
Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΙΓ’ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. 18, 18 – 27), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 299).
«Ὁ δέ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου» (Λουκ. 18, 21)
Ἕνας, ἀγαπητοί, λέει τό σημερινό Εὐαγγέλιο, ἕνας ἄνθρωπος πλησίασε τό Χριστό. Ὅ ἄνθρωπος αὐτός δέν ἦταν φτωχός γιά νά ζητήσῃ βοήθεια. Δέν ἦταν ἄρρωστος γιά νά ζητήσῃ τή θεραπεία του. Δέν ἦταν γέρος πού ἀπό ὥρα σέ ὥρα περιμένει τό θάνατο κ’ ἔχει ἀνάγκη ἀπό παρηγοριά γιά τό μεγάλο ταξίδι πού θά κάνῃ στόν ἄλλο κόσμο. Ἀντίθετα, ὁ ἄνθρωπος πού πλησίασε τό Χριστό ἦταν πλούσιος, ἄρχοντας, ὑγιής, νέος ἀκόμη. Πλούτη, δόξα, δύναμι, ὑγεία, νεότητα, ὅλα τά εἶχε. Ἕνας ἄλλος στή θέσι του θάνατο ποτέ δέν θά σκεπτόταν. Θά νόμιζε πῶς θά ζήσῃ μέ τά βουνά κι ὅτι ἡ ζωή αὐτή δέν θά ‘χῃ τέλος.
* * *
Ἀλλ’ ὁ ἄνθρωπος πού πλησίασε τό Χριστό δέν ἦταν τέτοιος. Ἡ ψυχή του δέν εὕρισκε ἀνάπαυσι σ’ ὅλα τά ἐπίγεια ἀγαθά. Ἀνησυχοῦσε. Ἔβλεπε, ὅτι δέν πεθαίνουν μόνο οἱ φτωχοί, ἀλλά καί οἱ πλούσιοι· δέν πεθαίνουν μόνο οἱ γέροι, ἀλλά καί οἱ νέοι, καί φοβόταν μήπως κι αὐτός μιά μέρα πού δέν τό περιμένει ὁ θάνατος ἔρθῃ καί τόν ἁρπάξῃ καί τόν μεταφέρῃ στόν ἄλλο κόσμο. Καί τότε τί θά γίνῃ; Ὁ νέος δέν ἦταν ἄπιστος. Πίστευε στό Θεό. Πίστευε ὅτι ὑπάρχει ἄλλος κόσμος, μιά ἄλλη ζωή αἰώνιος, καί ἀνησυχοῦσε γιά τό μέλλον του. Γι’ αὐτό πλησίασε τό Χριστό καί μέ σεβασμό τό ῥώτησε, τί πρέπει νά κάνῃ γιά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιο ζωή. Κι ὁ Χριστός τοῦ ἀπήντησε ὅτι, ἄν τηρήσῃ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, θά βρῇ τό δρόμο πού ὁδηγεῖ στήν αἰώνιο ζωή. Οἱ δέ ἐντολές πού τοῦ ὑπενθύμισε ὁ Χριστός εἶνε· «Μή μοιχεύσῃς, μή φονεύσῃς, μή κλέψῃς, μή ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα σου» (Λουκ. 18, 20). Ἀλλά τίς ἐντολές αὐτές, ἀπήντησε ὁ ἄνθρωπος, τίς φύλαξα «ἐκ νεότητός μου», τίς φύλαξα ἀπό τά μικρά μου χρόνια. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν σκότωσε, δέν ἔκλεψε, δέν πῆγε στά δικαστήρια νά πάρῃ ψεύτικο ὅρκο, δέν ἔκανε ἄτιμες πράξεις, δέν προσέβαλε τήν οἰκογενειακή τιμή τοῦ ἄλλου, ἔδειξε κάθε σεβασμό στούς γονεῖς του.
Ἀλλά δέν ἔμενε ψυχικά ἱκανοποιημένος. Ἤθελε νά πετάξῃ ψηλά. Ἤθελε νά γίνῃ ἀετός. Τόν τραβοῦσε ὁ οὐρανός. Κι ὁ Χριστός, βλέποντας τήν ἐπιθυμία του αὐτή, τοῦ ἀπαντᾷ· Ἄν θές νά γίνῃς τέλειος, πούλησε τά ὑπάρχοντά σου καί μοίρασέ τα στούς φτωχούς, καί θά ἔχῃς ἔτσι θησαυρό στούς οὐρανούς. Τά λόγια αὐτά τοῦ Χριστοῦ φάνηκαν σκληρά στόν ἄνθρωπο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου. Ἤθελε νά ὑψωθῇ, νά πετάξῃ, μά τά φτερά του ἦταν δεμένα ἀπό τή φιλαργυρία. Πάλεψε μέ τόν κακό ἑαυτό του, πάλεψε μέ τή φιλαργυρία, ἀλλά δυστυχῶς νικήθηκε. Ἀγάπησε τό χρυσό περισσότερο ἀπό τό Χριστό. Ἒφυγε λυπημένος. Κι ὁ Χριστός μας τότε, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τόν ἄνθρωπο αὐτό, εἶπε λόγια πού πρέπει νά τά προσέξουμε, ἀλλά πιό πολύ πρέπει νά τά προσέξουν αὐτοί πού ἔχουν ἄφθονα ὑλικά ἀγαθά. Δύσκολο, εἶπε, εἶναι αὐτοί πού ἔχουν χρήματα νά πᾶνε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πιό εὔκολο εἶνε νά περάσῃ ἕνα χοντρό σχοινί ἀπό μιά τρύπα βελόνας, παρά νά πάῃ ἕνας πλούσιος στόν παράδεισο.
* * *
Νά μιλήσουμε τώρα γιά τούς φιλαργύρους, γιά τούς πλεονέκτας; Ἀφήνω νά μιλήσουμε ἄλλοτε γι’ αὐτούς. Σήμερα θέλω νά ῥίξουμε μιά ματιά στούς νέους τῶν καιρῶν μας καί νά ῥωτήσουμε, ἄν οἱ σημερινοί νέοι μας ἔχουν ἰδανικά, ἔχουν ἱερές ἐπιθυμίες καί ἀνησυχίες, ὅπως εἶχε ὁ νέος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου.
Δέν εἶνε πολύς καιρός πού ἕνας μορφωμένος κύριος ἀπό τήν Ἀθήνα μέ ἐπισκέφθηκε καί μέ πόνο ψυχῆς μοῦ μίλησε γιά τήν κατάστασι τῆς σημερινῆς νεολαίας.
– Λόγῳ τοῦ ἐπαγγέλματός μου, μοῦ εἶπε, ἔχω περάσει ἀπό πολλές πόλεις τῆς Ἑλλάδος. Ἐπιθυμώντας νά γνωρίσω τί σκέπτονται καί τί ἐπιθυμοῦν σήμερα οἱ νέοι, χωρίς νά γίνωμαι ἀντιληπτός, παρακολούθησα ἑκατοντάδες νέων. Τούς παρακολούθησα στά καφενεῖα, στά κέντρα, στούς δρόμους, στίς πλατεῖες, στίς διάφορες ἐκδρομές, ὅπου ἀφήνουν τόν ἑαυτό τους νά ἐκδηλώνεται καί φανερώνουν τί κρύβουν μέσα στίς καρδιές τους. Πολύ λυπηρό ἦταν τό συμπέρασμα πού ἔβγαλα ἀπό τήν ἒρευνά μου. Κανένα σοβαρό θέμα δέν ἀπασχολεῖ τούς νέους. Οἱ συζητήσεις πού κάνουν μεταξύ τους εἶνε γύρω ἀπό μικρά καί ἀσήμαντα πράγματα. Αὐτοκίνητα, ἐκδρομές, διασκεδάσεις, παιχνίδια, μπάλλα, καί προπαντός σέξ, γυναῖκες καί αἰσχροί ἔρωτες, αὐτά εἶνε τά καυτά θέματα πού συζητοῦν. Γιά τά μεγάλα καί ὑψηλά δέν συζητοῦν. Κοσμική, ἐπιπόλαια, ῥηχή εἶνε ἡ νεολαία μας…
Αὐτά μοῦ εἶπε ὁ ἐπισκέπτης μου σχετικά μέ τή σημερινή νεολαία. Καί σᾶς ἐρωτῶ· εἶνε ὑπερβολικά τά ὅσα εἶπε; Εἶνε ἐσφαλμένα τά συμπεράσματά του; Νομίζω ὄχι.
Ἄν ἀφαιρέσουμε ἕνα μικρό ποσοστό νέων, πού παρακολουθοῦν τακτικά κατηχητικά μαθήματα καί κηρύγματα καί ἔχουν θρησκευτικά ἐνδιαφέροντα, οἱ ἄλλοι νέοι, τό πλῆθος τῶν νέων, εἶνε ἀδιάφοροι γιά ὅ,τι μεγάλο καί ὑψηλό. Δέν ἐνθουσιάζονται οἱ νέοι μας γιά ζητήματα πού θά ἔπρεπε νά εἶνε τά πρῶτα στή σκέψι τους. Ἄν π.χ. ἕνας βρίσῃ τόν ποδοσφαιριστή πού θαυμάζουν, εἶνε ἕτοιμοι ν’ ἁρπαχτοῦν καί νά ζητήσουν τό λόγο. Ἄν ὅμως ἀκούσουν τούς ἄλλους νά βρίζουν τό Θεό, τό Δημιουργό τοῦ παντός, ὄχι μόνο δέν ἐξοργίζονται, ἀλλά καί γελοῦν καί εἰρωνεύονται ἐκεῖνον πού θά διαμαρτυρόταν γιά τή βλαστήμια. Γιατί κ’ οἱ ἴδιοι βλαστημοῦν καί αἰσχρολογοῦν! Πόσες βλαστήμιες δέν ἀκούγονται στά γήπεδα, ὅταν γίνωνται ποδοσφαιρικές συναντήσεις! Στήν ἀρχαία πατρίδα μας ὅλοι οἱ ἀγῶνες ἄρχιζαν μέ προσευχή. Ἄς ἦταν οἱ πρόγονοί μας εἰδωλολάτρες· πίστευαν ὅμως. Τώρα ὄχι μόνο προσευχή δέν γίνεται, ἀλλά καί βλαστήμιες ἀκούγονται, καί τίς Κυριακές, πρίν ἀκόμη βγῇ ὁ ἥλιος, χιλιάδες νέοι γεμίζουν τά λεωφορεῖα καί τρέχουν στίς ἄλλες πόλεις γιά νά δοῦν τά μάτς. Ἡ μπάλλα, ὅπως ἔγραψε μιά ἐφημερίδα, ἔγινε ὁ Θεός πολλῶν νέων, καί ὁ ἀθλητισμός ἔγινε θρησκεία τους. Καί τό «Τί ποιήσας ζωήν αἰώνιον κληρονομήσω;» (Λουκ. 18, 18) τοῦ νέου τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἔχει ἀντικατασταθῆ μέ ἄλλα ἐρωτήματα. «Τί ποιήσω», τί νά κάνω, γιά νά κερδίσω στό προ-πό καί στά διάφορα λαχεῖα; «Τί ποιήσω», γιά νά λάβω μέρος σέ ποδοσφαιρικές συναντήσεις καί ν’ ἀπολαύσω τά ὑλικά βραβεῖα τῆς βασιλείας τῆς μπάλλας;
Αὐτή δυστυχῶς εἶνε ἡ πραγματικότητα. Μερικοί θέλουν νά παρηγοροῦνται, ὅτι ἡ νεολαία μας δέν εἶνε ὅπως ἡ νεολαία τῆς Δανίας, τῆς Νορβηγίας ἤ τῆς Σουηδίας, πού ἔχει τελείως διαφθαρῆ. Συμφωνοῦμε. Δέν φθάσαμε ἀκόμη στή διαφθορά αὐτή. Ἀλλ’ ἄν γονεῖς, διδάσκαλοι, ἱερεῖς καί ὅσοι ἔχουν τήν εὐθύνη γιά τή νέα γενεά δέν κοιτάξουμε μέ ἀγάπη καί στοργή τούς νέους, ἄν προπαντός οἱ ἁρμόδιες ἐξουσίες δέν λάβουν τά κατάλληλα μέτρα, ἡ ἑλληνική νεολαία θά πέφτῃ ἠθικῶς, θά πέφτῃ συνεχῶς, καί οἱ συνέπειες θά εἶνε πολύ σοβαρές.
* * *
Τή νεότητα, ἀγαπητοί μου, πρέπει νά τήν κερδίσῃ ὁ Χριστός, ὄχι ὁ διάβολος. Καί γιά νά κερδηθῇ ἡ νεότητα, πρέπει ὅλοι ὅσοι πιστεύουμε στό Χριστό νά κοπιάσουμε. Καί γιά ν’ ἀναφέρουμε ἕνα παράδειγμα, πρέπει νά κοπιάσουμε ὅπως ὁ ἅγιος Δημήτριος, πού μέ τά λόγια καί τό παράδειγμά του μάζεψε ἀπό τά σοκάκια τοῦ διαβόλου τά παιδιά καί τούς νέους τῆς Θεσσαλονίκης, καί τούς ἀνέδειξε ἀληθινούς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἀπό τούς μαθητάς του αὐτούς ἦταν καί ὁ Νέστωρ. Ὁ νέος αὐτός μέ τήν πίστι στό Χριστό νίκησε τόν εἰδωλολάτρη ἀθλητή Λυαῖο. Τόν νίκησε μέ τή φωνή «Θεέ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι». Τέτοιοι νέοι πρέπει νά γίνουν ὅλοι οἱ νέοι τῆς Ἑλλάδος, ἄν θέλουμε ἡ Ἑλλάς νά νικᾷ πάντοτε τούς Λυαίους, τούς ἐσωτερικούς καί ἐξωτερικούς ἐχθρούς.

(20 Απριλίου 1907 – 28 Αυγούστου 2010)
Οἱ εἱκόνες τοῦ κειμένου ἔχουν προστεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.