M

Close

ΕΓΩ∙Ι∙ΣΤΗΣ

            Πρόκειται περί τύπου ψυχικῶς ἀρτηριοσκληρωτικοῦ, περί προσώπου «τετυρωμένου» χωρίς ὁμαλότητα γλυκοῦ χαρακτῆρος. Ὑπάρχει εἰς τό κρανίον τοῦ ἐγωϊστοῦ μιά συμπεπυκνωμένη ὁμίχλη, ἕνας ἀδιαφανής καπνός, μιά σύγχυσις πού δέν ἐπιτρέπει εἰς τήν συνείδησιν τοῦ δυστυχοῦς αὐτοῦ θνητοῦ νά πιστεύσῃ σέ μιά, ἔξω ἀπό τό ἄθλιόν του ἐγώ, πραγματικότητα, διάφορον ἐκείνης, μέσα εἰς τήν ὁποίαν ζῇ καί κινεῖται. Ὑφίσταται ἐντός του ἕνα κύκλωμα ψυχικόν, εἰς ρυθμόν κληρονομικῆς, ἠμπορεῖ νά εἰπῇ κανείς, κατάρας, πού δέν ἐπιτρέπει ἕνα ἄλλο ἀνοιξιάτικο ρεῦμα νά δημιουργηθῇ ἀπό σκέψεις καί αἰσθήματα τῶν ἄλλων, τῶν ἀνωτέρων ἀνθρώπων, μή στερουμένων πνευματικότητος καί γονίμου δραστηριότητος. Τό κέντρον τῆς ἐξουσιαστικῆς δυνάμεως ἐπί τῆς σκέψεως καί τῶν αἰσθημάτων τοῦ ἐγωϊστοῦ, πρός τόν ὁποῖον ἡ δυστυχής αὐτή ὕπαρξις ἀναφέρεται, εἶναι τό   «Ἐ γ ώ»   του, οὐχί πρός ἀνάληψιν εὐθυνῶν, ὁπότε ὁ ἴλιγγος θά ὡδήγει εἰς τήν ταπείνωσιν φυσικώτατα, ἀλλά πρός ὑποδούλωσιν εἰς τί ἴδιόν του πάθος καί τῶν ἄλλων, ἀπό τούς ὁποίους, ἡ κλασσική μορφή τῆς ἰδιοτύπου ἀρτηριοσκληρώσεως, ἀπαιτεῖ ἀναγνώρισιν μιᾶς ἀξίας ἀνυπάρκτου ἤ καί μετρίας, ὅλως ἀχρωματίστου. Ὡς πρός τήν ἐγκεφαλικήν διάρθρωσιν καί πνευματικήν ὀργάνωσίν του ὁ ἐγωϊστής, ὁπωσδήποτε εἶναι ἐλαττωματικός. Ἐξ ἐπόψεως μορφώσεως εἶναι πολύ καθυστερημένη ὀντότης, πᾶσα δέ γνῶσις, γενικά ὠφέλιμος, ἔχει ἐπιλεχθῆ καί ἀποβληθῆ. Παραμένουν μόνον τά στοιχεῖα ἐκεῖνα πού ὡς ῥυπαρά κατακάθια καλύπτουν τάς ῥίζας τοῦ ἐγωϊστοῦ καί μόνον. Διά τοῦτο καί κατά τάς συζητήσεις ἀγωνιᾶ νά λεχθῇ κάτι πού ἀναφέρεται εἰς ἀνύπαρκτον ἤ ὠχράν ἀκτινοβολίαν του ὁ ἐγωϊστής, καθίσταται δέ κωμικώτατος, ὅταν, παρά τήν ἔκδηλον ψυχικήν ἀρρώστειαν του, χρησιμοποιῇ τάς ταπεινολογίας, προκειμένου νά ἀποδεχθῇ ἐγκώμια τοῦ κύκλου, ἐγκώμια τά ὁποῖα μόνος του προεκάλεσε. Εἶναι ἄφθαστος εἰς τό εἶδος τοῦτο τοῦ θεατρινισμοῦ, καί κινεῖ ὁτέ μέν τόν οἶκτον, ὁτέ τήν ἀηδίαν, ὁτέ καί τήν θυμηδίαν τῶν ἄλλων, ἀναλόγως τῶν περιπτώσεων. Ὑφίσταται μέσα του ἕνα κρᾶμα χαρακτῆρος πού κολακεύεται καί τύπου πού φυσιοῦται, μέ στοιχεῖα φθόνου ἐξ αἰτίας τῆς κατωτερότητός του, τήν ὁποίαν ὀμολογεῖ. Ἔχει φυσικήν ἀδυναμίαν νά ἐξαρθῇ εἰς ἀνωτέρας πνευματικάς σφαίρας. Πρό τῶν ψυχικῶν του ματιῶν σβύνει κάθε ἄλλη δρᾶσις, κάθε ἄλλη προσωπικότης, κάθε κατόρθωμα, καί τοῦτο, διότι πρέπει νά κρατῆται τῆς νοσηρᾶς του φαντασίας τό εἴδωλον ἀμετάθετον, καί εἶναι μεγίστη συμφορά ἡ διάλυσις τῶν ψευδαισθήσεων εἰς τάς ὁποίας βυθίζεται.

            Διά τόν ἐγωϊστήν ὀγκῶδες κεφάλαιον τό ὁποῖον καταθέτει, διά λογαριασμόν του πάντοτε, καί εἰς τήν τράπεζαν τῆς ἰδικῆς του καρδίας, εἶναι ὁ οἱοσδήποτε ἑαυτός του, τόν ὁποῖον παραδέχεται ὡς πηγήν ἀξιῶν καί ἀφετηρίαν μεγάλων ἐπιτεύξεων. Οἱ ἄσοφοι πλησίον του ἀπέκτησαν σοφίαν, οἱ μωροί ἐξύπνησαν, οἱ ἀνήθικοι ἡγιάσθησαν, οἱ νωθροί ἐκινητοποιήθησαν, οἱ ναυαγοί εὑρῆκαν σωτηρίας σανίδα, οἱ πεινασμένοι τροφήν, οἱ δυστυχεῖς περίθαλψιν, καί οἱ ἄνθρωποι ἔκαναν… φτερά! Τοῦτο ἕνας ἔξυπνος ἄνθρωπος ἠμπορεῖ νά τό ἀντιληφθῇ ἀμέσως, ἀρκεῖ νά ὑποκριθῇ ὅτι τόν πιστεύει, ἤ νά τοῦ τονίσῃ ἀφαλέστατα τήν ἀξίαν κάποιου ἄλλου. Τότε κυριαρχεῖ εἰς τόν ἐγωϊστήν τό κίτρινο στοιχεῖον τοῦ φθόνου καί ἀκολουθεῖ ἡ ραγδαία ὑποτίμησις τῆς δράσεως καί τῶν ἐπιτεύξεων τοῦ ἄλλου, πού δέν ἀποτελεῖ μίαν ἀρρωστημένην συνέχειαν τοῦ μαύρου του ἐγώ. Ἡ συνέχεια τήν ὁποίαν δέ φοβεῖται καί διά τήν ὁποίαν ἐνηδύνεται, εἶναι τό οἱονδήποτε δουλικόν ἐξάρτημα, τοῦ ὁποίου οἰκειοποιεῖται τήν ἐργασίαν καί ὑποκλέπτει τήν πατρότητα τῶν προσόντων του ἀδιαμαρτυρήτως, χωρίς αὐτός οὗτος ὁ ἐγωϊστής νά συνέβαλεν εἰς τίποτε, ἐκτός τῆς ἀγόνου καί στείρας γνωριμίας ἤ καί φιλίας, ἤ καί ὑλικῆς τινος ὑποχρεώσεως. Καί τοῦτο εἶναι ὡμολογημένον καί ὁλοφάνερον. Ἐπειδή τά πάντα θέλει ὑποτεταγμένα εἰς τό ἐγώ του, ὡς ἄνθρωπος ἀνελεύθερος ὁ ἴδιος, χρησιμοποιεῖ εὐτελῆ μέσα πρός δημιουργίαν ὑποχρεώσεων ἀπέναντί του, μόνον καί μόνον ἵνα κρατήσῃ καί τά πλέον ἀξιοπρεπέστερα πρόσωπα δεμένα καί δοῦλα πλησίον του διά νά καλύπτῃ τήν γυμνότητά του καί νά ἀποκαλύπτη, χωρίς νά τό αἰσθάνεται, τόν βαθμόν τῆς γελοίας σοβαροφανείας του. Πρόσωπα τά ὁποῖα δέν θά ἐπότιζαν τό δένδρον τοῦ ἐγωϊσμοῦ ἤ θά ἐσκίαζον τήν σιναποσπόρειον μεγαλειότητά του, εἶναι ὀχληρά. Τοιαύτην δέ τύφλωσιν ἔχει πάθει, ὥστε νά φρονῇ ὅτι δίδει αἴγλην εἰς ἄτομα τά ὁποῖα διακρίνονται διά τήν ἀνωτερότητά των. Χρησιμοποιεῖ – οἰκειοποιούμενος ξένας ἐπιτεύξεις – τό «ἐγώ εἶπα», «ἐγώ διέταξα», «ἐγώ προέβλεψα», «ἐγώ ἔσωσα», «ἐγώ κατόρθωσα», χωρίς ἠθικά ἐλατήρια καί, πολλάκις, μέ ὑπερβολάς καί ἀναληθείας. Ὅταν βέβαια κάθε φιλότιμος ἄνθρωπος αἰσθάνεται μίαν ἀνακούφισιν εἰς τήν ἀναγνώρισιν τῆς ἀξίας του καί τῆς ἐργασίας του, δέν εἶναι ἀξιόμεμπτος. Ὅταν ὅμως προσπαθῇ νά ἐκβιάσῃ ἡ μετριότης του ἔξαρσιν τῆς προσωπικότητός του, τοῦτο εἶναι ἱκανόν νά χαρακτηρίσῃ τόν ἄνθρωπον.

            Εἰς τόν ἐγωϊστήν δέν χωρεῖ σφάλμα. Εἶναι ἀλάθητος. Ἔχει κατορθώσει νά τό πιστεύση. Ἡ γνώμη του, σπαθί. Αἱ ἰδέαι του ἀναμφισβητήτου ἀξίας. Πᾶσα ἄλλη γνώμη, ἀντίληψις, κρίσις, ἰδέα, κ.λ.π. ἐφ’ ὅσον δέν συμφωνεῖ μετά τῶν ἰδικῶν του, κρίνεται εὐθύς ἐξ ἀρχῆς ἀπαράδεκτος καί συνεπῶς ἀπορριπτέα, διότι δέν εἶναι καί κτῆμα του ἐπί τέλους. Διακρίνεται διά τό πεῖσμα του καί τήν σκαιότητά του, ἐνώπιον δ’ ἐκείνων τούς ὁποίους ἔχει καθ’ οἱονδήποτε τρόπον σκλαβώσει, προβάλλεται ὡς αὐθεντία καί συμπεριφέρεται τυραννικῶς. Εἶναι ὁ Πυθαγόρας των μέ τό περιλάλητον «αὐτός ἔφα» ἀναστελλομένης οὕτω πάσης πολιτιστικῆς προόδου. Ὁ ἐγωϊστής, βέβαια, δέν εἶναι κατά κανόνα κενός. Ἐάν οὕτως ἔχῃ τό πρᾶγμα, τότε λείπει ἡ ἀνατροφή, ἡ χριστιανική ἁπλότης καί παιδική διαφάνεια, λείπει ἡ κατά Χριστόν ἀρετή, πού ἰσοπεδώνει τούς ἁμαρτωλούς λόφους καί καθιστᾷ εὐγενῆ, ταπεινόν καί ἀξιαγάπητον τόν ἄνθρωπον. Ἐκτός τοῦ νοσηροῦ τούτου ἐγωϊσμοῦ ὑπάρχει ἐκεῖνος, πού συγκρατεῖ τά ἄτομα εἰς τό ὕψος τῆς ἠθικῆς ἀξιοπρεπείας. Ἀλλά δέν πρόκειται περί αὐτοῦ. Ὁ ὑπ’ ὄψιν ἐγωϊστής εἶναι ἀποκρουστικός, μέ μίαν κληρονομικήν κακότητα, ἥτις ἀφαιρεῖ καί ἀπό τόν ἴδιον τήν πηγαίαν χαράν πού αἰσθάνεται κάθε εὐλογημένη ἀπό τόν Θεόν ταπεινή καί πλήρης ἀγάπης ψυχή.

Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ἀθ. Καλύβας

            ΠΗΓΗ: Τό Βιβλίο «30 ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ», ΑΘΗΝΑΙ 1952, σελ. 39, τοῦ μακαριστοῦ Ἱεροκήρυκος Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα.

Related Posts

Ποῦ ἀνήκεις;

Ποῦ ἀνήκεις;

           Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. 7, 37 – 52· 8, 12), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 55). «Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι’ αὐτόν» (Ἰωάν. 7, 43).            Μία, ἀγαπητοί...

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...