἡ σωματική διάπλασις, ἡ πνευματική ξαστεριά, ἡ ἠθική ὀμορφιά, ἡ δραστηριότης καί οἱ θρίαμβοι, ἡ καθόλου βαρύτης τῆς προσωπικότητος, αἱ ὑψηλότεραι καί εὐγενέστεραι κατακτήσεις κλπ. γίνονται ἀφορμαί νά προκαλῆται εἰς τήν καρδίαν τοῦ φθονεροῦ κάποιος πόνος. Εἶναι τό σουβλί ἐπάνω εἰς μίαν πληγήν, εἶναι τό ξύπνημα τοῦ ζωντανοῦ σκουληκιοῦ πού καταφθείρει τόν ψυχικόν καί σωματικόν ὀργανισμόν, πού ἀφαιρεῖ ὕπνον καί χαράν καί τόν ἥλιον τῆς γλυκειᾶς ἀγάπης πρός τούς ἄλλους, καί τῆς ἐλπίδος πρός τόν Θεόν.

            Τοῦ φθονεροῦ ἡ λογική εἶναι ὑποτεταγμένη εἰς τό πάθος, καί ὅταν ἀναγκάζεται νά ὀμολογήσῃ τήν ὑπεροχήν τοῦ ἄλλου, διαπονεῖται μέχρι δακρύων. Συγκρίνων τόν ἑαυτόν του μέ τήν καταφανῆ ὑπεροχήν τοῦ φθονουμένου, ὁ φθονερός, θεωρεῖ ταύτην ὡς ἰδίαν συμφοράν καί προσωπικήν ἀδικίαν, χωρίς φυσικά νά κατέχῃ τά δικαιολογητικά ἀποδεικτικά στοιχεῖα, τοῦ ὑποτιθεμένου ἐχθροῦ του. Εὔδηλον ὅτι ὁ φθονερός εἶναι ἔρημος συγγενῶν καί φίλων καί εὐεργετῶν διότι ψυχικῶς εἶναι ἀφ’ ἑαυτοῦ ἐγκαταλελειμμένος καί κλειστός εἰς ἑαυτόν λόγῳ τῆς ἀσθενείας του. Γεγονός εἶναι καί ἡ ἀνυπαρξία εὐγενῶν αἰσθημάτων εἰς τήν πληγωμένην ὑπό τοῦ φθόνου καρδίαν του. Ἡ ἐσωτερική αὕτη πνευματική νόσος εἰς τήν ὁποίαν πράγματι ὀφείλονται καί μεγάλαι κοινωνικαί, ἐπιστημονικαί καί ἐθνικαί συμφοραί, ὡς ἐτονίσθη καί ἄλλοτε, εἶναι ἕνα φαινόμενον, ἠμπορεῖ νά εἴπῃ κανείς, σύμφυτον, κληρονομικῆς διαδοχῆς. Διότι δέν ἑρμηνεύεται τό πῶς καί ἀπό τῆς νηπιακῆς ἔτι ἡλικίας, μέχρι βαθυτάτου γήρατος, ἀκολουθεῖ καί κατατυραννεῖ τόν πάσχοντα. Τά ψυχικά, καί μάλιστα τοιούτου, εἴδους, ἀρρωστήματα, εἶναι ἀδύνατον ν’ ἀφίνουν καί τό νευρικόν σύστημα ἀνεπηρέαστον καί τόν σωματικόν ὀργανισμόν ἀβλαβῆ. Ὁ φθόνος εἶναι γενικόν, μᾶλλον, φαινόμενον, ἀπό τῆς ἠπίας του μορφῆς μέχρι τῆς κακοήθους του διογκώσεως. Οἱ εἰδικοί ψυχίατροι, ἤ καί οἱ δυνατοί ἰατροί, ἄν εὑρίσκουν ὑλικήν τινα βάσιν, μετά τῶν παιδαγωγῶν, ὀφείλουν, έν συνεργασίᾳ, νά μελετήσουν βαθύτερα τήν ὑπ’ ὄψιν περίπτωσιν τοῦ φθονεροῦ, καί νά ὑποδείξουν τρόπον θεραπείας.

Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ἀθ. Καλύβας

            ΠΗΓΗ: Τό Βιβλίο «30 ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ», ΑΘΗΝΑΙ 1952, σελ. 99, τοῦ μακαριστοῦ Ἱεροκήρυκος Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα.

            Οἰ Φωτογραφίες τοῦ κειμένου, ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...

Ἡ αἰώνιος ζωή

Ἡ αἰώνιος ζωή

          Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α' ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ (Ἰωάν. 17, 1 – 13), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 49). «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν...