
Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ (Ματθ. 6, 14 – 21), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 346).
«Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος» (Ματθ. 6, 14)
Αὔριο, ἀγαπητοί μου, ἀρχίζει ἡ Μεγάλη Τ ε σ σ α ρ α κ ο σ τ ή. Εἶνε δέ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή προετοιμασία γιά τήν πιό μεγάλη ἑορτή τῆς πίστεώς μας, γιά τό Πάσχα. Καί ὅπως μιά κόρη πού πρόκειται νά κάνῃ γάμο προετοιμάζεται ἀπό πολύν καιρό, ἔτσι κ’ ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί τίς ἅγιες αὐτές μέρες, πού ὁ Χριστός ὡς νυμφίος ἔρχεται γιά νά τελέσῃ γάμο, γιά νά ἑνωθῇ δηλαδή μέ κάθε ψυχή πού τόν ἀγαπᾷ φλογερά καί τόν λατρεύει, πρέπει ὅλοι νά προετοιμαστοῦμε. «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός…», θ’ ἀκούσουμε τό βράδι τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων.
Ἄς μή μας βρῇ λοιπόν ὁ Χριστός σάν τίς μωρές ἐκεῖνες παρθένες τῆς παραβολῆς, πού δέν φρόντισαν νά ἔχουν μαζί τους ἀρκετό λάδι, ὥστε τά λυχνάρια τους νά καῖνε καί νά φωτίζουν διαρκῶς τή νύχτα. Τά μεσάνυχτα, πού ἀκούστηκε ἡ φωνή «Ἰδού ὁ Νυμφίος ἔρχεται» (Ματθ. 25, 6), τρόμαξαν καί ξύπνησαν, ἀλλά τά λυχνάρια τους ἦταν σβησμένα καί δέν μπόρεσαν νά πᾶνε μέ τίς ἄλλες παρθένες, πού εἶχαν ἀναμμένα τά λυχνάρια τους καί μέ χαρά ἔτρεξαν γιά νά προϋπαντήσουν τό Νυμφίο.
Μ ε γ ά λ η Τ ε σ σ α ρ α κ ο σ τ ή! Πνευματική προετοιμασία γιά τήν ὑποδοχή τοῦ νυμφίου Χριστοῦ. Λαχταρᾷ ἡ ἀρραβωνιασμένη κόρη καί προετοιμάζεται γιά τήν ὥρα τοῦ γάμου της; Ἔτσι κάθε ψυχή, πού ἀγαπᾷ καί λατρεύει τόν Κύριο, πρέπει μέ λαχτάρα νά περιμένῃ τό Χριστό, πού ἔρχεται γιά τή σωτηρία της. Νύμφη εἶνε ἡ ψυχή μας. Νυμφίος ὁ Χριστός. Κ’ ἐμεῖς οἱ κήρυκες τοῦ Εὐαγγελίου φωνάζουμε πάντοτε, ἀλλά ἰδίως τίς ἅγιες αὐτές μέρες· Ἀγαπῆστε τό Χριστό. Ἀξίζει νά τόν ἀγαπήσετε παραπάνω ἀπ’ ὅλα καί ἀπ’ ὅλους. Ἀγαπῆστε τον πιό πολύ ἀπ’ ὅ,τι ἀγαπᾷ μιά πιστή γυναῖκα τόν ἄντρα της, γιά νά γιορτάσετε τό Πάσχα.
* * *
Ἀλλά ποιά, ἀγαπητοί μου, ποιά εἶνε αὐτή ἡ πνευματική προετοιμασία; Τί πρέπει νά κάνῃ κάθε χριστιανός, πού θέλει ὄχι τυπικά ἀλλά πνευματικά νά γιορτάσῃ τήν ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ; Ν ά ν η σ τ έ ψ ῃ; Ναί. Νά πηγαίνῃ πιό σ υ χ ν ά σ τ ή ν Ἐ κ κ λ η σ ί α γιά νά ἀκούῃ τό «Κύριε τῶν δυνάμεων, μεθ’ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γάρ ἐκτός σου βοηθόν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν. Κύριε τῶν δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς» καί ὅλα τά ἄλλα ὄμορφα καί κατανυκτικά τροπάρια πού καμμιά ἄλλη θρησκεία στόν κόσμο δέν ἔχει; Ναί. Νά κάνῃ ἐ λ ε η μ ο σ ύ ν η; Ναί. Νά ῥίχνῃ κάθε βράδυ σέ εἰδικό κουμπαρᾶ γιά τούς φτωχούς; Ναί. Νά πάῃ στόν πνευματικό νά ἐ ξ ο μ ο λ ο γ η θ ῇ, νά πῇ τά κρίματά του; Ναί. Νά διαβάζῃ θρησκευτικά βιβλία πού μιλοῦν γιά τό Χριστό καί ἰδίως νά διαβάζῃ καθημερινῶς τήν Ἁ γ ί α Γ ρ α φ ή; Ναί.
Ὅλα αὐτά πρέπει νά τά κάνῃ. Ἀλλά κοντά σ’ ὅλα αὐτά, πού συνιστᾷ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία σάν προετοιμασία γιά νά λάβῃ ὁ χριστιανός μέρος στό μυστικό δεῖπνο τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, στή Θεία Κοινωνία, πρέπει καί κάτι ἄλλο ἀκόμη νά κάνῃ, πού εἶνε ἀπαραίτητο, καί χωρίς αὐτό κινδυνεύει νά τά χάσῃ ὅλα καί νά κριθῇ ἀνάξιος νά κοινωνήσῃ. Ποιό εἶνε αὐτό τό ἀπαραίτητο ἐφόδιο γιά τή Θεία Κοινωνία; Εἶνε ἡ συγχώρησις.
* * *
Συγχωρηθῆτε! εἶνε ἡ φωνή τῆς Ἐκκλησίας, εἶνε τό πιό σπουδαῖο, τό πρῶτο πού πρέπει νά κάνουμε τώρα πού μπαίνουμε στή Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, πού ἀκούσαμε στό Εὐαγγέλιο, δέν ἀφήνουν καμμιά ἀμφιβολία. Ἀπευθύνεται σέ ὅλους μας ὁ Χριστός. Δέν ἐξαιρεῖ κανένα, διότι ὅλοι, ὅπως εἴπαμε καί ἄλλοτε καί δέν θά παύσουμε νά τό λέμε, ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί. Ὅλοι μας, ἄλλος περισσότερο καί ἄλλος λιγώτερο, φταίξαμε καί φταῖμε. Πέφτουμε σέ διάφορα ἁμαρτήματα. Παραβαίνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, μικρές καί μεγάλες. Μολύνουμε τήν καρδιά μας μέ ἀκάθαρτες σκέψεις. Λερώνουμε τή γλῶσσα μας μέ ἄπρεπα λόγια. Γογγύζουμε, καταριώμαστε καί βλαστημᾶμε τό Θεό. Λέμε ψέματα. Καί ὅλη ἡ ζωή μας εἶνε βουτηγμένη μέσα στήν ἁμαρτία. Ποιός μπορεῖ, ἀδελφοί μου, νά πῇ πῶς εἶνε καθαρός ἀπό τήν ἁμαρτία; Κανείς. Καί μιά μέρα μόνο νά ζήσουμε, πάλι θ’ ἁμαρτήσουμε. Καί σάν ἁμαρτωλοί πού εἴμαστε, θυμόμαστε τά ἁμαρτήματά μας, ἀναστενάζουμε, πέφτουμε στά γόνατα, κλαῖμε, γιατί φταίξαμε καί λυπήσαμε τόν οὐράνιο Πατέρα μας, καί λέμε στήν προσευχή μας· Θεέ, συγχώρεσέ μας.
Καί ὁ Θεός βλέπει τά δάκρυά μας, ἀκούει τήν προσευχή μας καί μᾶς ἀπαντᾷ ·
– Παιδί μου, θέλεις νά συχωρέσω τά ἁμαρτήματά σου; Πρέπει κ’ ἐσύ νά συχωρέσῃς τούς ἄλλους ἀνθρώπους, πού ἔφταιξαν σ’ ἐσένα. Πρέπει νά συγχωρέσῃς τούς ἐχθρούς σου.
– Τούς ἐχθρούς μου νά συχωρέσω, Κύριε; Μά πῶς; Πῶς νά τούς συχωρέσω; Αὐτοί μοῦ ἔκαναν τόσα κακά! Μέ ἀδίκησαν. Μοῦ ἔφαγαν τόν κόπο μου. Πῆραν τό ψωμί τῶν παιδιῶν μου. Ἒβαλαν φωτιά κ’ ἔκαψαν τό σπίτι μου. Μέ διέβαλαν, μέ συκοφάντησαν, μέ ἔρριξαν στίς φυλακές. Μοῦ σκότωσαν τόν ἀδερφό μου, τόν πατέρα μου, τή μάνα μου. Μοῦ ἔκαναν τή ζωή μαρτύριο. Θεέ μου, πῶς νά τούς συχωρέσω;
– Παιδί μου, ἀκούγεται ἡ φωνή τοῦ Χριστοῦ. Νοιώθω τόν πόνο σου, γιατί κ’ ἐγώ ἐδῶ στή γῆ, πού ἦρθα γιά νά σώσω τόν κόσμο, ὑπέφερα. Ὑπέφερα ὅσο δέν ὑπέφερε κανένας ἄνθρωπος. Ἤμουν ἀθῷος, καί μέ κατηγόρησαν μέ τίς πιό φρικτές κατηγορίες. Ἄνοιξα μάτια τυφλῶν, αὐτιά κουφῶν, ἔκανα χιλιάδες ἀρρώστους καλά, ἀνέστησα νεκρούς, σκόρπισα παντοῦ τήν ἀγάπη, καί στό τέλος ὁ κόσμος πῆρε καρφιά καί μέ κάρφωσε. Μέ πότισε μέ ξίδι καί χολή, μέ ἔφτυσε. Καί ἐνῷ ἐγώ θά μποροῦσα μέ ἕνα μου νεῦμα νά ἐξοντώσω ὅλους τούς ἐχθρούς μου, ἐν τούτοις πάνω στό σταυρό μου προσευχήθηκα γιά ὅλους αὐτούς καί εἶπα· «Πατέρα μου, συχώρεσέ τους. Δέν ξέρουν τί κάνουν» (Λουκ. 23, 34). Αὐτό ἔκανα ἐγώ, ὁ ἀρχηγός. Αὐτό πρέπει νά κάνῃς κ’ ἐσύ, ἄν θέλῃς νά λέγεσαι ἀκόλουθός μου. Συχώρεσε κ’ ἐσύ τούς ἐχθρούς σου.

* * *
Ἀγαπητοί μου! Ἡ συγχώρησι εἶνε τό πιό σπουδαῖο καθῆκον, πού ἔχουμε νά ἐκτελέσουμε ὡς ἀκόλουθοι Ἐκείνου, πού πάνω ἀπ’ τό σταυρό συχώρεσε τούς ἐχθρούς του. Χίλιες μετάνοιες νά κάνουμε, χίλια κερία ν’ ἀνάψουμε, χίλια ‘ξωκλήσια ν’ ἀνοίξουμε, χίλιες εὐχές νά μᾶς διαβάσουν παπᾶδες καί δεσποτάδες, δέν κάνουν τίποτε, ἄν ἐμεῖς δέν συχωρέσουμε τούς ἐχθρούς μας. Τό λέει καθαρά τό σημερινό Εὐαγγέλιο· Συγχωρᾷς; θά συγχωρηθῇς. Δέν συχωρᾷς; δέν θά συγχωρηθῇς.
Ὦ Χριστέ μας, πονεμένη εἶνε ἡ καρδιά μας, πληγωμένη ἀπό τίς ἀδικίες. Σύ, πού συχώρεσες τούς ἐχθρούς σου, δός μας σέ παρακαλοῦμε τή δύναμι, νά συχωρᾶμε κ’ ἐμεῖς τούς ἐχθρούς μας. Κ’ ἔτσι, μέ καθαρή τήν καρδιά ἀπό μῖσος καί ἐκδίκησι, νά γιορτάσουμε τά σεπτά σου πάθη καί τήν ἔνδοξό σου ἀνάστασι.

(20 Απριλίου 1907 – 28 Αυγούστου 2010)
Ἡ Εἱκόνες καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου ἔχουν προστεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.