M

Close

Ὁ αἰφνίδιος θάνατος

            Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς Θ’ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. 12, 16 – 21), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 247).

«Ταύτῃ τῇ νυκτί τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ…» (Λουκ. 12, 20)

            Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἕνα θαυμάσιο ἀριστούργημα. Καί ὅσο κανείς διά τῆς ἐπιστήμης τό ἐρευνᾷ, τόσο περισσότερο θαυμάζει τό Δημιουργό, πού ἐκ τοῦ μηδενός τό δημιούργησε. Γιά πολλά πράγματα εἶνε θαυμαστός ὁ ἄνθρωπος. Γίνεται ὅμως ἀκόμη πιό θαυμαστός, ὅταν κανείς σκεφθῇ ὅτι, σύμφωνα μέ τήν ἁγία Γραφή, πλάσθηκε νά εἶνε ἀθάνατος.

            Ἤμασταν, λοιπόν, γιά τήν ἀθανασία! Ἀλλά δυστυχῶς, ὅπως εἶνε γνωστό, ὁ πρῶτος ἄνθρωπος δέν ὑπήκουσε στό Θεό. Ἁμάρτησε καί παρέβη τήν ἐντολή του νά μή φάῃ ἀπό τόν ἀπηγορευμένο καρπό. Ἔτσι ἔγινε θνητός. Μετά τόν Ἀδάμ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὑπόκεινται σέ θάνατο. Ἄλλος μικρός καί ἄλλος μεγάλος, ὅλοι φεύγουμε ἀπ’ αὐτόν τόν κόσμο. Ὁ θάνατος δέν κάνει καμμιά ἐξαίρεσι. Ἕνας μόνο νίκησε τόν θάνατο καί ἀναστήθηκε μόνος του ἐκ νεκρῶν, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.

            Ἀλλ’ ἐνῷ εἶνε βέβαιο, ὅτι ὅλοι πεθαίνουμε, ἡ ὥρα ὅμως τοῦ θανάτου εἶνε ἄγνωστη. Ἄλλος πεθαίνει μέ φυσικό θάνατο, ἄλλος μέ βίαιο θάνατο, ἀπό ἀτύχημα ἤ ἀπό δολοφονική ἐνέργεια. Ἄλλος φεύγει σέ γεροντική, ἄλλος σέ ὥριμη, ἄλλος σέ νεανική, καί ἄλλος σέ παιδική ἤ καί σέ νηπιακή ἀκόμη ἡλικία. Λυπηρό γεγονός ὁ θάνατος. Καί πιό λυπηρό, ὅταν συμβαίνῃ σέ παιδιά καί σέ νέους. Οἱ ἀρχαῖοι βέβαια, ἔχοντας ὑπ’ ὄψι τους τίς ταλαιπωρίες αὐτῆς τῆς ζωῆς, ἔλεγαν· «Ὅν οἱ θεοί φιλοῦσιν ἀποθνῄσκει νέος», δηλαδή· «Ὅποιον οἱ θεοί τόν ἀγαποῦν πεθαίνει νέος». Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ἔχοντας ὑπ’ ὄψι πιό πολύ τίς ἁμαρτίες πού φορτώνεται ὁ ἄνθρωπος ὅσο προχωρεῖ ἡ ἡλικία, λέμε, ὅτι ὅσοι πεθαίνουν νέοι εἶνε μακάριοι, γιατί φεύγουν φορτωμένοι μέ λιγώτερο βάρος. Πάντως, ὅσο καί νά ζήσῃ κανείς, δέν ξεπερνᾷ ὡρισμένα ὅρια. Λίγοι, ἐλάχιστοι, φθάνουν σέ βαθειά γεροντική ἡλικία καί ξεπερνοῦν τά ἑκατό χρόνια. Ἡ Γραφή ἀναφέρει μερικά παραδείγματα ἀπό τήν ἀρχαία ἐποχή, ὅπως τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Μαθουσάλα κ.ἄ., πού ἔζησαν πολλά χρόνια, παραπάνω ἀπό ἐνιακόσια (Γέν. 5, 5, 27). Γιά τήν μετέπειτα ὅμως ἐποχή ἰσχύει τό ῥητό τοῦ προφήτου Δαυΐδ· «Αἱ ἡμέραι τῶν ἐτῶν ἡμῶν ἐν αὐτοῖς ἑβδομήκοντα ἔτη, ἐάν δέ ἐν δυναστείαις, ὀγδοήκοντα ἔτη, καί τό πλεῖον αὐτῶν κόπος καί πόνος», δηλαδή· τά χρόνια τῆς ζωῆς μας περίπου ἑβδομήντα, ἤ στήν καλυτέρα περίπτωσι ὀγδόντα, καί τό μεγαλύτερο μέρος τους κόπος καί πόνος (Ψαλμ. 89, 10).

            Ἄγνωστο λοιπόν τό πότε θά κοπῇ τό νῆμα τῆς ζωῆς. Αὐτό εἶνε γνωστό μόνο στό Θεό.

            Τό σημερινό Εὐαγγέλιο μιλάει γιά ἕναν ἄνθρωπο πού πλούτισε καί σχεδίαζε νά γκρεμίσῃ τίς παλιές ἀποθῆκες του, γιά νά χτίσῃ νέες κ’ ἐκεῖ νά συγκεντρώσῃ τά πλούσια ἀγαθά του. Σχεδίαζε νά ζήσῃ ζωή ἀπολαύσεων καί ἡδονῶν. Ποτέ δέν φανταζόταν, ὅτι ὁ θάνατος εἶνε κοντά. Ἀλλ’ ἐνῷ ἦταν βυθισμένος μέσα σ’ αὐτές τίς σκέψεις, ξαφνικά ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ τόν εἰδοποιεῖ· «Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτί τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ· ἅ δέ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;», δηλαδή· ἀπερίσκεπτε, τή νύχτα ἐτούτη κιόλας σοῦ παίρνουν τή ψυχή· κι αὐτά πού ἔχεις ἑτοιμάσει σέ ποιόν θά μείνουν; (Λουκ. 12, 20). Αὐτά τά λόγια μᾶς δίνουν ἀφορμή νά μιλήσουμε ἐδῶ γιά τόν αἰφνίδιο θάνατο.

* * *

            Ἕνας λαϊκός μῦθος ἀναφέρει τό ἑξῆς χαρακτηριστικό διήγημα. Κάποτε ὁ Χάρος, ὅπως ὀνομάζει ὁ λαός τό θάνατο, πῆρε τήν ἐντολή νά παραλάβῃ τήν ψυχή ἑνός ἀνθρώπου. Ἦταν νύχτα καί ὁ Χάρος περιπλανήθηκε, ἔχασε τό δρόμο. Ἀντί λοιπόν νά πάῃ ἐκεῖ πού εἶχε ἐντολή, χτύπησε τήν πόρτα ἑνός ἄλλου ἀνθρώπου. Ἦταν ἕνας πολύτεκνος, καί τήν ἡμέρα ἐκείνη ἡ γυναίκα του εἶχε γεννήσει τό πέμπτο τους παιδί. Ὁ Χάρος εἶπε στό νοικοκύρη·

            -Ἦρθα νά πάρω τήν ψυχή κάποιου, ἀλλά βλέπω πῶς ἔκανα λάθος. Χτύπησα τή δική σου πόρτα σέ μιά ὥρα πού ἐσύ ἔχεις χαρά γιατί ἀπέκτησες νέο παιδί. Μέ συγχωρεῖς. Ἀλλά, μιά καί ἦρθαν ἔτσι τά πράγματα, ἄς συνδεθοῦμε κι ἄς γίνουμε κουμπάροι.

            Ὁ φτωχός ἄνθρωπος δέχτηκε τήν πρότασι καί συνδέθηκε μέ πνευματική συγγένεια μέ τό Χάρο. Μέ τήν οἰκειότητα ὅμως πού ἀπέκτησε τόλμησε νά παρακαλέσῃ τό Χάρο νά τοῦ κάνῃ μιά χάρι.

            – Τί χάρι ζητᾷς; Τοῦ λέει ὁ Χάρος.

            – Θά σέ παρακαλέσω, ὅταν πλησιάζῃ τό τέλος μου, νά μέ προειδοποιήσῃς πρίν ἔρθης νά μέ πάρῃς.

            – Αὐτό, τοῦ λέει ὁ Χάρος, εἶνε εὔκολο γιά μένα. Θά σέ προειδοποιήσω.

            Κάποια ἄλλη νύχτα, ὄχι πολύ μακρινή, ὁ Χάρος χτύπησε τήν πόρτα τοῦ κουμπάρου του.

            – Ἦρθα, τοῦ λέει. Ἔχω ἐντολή νά πάρω τήν ψυχή σου.

            Ταράχτηκε ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος καί διαμαρτυρήθηκε·

            – Μά εἴχαμε κλείσει συμφωνία, νά μέ προειδοποιήσῃς. Πῶς τώρα ἔρχεσαι ἔτσι ξαφνικά;

            Καί ὁ Χάρος ἀπαντᾷ·

            Δέν ἔχεις δίκιο νά διαμαρτύρεσαι. Ἐγώ σέ προειδοποίησα πολλές φορές ὣς τώρα.

            – Πῶς καί πότε;

            Κι ὁ Χάρος τοῦ ὑπενθυμίζει·

            – Δέν ἔνιωθες, ποῦ καί ποῦ, διαφόρους πόνους σέ πολλά σημεῖα τοῦ σώματός σου; πότε στά πόδια, πότε στό στῆθος, πότε στήν καρδιά, πότε…; Ὅλοι αὐτοί οἱ πόνοι ἦταν προειδοποιήσεις, ὅτι πλησιάζει τό τέλος. Ἀλλά ἐσύ ἀδιαφόρησες, νομίζοντας πῶς θά ζήσῃς ἐδῶ γιά πάντα. Καί νά ἐγώ τώρα, χωρίς ἄλλη εἰδοποίησι, παίρνω τήν ψυχή σου!

* * *

            Αἰφνίδιος θάνατος! Δυστυχῶς ἐλάχιστοι σκέπτονται τό θάνατο καί μάλιστα τόν ξαφνικό θάνατο. Ἄν εἴχαμε διαρκῶς στή μνήμη μας τό ἐνδεχόμενο τοῦ αἰφνιδίου θανάτου, ἡ ζωή μας θά ἄλλαζε ῥιζικῶς. Ὃσοι ἀπό τούς μεγαλυτέρους θυμοῦνται τίς φρικτές ἡμέρες πού πέρασε ἡ πατρίδα μας στό παρελθόν, μποροῦν νά καταλάβουν τί ἐννοοῦμε. Τότε βράδιαζε, καί δέν ξέραμε ἄν θά ξημερώσουμε· ξημέρωνε, καί δέν ξέραμε ἄν θά βραδιάσουμε. Τό φάσμα τοῦ θανάτου ἦταν διαρκῶς ἐμπρός στά μάτια ὅλων. Καί ὅταν ὁ θάνατος εἶνε τόσο κοντά, ἡ ζωή γίνεται πολύ διαφορετική…

            Λένε γιά τό Φίλιππο, τόν πατέρα τοῦ Μ. Ἀλέξανδρου, ὅτι εἶχε διατάξει ἕνα στρατιώτη νά παρουσιάζεται κάθε πρωΐ ἐμπρός του, μόλις ξυπνοῦσε ὁ βασιλιᾶς, καί νά τοῦ λέῃ· «Φίλιππε, θυμήσου πώς εἶσαι θνητός». Καί ἕνας ἄλλος βασιλιᾶς, ὁ Ξέρξης ὁ βασιλιᾶς τῆς Περσίας, ὅταν ἐξεστράτευε ἐναντίον τῆς μικρᾶς μας πατρίδος, παρέταξε στήν πεδιάδα τῆς Θεσσαλίας τόν ἀμέτρητο στρατό του. Παρήλαυναν ἐνώπιόν του ἀτέλειωτες σειρές ὁπλοφόρων, ἀξιωματούχων, ἁρμάτων… Ὅλοι χαίρονταν καί καμάρωναν. Ὅλοι, ἐκτός ἀπό τό βασιλιᾶ, πού σέ κάποια στιγμή τόν εἶδαν νά δακρύζῃ. Τότε κάποιος ἀπό τούς ἐπιτελεῖς του τόν ῥώτησε·

            – Βασιλιᾶ μου, εἶσαι ὁ ἐνδοξότερος βασιλιᾶς τοῦ κόσμου, γιατί λυπᾶσαι;

            -Τήν ὥρα πού παρήλαυναν τά στρατεύματα, ἀπαντᾷ ὁ Ξέρξης, μοῦ ἦρθε μία σκέψι. Σκέφτηκα, ὅτι ὕστερα από ἑκατό χρόνια δέν θά ζῇ κανείς ἀπ’ ὅλους μας· οὔτε αὐτοί πού παρελαύνουν, ἀλλ’ οὔτε ἐγώ πού τούς ἐπιθεωρῶ!

            Πράγματι «ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης» (Εκκλ. 1, 2).

            Αἰφνίδιος θάνατος! Εὐτυχισμένοι ἐκεῖνοι πού ἔχουν πάντοτε ἐμπρός τους τό θάνατο, ἐκεῖνοι πού διαρκῶς σκέπτονται ὅτι σήμερα – αὔριο ἔρχεται, ἐκεῖνοι πού προετοιμάζονται ὅπως προετοιμάζεται ἕνας ταξιδιώτης πού πρόκειται ν’ ἀναχωρήσῃ γιά χώρα μακρινή. Καί πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά προετοιμαστῇ γιά τό μεγάλο ταξίδι τοῦ θανάτου; Ἡ προετοιμασία εἶνε, νά ἔχῃ μετανοήσει καί νά ἔχῃ ἐξομολογηθῆ γιά ὅσα ἁμαρτήματα ἔκανε καί νά ἔχῃ κοινωνήσει τά ἄχραντα μυστήρια. Τότε, σέ ὁποιαδήποτε στιγμή καί νά ἔρθῃ ὁ θάνατος, ὁ ἄνθρωπος εἶνε ἀσφαλής.

            Ἡ ἁγία Γραφή λέει· «Μνήσθητι τά ἔσχατα καί παῦσαι ἐχθραίνων, καταφθοράν καί θάνατον, καί ἔμμενε ἐντολαῖς», δηλαδή· νά θυμᾶσαι τά τελευταῖα σου, καί σταμάτησε τίς ἐχθρότητες· (νά θυμᾶσαι) τή φθορά καί τό θάνατό σου, καί μένε πιστός στίς ἐντολές (Σ. Σειρ. 28, 6). Στά πατερικά βιβλία διαβάζουμε· «Ὅρος φιλοσοφίας μνήμη θανάτου», δηλαδή· προϋπόθεσις γιά νά προοδεύσῃς στήν ἐν Χριστῷ ζωή εἶνε τό νά θυμᾶσαι τό θάνατο. Συγκλονιστικά δέ εἶνε τά τροπάρια πού ψάλλονται κατά τή νεκρώσιμο ἀκολουθία· «Ὡς ἄνθος μαραίνεται καί ὡς ὄναρ παρέρχεται καί διαλύεται πᾶς ἄνθρωπος…». «..Μία ῥοπή, καί ταῦτα πάντα θάνατος διαδέχεται». «Πάντα ματαιότης τά ἀνθρώπινα, ὅσα οὐχ ὑπάρχει μετά θάνατον· οὐ παραμένει ὁ πλοῦτος, οὐ συνοδεύει ἡ δόξα, ἐπελθών γάρ ὁ θάνατος, ταῦτα πάντα ἐξηφάνισται…». Ἡ Ἐκκλησία σέ κάποια ἀπό τίς δεήσεις της πρός τόν Κύριο εὔχεται γιά τήν ἀπομάκρυνσι διαφόρων συμφορῶν, καί μεταξύ αὐτῶν τῶν ἀπειλητικῶν κινδύνων συμπεριλαμβάνει καί τόν αἰφνίδιο θάνατο· «Ἔτι δεόμεθα ὑπέρ τοῦ διαφυλαχθῆναι… ἀπό ὀργῆς, λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου καί αἰφνιδίου θανάτου…». Εἶνε ἐπικίνδυνος, πνευματικῶς, ὁ αἰφνίδιος θάνατος. Διότι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος φεύγει ἀπροετοίμαστος. Γι’ αὐτό καί ἕνας ὡραῖος ὕμνος πρός τήν Παναγία, πού λένε στά μοναστήρια ὅταν τελειώνει ἡ βραδινή προσευχή τοῦ ἀποδείπνου, λέει· «Παναγία Δέσποινα… πρόφθασον καί λύτρωσαι ἡμᾶς ἀπό πάσης περιστάσεως καί ἀπό θάνατον τόν ἐξαφνικόν καί πανώλεθρον…».

* * *

            Ἀγαπητοί μου· ἔχουμε πολλά παραδείγματα αἰφνιδίου θανάτου, καί θρηνοῦμε γι’ αὐτά καθημερινῶς. Δέν εἶνε πολύς καιρός πού ἕνα λεωφορεῖο, στό κέντρο τῶν Ἀθηνῶν, ἔπεσε πάνω στό πεζοδρόμιο καί θανάτωσε νεαρούς φοιτητάς. Καί τί νά ποῦμε γιά τά τροχαῖα τῶν ἐθνικῶν ὁδῶν κατά τίς διήμερες ἐξόδους κάθε Σαββατοκύριακου ἤ τίς πολυήμερες τῶν ἀργιῶν; Χιλιάδες εἶνε τά αὐτοκινητιστικά δυστυχήματα. Ξεκινᾷς μέ τό αὐτοκίνητο καί δέν ξέρεις ἄν θά φθάσῃς στόν προορισμό σου. Αἰφνίδιος θάνατος παραμονεύει….

            Γι’ αὐτό ὅλοι, μικροί καί μεγάλοι, ἄς προσπαθήσουμε νά προετοιμάζουμε τόν ἑαυτόν μας μέ τή διαρκῆ μνήμη τοῦ θανάτου. Ἄς ἀξιοποιοῦμε τόν καιρό τοὐλάχιστον σάν τόν ἀρχαῖο ἐκεῖνο βασιλιᾶ τῆς Ῥώμης, πού κάθε βράδι, προτοῦ νά κοιμηθῇ, ἀνασκοποῦσε τήν ἡμέρα πού πέρασε, θυμόταν τό θάνατο καί, ὅταν δέν εἶχε κάνει κάποιο καλό, ἔλεγε· «ἈΛλοίμονο, ἔχασα τήν ἡμέρα μου!». Διαφορετικά, θ’ ἀκούσουμε κ’ ἐμεῖς κάποια στιγμή τή φωνή τοῦ Κυρίου νά μᾶς λέῃ· «Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτί τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ· ἅ δέ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;»  (Λουκ. 12, 20).

Ἐπίσκοπος κυρός Αὐγουστίνος Ν. Καντιώτης
(20 Απριλίου 1907 – 28 Αυγούστου 2010)

            Οἱ εἱκόνες τοῦ κειμένου, ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

Ποῦ ἀνήκεις;

Ποῦ ἀνήκεις;

           Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ (Ἰωάν. 7, 37 – 52· 8, 12), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 55). «Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι’ αὐτόν» (Ἰωάν. 7, 43).            Μία, ἀγαπητοί...

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...