M

Close

ΤΟ ΥΨΙΣΤΟΝ ΑΓΑΘΟΝ

            3η νάλυσις το Εαγγελίου τς Κυριακς Α’ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ρθοδοξίας), ωάν. α’ 44 – 52, πό τό βιβλίον το μακαριστο εροκήρυκος ρχιμ. Χριστοφόρου θ. Καλύβα: «ΛΑΛΕΙ ΚΥΡΙΕ…. ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟΝ» 1980. (Σελ. 129 – 131).

            Τά ἀγαθά εἶναι πνευματικά καί ὑλικά. Καί πνευματικά γιατί, παρά τίς ἐξελικτικές θεωρίες τῶν πλανωμένων ἤ τῶν ἐν ἁμαρτίαις πολλαῖς γηρασάντων, ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἕνα κινούμενο ζωντανό καί μηχανή πρός παραγωγήν λιπασμάτων. Ἀνεξαρτήτως τῆς δογματικῆς ἀληθείας ὅτι εἶναι πλάσμα τῶν χειρῶν τοῦ Θεοῦ, Γενέσ. α’ 27, μέ ἐνδιάθετον δυναμισμό πρός ὑψίστην, κατ’ ἀναλογίαν, ἠθικήν τελείωσιν, ὡς ἄνθρωπος σκέπτεται, αἰσθάνεται ἐνσυνειδήτως, θρησκεύει, φιλοσοφεῖ, κρίνει, συγκρίνει, προτιμᾷ, ἀποφασίζει μέ τό μηχανισμό τῆς καρδιᾶς καί τοῦ μυαλοῦ του. Καί ἄν μάλιστα προσέξῃς καί τό γέλιο του, τοῦτο φανερώνει κριτική δύναμι. Καί ἄν εἶναι πιστός χριστιανός δέχεται τή Χάρι τοῦ Παναγίου Πνεύματος σἂν δέσμη φωτός, ἡ δέ πνευματική του ἀκτινοβολία τόν ξεχωρίζει ἀπό τά ἄλλα ζωντανά ὄντα, καί ἀπό αὐτούς ἀκόμη τούς ἀνθρώπους πού, καί κατά τόν Ἀριστοτέλη ζοῦν «βοσκηματώδη» ζωή, ἤ, μᾶλλον, κατά τόν Ἀπόστολο Πέτρο, πού τούς ἀντιπνευματικούς ἀνθρώπους ἀποκαλεῖ «πηγάς ἀνύδρους» μέ τήν περιβάλλουσα μούχλα, ἤ κατά τόν Ἀπόστολον Ἰούδα, πού τούς παραβάλλει μέ «ἀνύδρους νεφέλας, φθινοπωρινά δένδρα δίς ἀποθανόντα, κύματα θαλάσσης τάς ἑαυτῶν αἰσχύνας ἐπαφρίζοντα». Β’ Πέτρ. β’ 17, Ἰούδα, α’ 12.

            Οἱ πνευματικοί, λοιπόν, ἄνθρωποι καί μάλιστα οἱ πιστοί, ἀξιολογοῦν τά ἀγαθά κατά τρόπον, ὥστε νά γίνεται λογική τοποθέτησι στή συνείδησι, καί σύγκρισι, καί μέ τή σύγκρισι ἡ προτίμησι καί τά ἐνδιαφέροντά μας. Ὑπάρχουν τά ὑλικά ἀγαθά, γιατί ὑπάρχει ὑλική ζωή πρός συντήρησιν μέχρι τοῦ φυσικοῦ θανάτου της. Εἶναι τά βασικά γιά τήν, ἐν καθωρισμένῳ χρόνῳ, συντήρησι τοῦ σκεύους πού κρατεῖ τό περιεχόμενο. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια οἱ πρόγονοί μας ἔλεγαν ὅτι πρέπει νά προσέξουμε πρῶτα «τό ζῆν» καί ἔπειτα τό «φιλοσοφεῖν». Γιατί οὔτε ὁ ἀνύπαρκτος θά φιλοσοφήσῃ, οὔτε καί ὁ νηστικός θά μπορῇ νά σκεφθῇ. Παράπλευρα ὅμως ὑπάρχουν καί αἰσθητικές ἀπαιτήσεις γιά τήν ἀπόλαυσι τοῦ Καλοῦ καί Ὡραίου. Εἶναι ἔμφυτο τό καλολογικό συναίσθημα καί πάντοτε συνεκίνησε τόν ἄνθρωπον ἡ ὁμορφιά, ἡ μουσική, ἡ ἁρμονία. Ἀλλά καί τά ἠθικά συναισθήματα εἶναι τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς γεννήματα ἀπό Θεοῦ, χάριν τῆς ἁρμονικῆς συμβιώσεως τῶν ἀτόμων πού ζοῦν ὁμαδικῶς ἐν Κοινωνία καί ἐν ἀλληλεξαρτήσει, καί εἶναι ἀπαραίτητος ὁ καθολικῶς ἐφαρμοζόμενος ἠθικός κῶδιξ τῆς συμπεριφορᾶς καί αλληλοσεβασμοῦ, ἁλλιῶς ἡ ἀνθρωπότης θά αὐτοκαταστρέφετο. Τόσον τό κάλλος, ὅσον καί ἡ ἀρετή εἶναι ἀξίες δοτές ἀπό τό Θεό, ἑπομένως καί ἀναφαίρετα γιά ἀδιάβλητες ἀπολαύσεις καί ἡμερότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἐφ’ ὅσον διαρκεῖ ἡ ἐπίγεια ζωή του. Αὐτά, συγκρινόμενα πρός τά ὑλικά ἀγαθά ποιοτικά κρίνονται ὡς ἀνώτερες ἀξίες καί ἀνταύγειες τῶν αἰωνίων ἀξιῶν τῆς οὐρανίου ὡραιότητος καί θεοειδοῦς ἀρετῆς.

            Ὅμως δέν ἀρκοῦν εἰς πληρότητα. Ὁ ἄνθρωπος ζητεῖ τήν αἰτία τῶν ὄντων, διερευνᾷ τό σκοπό καί τόν προορισμό τῆς ζωῆς του, καί ἐπιθυμεῖ νά μάθῃ τά μετά θάνατον, θέλει νά εὔρῃ τήν Ἀλήθεια γιά νά τήν ἐρωτήσῃ καί νά τοῦ μιλήσῃ γιά νά τήν ζήσῃ. Καί τήν Ἀλήθεια δέν τήν συναντᾷ στήν πεζή πραγματικότητα τοῦ ἐφημέρου, ἀλλά πέραν αὐτῆς, διότι ἡ Ἀλήθεια δέν εἶναι «γεῦσις, ὄσφρησις, ἁφή ὅρασις καί ἀκοή», νόμος ἁπλῶς πρακτικῆς ζωῆς. Εἶναι Ἀποκάλυψις Θεοῦ στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἑπομένως κάτι πού τοῦ ξεφεύγει ἀπό τή δύναμι καί τή γνωστική ἱκανότητα τοῦ μυαλοῦ λόγῳ τῆς πεπερασμένης φύσεώς του. Καί αὐτή ἡ ἀγωνία πρός συνάντησιν τῆς Ἀλήθειας δέρνει ὅλους τούς φιλοσόφους καί τούς θρήσκους τῶν φυσικῶν θρησκειῶν. Διότι, τί ἐπιζητεῖ περιπλανώμενον τό πνεῦμα τῶν φιλοσόφων; Νά εὔρη ὄχι ἀλήθεια ἀλλά τήν Ἀλήθεια τήν ἀσύλληπτη διά τοῦ κοινοῦ νοῦ Ἀλήθεια, τή μόνη Ἀλήθεια. Καί μόνη Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός, πού εἶπεν ὅτι εἶναι «ἡ ὁδός καί ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή» Ἰωάν. ιδ’ 6 κ.α. Αὐτή εἶναι ἡ Ὑψίστη Ἀξία, αὐτή εἶναι τό «Ὕψιστον Ἀγαθόν», τό ὑπέρ πᾶν ἀγαθόν, τό ὁποῖον ἀνέμεναν μέ ἀγωνία καί τό εἶδαν σαρκωμένο οἱ Μαθητές γιά νά λάβουν τήν θεόθεν ἀποκάλυψιν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι τό Ὕψιστον ἀγαθόν, ὡς Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού ἀξιοποιεῖ ὅλες τίς ἀξίες, καί δίνει νόημα καί σκοπό στή ζωή μας.

Ἀρχιμ. Χριστοφόρος Ἀθ. Καλύβας

            Οἱ Εἰκόνες καί οἱ φωτογραφίες τοῦ κειμένου, ἔχουν προστεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

Λόγος περί τῆς προσκυνήσεως τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, Ἁγίου πατρός ἡμῶν Μεθοδίου τοῦ Ὁμολογητοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Λόγος περί τῆς προσκυνήσεως τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, Ἁγίου πατρός ἡμῶν Μεθοδίου τοῦ Ὁμολογητοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

          «Εἴ τις, βασιλεῦ, δέν προσκυνεῖ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καί τήν πανάχραντον αὐτοῦ Μητέρα, καί πάντας τούς Ἁγίους ἐν εἰκόνι περιγραπτούς, ἔστω τοῦ αἰωνίου ἀναθέματος καί τοῦ ἀσβέστου πυρός τῆς γεέννης ὑπόδικος».           ΠΗΓΗ: ΒΙΚΤΩΡΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ,...

Ἡ Σύναξις τῆς ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ἐν τῷ «Ἂδειν»(¹), ἤτοι ἡ ὑπό τοῦ Ἀρχαγγέλου ΓΑΒΡΙΗΛ παράδοσις τοῦ ὕμνου «Ἄξιον Ἐστιν». (ΙΑ’ Ἰουνίου)

Ἡ Σύναξις τῆς ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ἐν τῷ «Ἂδειν»(¹), ἤτοι ἡ ὑπό τοῦ Ἀρχαγγέλου ΓΑΒΡΙΗΛ παράδοσις τοῦ ὕμνου «Ἄξιον Ἐστιν». (ΙΑ’ Ἰουνίου)

Ἦσας Γαβριήλ πρίν τό χαῖρε τῇ Κόρῃ, Ἄδεις δέ καί νῦν, ἄξιόν σέ ὑμνέειν.           Ἡ σύναξις αὕτη καί ἑορτή τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ ἔλαβε χώραν ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει τοῦ Ἄθω, ἔν τινι κελλίῳ τοῦ Μοναστηρίου τοῦ Παντοκράτορος,...

Ποῦ ἀνήκεις;

Ποῦ ἀνήκεις;

           Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. 7, 37 – 52· 8, 12), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 55). «Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι’ αὐτόν» (Ἰωάν. 7, 43).            Μία, ἀγαπητοί...