M

Close

Φωνή Ἁγίων και Συνόδων

Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ», τοῦ Θεολόγου Γεωργίου Ψαλτάκη. (Σελ. 251).

            Μερικοί Οἰκουμενισταί, φέρονται μέ ἁβρότητα ἔναντι τῶν ἑτεροδόξων καί μάλιστα τῶν Παπικῶν, ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ Παπικοί δέν εἶναι αἱρετικοί, διότι δέν τούς κατεδίκασεν Οἰκουμενική Σύνοδος.

            Τό ὅτι ὅμως δέν τούς κατεδίκασεν Οἰκουμενική Σύνοδος δέν εἶναι ἐπιχείρημα σοβαρόν. Μήπως κατεδίκασεν Οἰκουμενική Σύνοδος τούς Διαμαρτυρομένους, τούς Ἀγγλικανούς ἤ τούς Μάρτυρας τοῦ Ἰεχωβᾶ; Μποροῦμε νά τούς θεωρήσουμεν ὡς μή αἱρετικούς;

            Ὑπάρχουν ὅμως κείμενα καί Ἁγίων καί Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας μας, στά ὁποῖα οἱ Παπικοί χαρακτηρίζονται ὡς αἱρετικοί. Ἰδού ὡρισμενα ἀπό αὐτά:

            Ὁ ἡρωϊκός ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας Μέγας Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, στήν «Ἐγκύκλιόν» του «Ἐπιστολήν» πρός τούς τῆς Ἀνατολῆς ἀρχιερατικούς θρόνους, ἐξ ἀφορμῆς τῆς δράσεως τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Πάπα στήν Βουλγαρίαν, ἔγραψε τό ἔτος 866 ὅτι οἱ Παπικοί εἰσπήδησαν στόν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, πού μόλις εἶχε φυτευθῆ – δέν εἶχε περάσει πολύς καιρός ἀπό τότε πού εἶχαν γίνει οἱ Βούλγαροι Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι – καί τόν διέφθειραν μέ τά αἱρετικά δόγματά τους. Μέ νόθους καί πονηρούς λογισμούς καί μέ πανουργίαν ἐπιχείρησαν μέ θράσος νά τούς ἀποσπάσουν ἀπό τήν ἀμώμητον Πίστιν, νοθεύοντας τά καθαρά καί ὀρθά δόγματα τῶν Ὀρθοδόξων(¹).

            Γιά δέ τήν κακοδοξίαν τοῦ Παπισμοῦ, τήν γνωστήν ὡς «φιλιόκβε» (Filioque), ὅτι δηλαδή τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ», ὁ Μέγας Φώτιος ἔλεγεν ὅτι ἡ ἄποψις αὐτή εἶναι βλάσφημος καί θεομάχος. Στρέφεται μάλιστα ἐναντίον τῶν λόγων τῶν Ἁγίων Προφητῶν, Ἀποστόλων, Ἱεραρχῶν, Μαρτύρων καί αὐτοῦ ἀκόμη τοῦ Θεανθρώπου(²).

            Ἔτσι μιλοῦσαν οἱ Ἅγιοι γιά ὅσους ἐπιχειροῦσαν νά διαστρέψουν τήν Πίστιν.

            Κατά τόν 14ον αἰῶνα ἀνεδείχθη ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἔπνεεν ἰσχυρός φιλενωτικός ἄνεμος. Πατριάρχαι, ὅπως ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννης Βέκκος, ἦσαν λατινόφρονες. Ἀλλά καί οἱ αὐτοκράτορες, ἐλπίζοντες στήν βοήθειαν τῶν Παπῶν πρός ἀπόκρουσιν τῆς τουρκικῆς ἀπειλῆς, ὑπεστήριζαν τήν ἕνωσιν μέ τούς Λατίνους. Ἡ ἀντίστασις ὅμως τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, ἀνέτρεψε τά σχέδια τους. Μέ τούς δύο σπουδαίους θεολογικούς λόγους του «Περί τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» ἐκονιορτοποιήθη ἡ ψευδοδιδασκαλία τοῦ Παπισμοῦ, ὅτι τό Ἅγιον Πνεῦμα εκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ», καί ἀπεδείχθη αἵρεσις.

            Χρησιμοποιεῖ μάλιστα ὁ Ἅγιος βαρυτάτους χαρακτηρισμούς γιά τούς Λατίνους. Τούς ὀνομάζει δυσσεβεῖς καί λέγει ὅτι σκέπτονται καί δογματίζουν «φρενοβλαβῶς». Ἔχει ἀσθενήσει δηλαδή τό μυαλό τους. Ἐνῷ οἱ Ἅγιοι, συνεχίζει ὁ Ἱερός Πατήρ, θεολογούν καί προβάλλουν τό ὀρθόν, οἱ Λατῖνοι δογματίζουν ἀντιθέτως πρός τούς Ἁγίους μέ δολιότητα. Τά ὅσα ὑποστηρίζουν οἱ Λατῖνοι, προσθέτει, δέν ἐτόλμησε νά τά εἴπῃ κανείς αἱρετικός ποτέ. Καί ὁ Ἅγιος, πού ἀποτελεῖ τό καύχημα τῆς Ὀρθοδοξίας μας, συμπληρώνει: Ὅσοι συγχέουν τήν ἐκπόρευσιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλαδή τήν ἀνερμήνευτον προέλευσίν Του ἀπό τόν Πατέρα, μέ τήν ἔκχυσιν καί ἀποστολήν του στόν κόσμον, εἶναι δυσσεβεῖς καί ἀναιδεῖς(³).

            Αὐτός πού ἐκφράζεται μέ αὐτόν τόν τρόπον γιά τούς Λατίνους, δέν εἶναι ὁ οἱοσδήποτε. Εἶναι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «ὁ ὁποῖος περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον ἐξέφραζε τόν ὀρθόδοξο πολιτισμό»(⁴), καί προβάλλεται ἀπό τήν Ἐκκλησίαν μας ὡς ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τῆς κενῆς ἀπάτης τοῦ ἐνδεδυμένου μέ φιλοσοφικόν μανδύαν Λατινισμοῦ.

            Ἔπειτα ἀπό ἑκατόν περίπου χρόνια ἔλαμψεν ἄλλος ἀστήρ τοῦ νοητοῦ στερεώματος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός. Ὁ ἡρωϊκός Μητροπολίτης τῆς Ἐφέσου, πού ἀνέτρεψε τήν ψευδοένωσιν μέ τούς Λατίνους, ἡ ὁποία εἶχεν ὑπογραφῆ στήν Σύνοδον Φερράρας – Φλωρεντίας τῆς Ἰταλίας. Στήν «Ἐγκύκλιόν» του πρός «τούς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καί τῶν νήσων εὑρισκομένους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς», πού ἐξεδόθη τό ἔτος 1440 ἤ 1441, ὁμιλεῖ μέ δυναμικήν, συγχρόνως δέ καί πειστικήν γλῶσσαν γιά τήν αἵρεσιν τοῦ Παπισμοῦ. Αἱρετικός, λέγει, εἶναι αὐτός, πού ἔστω καί ὀλίγον παρεκκλίνει ἀπό τήν ὀρθήν Πίστιν. Ἐάν λοιπόν οἱ Λατῖνοι δέν παρεκκλίνουν καθόλου ἀπό τήν ὀρθήν Πίστιν, ἀδίκως τούς ἀπεκόψαμεν. Ἄν ὅμως παρεκκλίνουν καί μάλιστα πολύ ὡς πρός τήν θεολογίαν, πού σχετίζεται μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα, εἶναι αἱρετικοί καί τούς ἀπεκόψαμεν ὡς αἱρετικούς(⁵). Καί ἀποδεικνύει κατόπιν τό διατί εἶναι αἱρετική κακοδοξία τό «Φιλιόκβε».

            Ἡ φωνή τοῦ Ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ ἀποκτᾷ ἰδιαιτέραν ἐπικαιρότητα μέ τά ὅσα ἀναφέρει στήν Ἐγκύκλιον Ἐπιστολήν του ὡς πρός τίς συμπρεοσευχές, καί μάλιστα σέ ὥραν Λατρείας, Ὀρθοδόξων καί ἑτεροδόξων. Δέν πρέπει, λέγει, ἕνας Λατῖνος νά ἁγιάζεται ἀπό ἱερατικό χέρι Ὀρθοδόξου Κληρικοῦ διά τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, παρά μόνον ἀφοῦ προηγουμένως ὁ Λατῖνος ἀποκηρύξῃ τίς κακοδοξίες καί συνήθειές του(⁶). Ἐάν δέν μετανοήσουν οἱ Λατῖνοι καί δέν ἀποκηρύξουν τίς πλάνες τους, δέν ἐπιτρέπεται εὐλογία Ὀρθοδόξου Λειτουργοῦ πρός τούς Παπικούς.

            Τό ὅτι εἶναι αἱρετικοί οἱ Παπικοί, τό τονίζει σαφέστατα ὁ Ἅγιος Μᾶρκος: Ἔχουν, γράφει, δόγματα ξένα, διαφορετικά ἀπό τά δόγματα τῶν Ὀρθοδόξων καί, ἀφοῦ κάθε ἀντίθετον πρός τά Ὀρθόδοξα δόγματα εἶναι αἱρετικόν, πρέπει νά κατηχηθοῦν ὁπωσδήποτε στήν Ὀρθόδοξον Πίστιν(⁷).

            Ἐάν ἑπομένως, ὅσοι Ὀρθόδοξοι πλησιάζουν τούς ἑτεροδόξους μέ τούς Διαλόγους κλπ. φρονοῦν ὅτι τό κάμνουν γιά νά κατηχήσουν τούς Παπικούς καί νά βοηθήσουν στό νά ἐπιστρέψουν στήν Ὀρθοδοξίαν, τότε ἀλλάσουν τά πράγματα. Πολύ σωστά ἐτόνισε πρό ἐτῶν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Χριστόδουλος: «Οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουμε συνείδηση τῆς ἀλήθειας πού κρατᾶμε. Δέν πηγαίνουμε στούς Διαλόγους γιά νά ἀνταλλάξουμε τήν Ὀρθοδοξία μέ ὁποιοδήποτε ἀντάλλαγμα. Πηγαίνουμε μέ τή συνείδηση ὅτι κατέχουμε τό πλήρωμα τῆς ἀληθείας. Καί μποροῦμε αὐτό νά τό αποδείξουμε»(⁸). Αὐτό εἶναι τό πρέπον καί τό σύμφωνον πρός τήν Παράδοσίν μας. Τόν τελευταῖον ὅμως καιρόν τά πράγματα δείχνουν ὅτι τό κριτήριον καί αἰσθητήριον ὡρισμένων ἐκπροσώπων τῆς Ὀρθοδοξίας ὡσάν νά ἔχουν κάπως ἀμβλυνθῆ καί προχωροῦν σέ ἐνέργειες, πού σκανδαλίζουν τούς πιστούς.

            Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὅμως προχωρεῖ περισσότερον καί δίδει κάποιαν ἐξήγησιν τῆς νοοτροπίας ὡρισμένων, οἱ ὁποῖοι εἶναι συμβιβαστικοί καί ὑποχωρητικοί, καί φθάνουν στό σημεῖο νά ὑποστηρίζουν ὅτι οἱ Παπικοί εἶναι ὅμοιοι μέ τούς Ὀρθοδόξους. Πῶς, λέγει, τόσο ξαφνικά στίς μέρες μας ἀπεδείχθησαν Ὀρθόδοξοι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι ἐπί τόσα χρόνια καί ἀπό τόσους καί τόσους Πατέρας καί διδασκάλους ἐθεωρήθησαν ὡς αἱρετικοί; Ποιός τούς ἔκαμε τόσον εὔκολα Ὀρθοδόξους καί ἔδωσε πιστοποιητικόν περί τῆς Ὀρθοδοξίας τους; Καί ἀπαντᾷ ὁ ἴδιος, ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν του τά ὅσα συνέβησαν στήν ψευδοσύνοδο τῆς Φερράρας – Φλωρεντίας, ὅπου ἔδωσεν ἡρωϊκήν μάχην ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας: Νά σοῦ πῶ ἐγώ ποιός τούς ἔδωσε αὐτό τό πιστοποιητικόν, ἄν θέλῃς νά ἀκούσῃς τήν ἀλήθειαν· τό χρυσάφι καί τό συμφέρον!(⁹).

            Ὡς πρός τόν οἰκονομικόν παράγοντα τῆς ἀμβλύνσεως τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος ἀναφέρομεν τά ἑξῆς: Στόν Μητροπολίτην Νικαίας Βησσαρίωνα, ὁ ὁποῖος ἐπρωτοστάτησε στήν Σύνοδον Φερράρας – Φλωρεντίας ὑπέρ τῶν παπικῶν ἀπόψεων καί ἔγινεν ἐξωμότης, ὁ Πάπας προσέφερε πλούσια δῶρα. Τόν «ἀνύψωσεν ἀπό τῆς 18ης Δεκεμβρίου τοῦ 1439 εἰς τό ἀξίωμα τοῦ Καρδιναλίου… τοῦ προσέφερεν ἀκόμη ὡς ἐτησίαν σύνταξιν 300 Φλωρίνια (χρυσᾶ νομίσματα), ἐφ’ ὅσον θά ἔμενε στήν Κωνσταντινούπολιν, ἤ 500 Φλωρίνια ἐάν ἐπέστρεφε εἰς τήν Ἰταλίαν, διά νά ἐγκατασταθῇ ὁριστικῶς εἰς τήν παπικήν αὐλήν. Ὁ Βησσαρίων ἐξεπλήρωσε τήν παπικήν ἐπιθυμίαν περί ἐγκαταστάσεως εἰς τήν Ἰταλίαν. Φαίνεται ὅτι ἀπεδέχθη καί τήν χρηματικήν ἀμοιβήν, παρ’ ὅλον ὅτι μερικοί τό ἀμφισβητοῦν…»(¹⁰).

            Ὁ ἴδιος Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός στόν μαθητήν του Γεώργιον Σχολάριον, πού ἔλαβε καί αὐτός μέρος στήν Σύνοδον τῆς Φερράρας – Φλωρεντίας καί εἶχεν ἐπηρεασθῆ ἀπό τίς λατινικές ἀπόψεις, ἔγραψε μεταξύ τῶν ἄλλων καί τά ἑξῆς: «Φεῦγε ἀπό τήν Αἴγυπτον, τά Σόδομα καί τά Γόμορρα, δηλαδή ἀπό τήν φοβεράν πλάνην καί τήν θανατηφόρον αἵρεσιν… διά νά μή συμπαραληφθῇς εἰς τήν καταστροφήν. Ἀλλά σέ κρατεῖ καί σέ ἔχει κυριεύσει ἡ κούφια κενοδοξία καί φαντασία καί ὁ μάταιος πλοῦτος καί τά κομψά καί πολύτιμα φορέματα (ἐπανωφόρια) καί τά ἄλλα ὅσα συνιστοῦν τήν κοσμικήν εὐημερίαν καί φαντασίαν. Ἀλλοίμονον στόν φιλόσοφον Σχολάριον μέ τήν ἀφιλόσοφον διάνοιαν!»(¹¹).

            Ἀφοῦ δέ ἐτόνισε διά πολλῶν ὁ Ἅγιος στόν Σχολάριον ὅτι δέν χωρεῖ μεσότης καί συμβιβασμός στά τῆς Πίστεως, τόν ἐβοήθησε νά συνέλθῃ καί νά σταθῇ, ὅπως ἔπρεπε, καί νά ἀναδειχθῇ κατόπιν ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας.

            Πολύ χαρακτηριστική καί σχετική μάλιστα μέ ὡρισμένους ἐκπροσώπους τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι καί ἡ ἑξῆς φράσις τοῦ Ἁγίου: «Οὐδέποτε διά μεσότητος, ἄνθρωπε, τά ἐκκλησιαστικά διωρθώθη· μέσον ἀληθείας καί ψεύδους οὐδέν ἐστιν» (¹²).

            Ὁ φλογερός ἐθναπόστολος καί ἰσαπόστολος Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἱερομόναχος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού μέ τήν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὤργωσε τήν Ἑλλάδα καί μέ τά κηρύγματά του ἀνέτρεψε τό κῦμα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ, πού ἀπειλοῦσε νά καταπνίξῃ τούς Χριστιανούς, ἔλεγε γιά τόν Πάπαν ὅτι εἶναι «Ἀντίχριστος» καί ἐτόνιζε προφητικῶς: «Τόν Πάπαν νά καταρᾶσθε, διότι αὐτός θά εἶναι ἡ αιτία»(¹³). Δέν προέτρεψε νά ἐναγκαλιζώμεθα καί νά ὀνομάζωμεν «Ἁγιώτατον Ἀδελφόν» τόν Πάπαν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, ἀλλά νά τόν καταρώμεθα ὡς Ἀντίχριστον καί αἴτιον πολλῶν κακῶν.

            Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, τό καύχημα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ ὁποῖος εἶχε καταρτισθῆ διανοητικῶς ὅσον ἐλάχιστοι ἄνθρωποι καί ἑρμήνευσεν ἄριστα τούς Ἱερούς Κανόνας, γράφει σχολιάζοντας τό Ο’ Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ ὁποῖος ἀπαγορεύει ρητῶς νά νηστεύῃ ἤ νά ἑορτάζῃ ὁ Χριστιανός Κληρικός ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι ἤ νά δέχεται ἀπό αὐτούς «τά τῆς ἑορτῆς ξένια, οἶον ἄζυμα, ἤ τι τοιοῦτο». «Ἐντεῦθεν γίνεται φανερόν, πόσον ἀξιοκατάκριτοι εἰσιν οἱ Λατῖνοι, οἱ καινοτομήσαντες τό μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας, καί εἰσάξαντες ἐν αὐτῷ τά Ἰουδαϊκά ἄζυμα…. Ψευδέστατον δέ ἀπεδείχθη τό παρά τῶν Λατίνων προτεινόμενον ὅτι ὁ Κύριος ἐτέλεσε τόν μυστικόν Δεῖπνον δι’ ἀζύμου ἄρτου…»(¹⁴). Τονίζει δηλαδή ὁ Ἅγιος ὅτι πλανῶνται οἱ Παπικοί καί δέν εὑρίσκονται στήν ἀλήθειαν.

            Ὁ νεοφανείς τέλος Ἅγιος τοῦ αἰῶνος μας Ἅγιος Νεκτάριος, Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως ὁ θαυματουργός, τόν ὁποῖον τιμοῦν τά πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων ἀπ’ ἄκρου σ’ ἄκρον τῆς γῆς, γράφει σέ εἰδικόν σύγγραμμά του τά ἑξῆς: Τό Σχίσμα τῶν Δυτικῶν ἀπό τήν Ὀρθοδοξίαν προῆλθεν «ἕνεκα τῆς ἀπαιτήσεως τῶν Παπῶν τῆς ὑποταγῆς τῆς Οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας, τῆς μιᾶς καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῇ ἐπισκοπῇ τῆς Ρώμης. Ἐν τούτῳ δέ κεῖται ὁ λόγος τοῦ σχίσματος, ὅστις ἀληθῶς εἶναι μέγιστος, διότι ἀνατρέπει τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, καί ὁ σπουδαιότερος δογματικός λόγος, διότι εἶναι ἄρνησις τῶν ἀρχῶν τοῦ Ευαγγελίου»(¹⁵). Οἱ ἐνέργειες δηλαδή τοῦ Πάπα καί οἱ ἀπαιτήσεις του δέν εἶναι μόνον αἱρετικές ἀλλά «ἀνατρέπουν τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου» καί εἶναι «ἄρνησις τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου».

* * *

            Ὑπάρχουν ὅμως καί ἐπίσημα «Συνοδικά» κείμενα:

            Ἰδού τί γράφει μεταξύ ἄλλων ἡ «Ἐγκύκλιος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1722 πρός τούς Ὀρθοδόξους Ἀντιοχεῖς», ἡ ὁποία ὑπογράφεται ἀπό τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην Ἱερεμίαν, τόν Πατριάρχην Ἱεροσολύμων Χρύσανθον, τόν Πατριάρχην Ἀντιοχείας Ἀθανάσιον καί πολλούς Μητροπολίτας: «… Ὅθεν καί συμβουλεύομεν πατρικῶς καί πνευματικῶς ὅλους τούς ὑπό τόν ἁγιώτατον θρόνον τῆς Ἀντιοχείας εὑρισκομένους Χριστιανούς, μικρούς τε καί μεγάλους… νά προσέχετε καλῶς καί νά φυλάττετε τήν πατροπαράδοτόν σας πίστιν, καί νά μένετε στερεῶς μέσα εἰς τά ὅρια τῆς Ἀνατολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὅσα παρέλαβε καί ἐδιδάχθη ἄνωθεν… τά ἐφύλαξε καί τά φυλάττει ἀπαρασάλευτα καί ἀνόθευτα, καί νά ἀπέχετε μακράν από τάς καινοτομίας καί τούς νεωτερισμούς τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι δέν ἄφησαν κανένα δόγμα καί μυστήριον καί παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας ὁπού νά μήν τό φθείρουν καί νά τό νοθεύσουν… Ὅστις δέ τολμήσει ἀπό λόγου σας νά ἀθετήσῃ τά δόγματα τῆς Ἀνατολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί νά… δεχθῇ κανένα νεωτερισμόν καί ἀπάτην καί ψεῦδος τῆς λατινικῆς κακοδοξίας, ἄς γνωρίζῃ βεβαίως ὁ τοιοῦτος, ὅτι ἁμαρτάνει θανάσιμα, ἐπειδή καί εὐγαίνει ἀπό τά ὅρια τῆς εὐσεβείας, καί γίνεται ὑπόδικος καί ὑπεύθυνος τῇ αἰωνίᾳ κολάσει καί ὡσάν ἀσεβής καί αἱρετικός λογισθήσεται παρά Θεῷ…»(¹⁶).

            Ἡ «Ἐγκύκλιος τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου τοῦ 1838 κατά τῶν λατινικῶν καινοτομιῶν», πού ὑπογράφεται ἀπό τόν Οἰκουμενικόν Πατριάρχην Γρηγόριον μέ σύμφωνον γνώμην τῶν Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας Ἱεροθέου καί Ἀντιοχείας Μεθοδίου, ὑπογράφεται ἐπίσης καί ἀπό τόν Πατριάρχην Ἱεροσολύμων Ἀθανάσιον καί πολλούς Μητροπολίτας, περιλαμβάνει μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «… Ταῦτα ἐξεθέμεθα, τέκνα ἡμῶν πνευματικά, συντόμως μέν καί κεφαλαιωδῶς, σαφῶς δέ πρός διάκρισιν ὑμετέραν καί ἀσφάλειαν εἰς τά περί τῆς Ὀρθοδοξίας, ἵνα γνωρίσητε ὅσον τό διάφορον ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τῶν Κατολίκων, καί ἵνα μή ἀπατᾶσθε τοῦ λοιποῦ ἀπό ἀπό τά σοφίσματα καί καινοφωνίας τῶν ψυχοφθόρων τούτων αἱρετικῶν, οἵτινες ἀκολουθοῦντες σοφιστικαῖς κακοτεχνίαις καί παραλελογισμέναις διδασκαλίαις, ἐκτρεπόμενοι εἰς βεβήλους καινοφωνίας καί ἀντιθέσεις ψευδωνύμων γνώσεων, ἠστόχησαν, κατά τόν Παῦλον, περί τήν πίστιν, καί ἀγωνίζονται ὅλαις δυνάμεσι καί ἑτέρους συνεφελκύσαι εἰς τό ἴδιον βάραθρον, καί προσηλύτους ποιῆσαι ὑμᾶς τῆς ματαιόφρονος καί σατανικῆς τούτων αἱρέσεως… προτρεπόμεθα καί συμβουλεύομεν ὑμᾶς ἅπαντας, ἵνα προσέχητε ἑαυτοῖς καί μή συγκοινωνῆτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου ἵνα στήκετε στερεοί ἐπί τήν ἀκράδαντον πέτραν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως…»(¹⁷). Δέν χρησιμοποιοῦσαν γλῶσσαν ἁβρότητος γιά θέματα Πίστεως οἱ Πατριάρχαι. Ἔλεγαν τά πράγματα ὅπως ἦσαν καί ὄχι ὡραιοποιημένα. Δέν ἐδίσταζαν δέ νά χαρακτηρίσουν τόν Παπισμόν «σατανικήν αἵρεσιν».

            Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλα Συνοδικά Ἔγγραφα:

            Τό ἔτος 1848 καί συγκεκριμένως στίς 6 Ἰανουαρίου ὁ Πάπας Πῖος Θ’ ἐξέδωσεν Ἐγκύκλιον «πρός τούς Ἀνατολικούς», μέ τήν ὁποίαν καλοῦσε τούς Χριστιανούς τῆς Ἀνατολῆς, δηλαδή τούς Ὀρθοδόξους, νά ἑνωθοῦν μέ τήν Ρώμην, ἀναγνωρίζοντας βεβαίως τό «πρωτεῖον» του καί τίς ἄλλες κακοδοξίες του.

            Στήν παπικήν αὐτήν Ἐγκύκλιον ἀπήντησαν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχαι τῆς Ἀνατολῆς μέ μίαν θαυμασίαν Ἐγκύκλιον, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μνημεῖον, ἀλλά καί κριτήριον Ὀρθοδόξου λόγου.

            Ἡ Ἐγκύκλιος αὐτή τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς ἐξεδόθη τόν Μάϊον τοῦ 1848 καί ὑπογράφεται ἀπό τούς Πατριάρχας Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμον ς’, Ἀλεξανδρείας Ἱερόθεον Β’, Ἀντιοχείας Μεθόδιον, Ἱεροσολύμων Κύριλλον Β’ καί ἀπό 29 Μητροπολίτας, μέλη τῶν Ἱερῶν Συνόδων τῶν ἀνωτέρω Πατριαρχείων. Ἐκυκλοφόρησε στά ἑλληνικά, γαλλικά καί ρωσικά καί περιέχει 23 παραγράφους.

            Εὐθύς ἐξ ἀρχῆς οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχαι κάμνουν λόγον γιά τίς «τερατώδεις αἱρέσεις», τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία «ἤδη ἐκ τῶν σπαργάνων αὐτῆς (=ἀπό τό ξεκίνημά της)» ἠναγκάσθη νά «καταπολεμήσῃ καί κατά πασών ἐθριάμβευσέ τε μέχρι τῆς σήμερον, καί θριαμβεύσει τροπαιοφόρος εἰς αἰῶνα τόν ἅπαντα».

            Ἀπό τίς αἱρέσεις αὐτές, γράφουν, ἄλλες μέν «πάντῃ ἐξέλιπον (=ἐξηφανίσθησαν ἐντελῶς)», ἄλλες «φθίνουσιν… αἱ δέ καί θάλλουσι κατά γε τό μᾶλλον καί ἧττον (=εἶναι θαλερές καί ἔχουν δραστηριότητες μέσα στόν κόσμον)».

            Ἀπό τίς αἱρέσεις, πού ἁπλώθηκαν σέ ὅλον τόν κόσμον, προσθέτουν οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχαι, ἄλλοτε μέ ἦτο «ὁ Ἀρειανισμός, ἔστι δέ καί σήμερον καί ὁ Παπισμός· ἀλλά καί οὗτος… καίτοι ἀκμαῖος τό γε νῦν (=μολονότι παρουσιάζεται πρός τό παρόν ἀκμαῖος καί ἰσχυρός, ὅμως) οὐκ ἰσχύσει εἰς τέλος, ἀλλά διελεύσεται καί καταβληθήσεται (=θά περάσῃ καί θά χαθῇ, θά κατανικηθῇ)». Σχετίζουν μάλιστα τήν πτῶσιν τῆς αἱρέσεως τοῦ Παπισμοῦ μέ τήν πτῶσιν τοῦ Σατανᾶ, γιά τήν ὁποίαν ὁμιλεῖ ἡ «Ἀποκάλυψις» τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στό δωδέκατον κεφάλαιον.

            Στήν συνέχειαν ἀναφέρονται στήν κακοδοξίαν τῶν Παπικῶν περί τῆς ἐκπορεύεσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ («Φιλιόκβε») καί τήν χαρακτηρίζουν ὡς «αἵρεσιν καί τούς ὀπαδούς αὐτῆς οἱοιδήποτε καί ἄν ὦσιν αἱρετικούς». Θεωροῦν δέ «πᾶσαν κοινωνίαν πνευματικήν καί θρησκευτικήν τῶν Ὀρθοδόξων τέκνων τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας πρός τούς τοιούτους ἄθεσμον, μάλιστα δέ τῇ δυνάμει τοῦ ζ’ κανόνος τῆς Γ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου». (Θεωροῦν δηλαδή παράνομον κάθε πνευματικήν καί θρησκευτικήν σχέσιν τῶν Ὀρθοδόξων μέ τούς Παπικούς).

            Ὁμιλοῦν κατόπιν γιά τούς νεωτερισμούς «περί τό μυστήριον τοῦ κοσμοσωτηρίου βαπτίσματος καί τῆς θείας Κοινωνίας καί τῆς Ἱερωσύνης», πού τούς χαρακτηρίζουν ὡς «γεννήματα τερατώδη», τά ὁποῖα κατακυρίευσαν τήν Ἐκκλησίαν τῆς παλαιᾶς Ρώμης καί ἀπέκτησαν ἔνδυμα ἐπίσημον, τό ὁποῖον «πρός διαστολήν» ἔλαβε «καί προσηγορίαν Παπισμός». (Ὁ Παπισμός δηλαδή εἶναι κάτι διαφορετικόν ἀπό τήν ἀληθινήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ).

            «Οἱ διά τήν εὐσέβειαν μακαριστοί προκάτοχοι καί πατέρες ἡμῶν», συνεχίζουν οἱ Πατριάρχαι, μολονότι «πολυμερῶς καί πολυτρόπως ἐπηρεασθέντες καί καταδιωχθέντες ἔσωθεν καί ἔξωθεν, ἀμέσως τε καί ἐμμέσως ὑπό τοῦ Παπισμοῦ, ῾῾πεποιθότες ἐπί Κύριον᾽᾽ ἴσχυσαν ἵνα διασώσωσι καί παραδώσωσι σώαν καί εἰς ἡμᾶς ταύτην τήν ἀνεκτίμητον κληρονομίαν τῶν πατέρων αὐτῶν, ἥν καί ἡμεῖς, Θεοῦ συνάρσει (=μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ) μετοχετεύσομεν (=θά παραδώσωμεν) ὡς θησαυρόν πολύτιμον εἰς τάς ἐπερχομένας γενεάς μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Ἀλλ’ οὐ διά τοῦτο παύουσιν ἕως τῆς σήμερον ἤ παύσονται οἱ Παπισταί, κατά τό ἔθος αὐτῶν, ἐπιτιθέμενοι κατά τῆς Ὀρθοδοξίας, ἥν ἔχουσιν ἔλεγχον ζῶντα καθημερινόν ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, ὡς ἀποστατήσαντες ἐκ τῆς προγονικῆς αὐτῶν πίστεως». (Ἐλέγχονται δηλαδή οἱ Παπικοί, πού ἀπεστάτησαν ἀπό τήν ἀρχαίαν Πίστιν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἦτο κοινή σέ Ἀνατολήν καί Δύσιν, βλέποντας τήν Ὀρθοδοξίαν, καί γι΄αυτό δέν ἔπαυσαν οὔτε θά παύσουν ποτέ νά τήν πολεμοῦν).

            Ἄς ἰδῇ ὁ Πάπας, λέγουν στήν συνέχειαν οἱ Πατριάρχαι, «πόσας μέν ἄλλας τερατώδης θυγατέρας ἐγέννησεν ἐν τῇ Δύσει ὁ Παπισμός, ἔτι καί νῦν ζώσας (ἐννοεῖ τίς προτεσταντικές λεγόμενες «ἐκκλησίες»), ἐνῷ ἡ Ὀρθοδοξία ἐτήρησε τήν Καθολικήν Ἐκκλησίαν ἄφθορον νύμφην τῷ νυμφίῳ αὐτῆς». Ἄς ἰδῇ ἀκόμη, προσθέτουν, καί «πόσα ὀφείλουν ἀληθῶς νά ἀπορριφθῶσιν ἀπό τά σημερινά παπικά τε δόγματά τε καί μυστήρια», ἐπειδή αὐτά εἶναι «ἐντάλματα ἀνθρώπων» καί ὄχι διδασκαλίες τοῦ Θεοῦ. Μόνον ἔτσι θά «δυνηθῇ καταλλαγήναι (=νά συμφιλιωθῇ) ἡ τά πάντα καινοτομήσασα τῆς Δύσεως Ἐκκλησία πρός τήν ἀναλλοίωτον καθολικήν ὀρθόδοξον πίστιν τῶν κοινῶν Πατέρων ἡμῶν». (Συμφιλίωσις δηλαδή, πρίν νά ἀποκηρύξουν τά παπικά τους δόγματα οἱ Λατῖνοι, εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρξῃ. Οἱ παπικοί ὅμως δέ ὑποχωροῦν καί σήμερα οὔτε βῆμα ἀπό τά δόγματά τους).

            Στήν Ὀρθόδοξον Ἀνατολήν, συνεχίζουν, κανείς, ὅσον ὑψηλά καί ἄν στέκεται, δέν μπορεῖ νά ἀλλάξῃ τήν Πίστιν μας, διότι φύλαξ καί φρουρός τῆς Πίστεως εἶναι ὁ λαός. «Παρ’ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησάν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν αὐτό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτός ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καί ὁμοειδές τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ, ὡς ἔργῳ ἐπειράθησαν καί πολλοί τῶν ἀπό τοῦ σχίσματος Παπῶν τε καί Πατριαρχῶν Λατινοφρόνων μηδέν ἀνύσαντες»(¹⁸). (Πολλοί δηλαδή Πάπαι, ἀλλά καί Λατινόφρονες Πατριάρχαι, ἐπεχείρησαν νά ἐνεργήσουν εἰς βάρος τῆς ἀληθείας τῆς Πίστεως, ἀλλ’ ἀπεκρούσθησαν ἀπό τόν λαόν τοῦ Θεοῦ).

            Αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος γραμμή: Τέτοιαν ἰδέαν ἔχουν γιά τόν λαόν τοῦ Θεοῦ οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχαι. Στήν πατριαρχικήν Ἐγκύκλιον ὅμως ὑπ’ ἀριθμ. 150/420 τῆς 26ης Μαΐου 1995, ἡ ὁποία ἐστόχευε στό νά διακριβώσῃ τίς ἀντιδράσεις τῶν πιστῶν, σέ περίπτωσιν κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μέ τούς Παπικούς, ὑπάρχουν παρεξηγήσιμοι ὑπαινιγμοί γιά τούς πιστούς, τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Πολλοί πιστοί ἀναφέρονται στήν Ἐγκύκλιον αὐτήν ὑποτιμητικῶς ὡς «συντηρητικοί κύκλοι» κλπ. κλπ. Αὐτοί ὅμως οἱ παραδοσιακοί πιστοί δέν εἶναι λαός τοῦ Θεοῦ; Μποροῦμε νά ὑπολογίζωμεν τήν σκέψιν καί τήν στάσιν ἀπομακρυσμένων ἀπό τήν Ἐκκλησίαν ἀνθρώπων, χλιαρῶν καί ἐκκοσμικευμένων, καί νά ἀδιαφοροῦμε γιά τίς θέσεις τῶν ἀφωσιωμένων στίς Ἱερές Παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας μας;

            Λάος τοῦ Θεοῦ καί μέλη ζῶντα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι ἔχουν μυστηριακήν ζωήν, βαπτίζονται, ἐκκλησιάζονται, ἐξομολογοῦνται, κοινωνοῦν καί ζοῦν μέ εὐλάβειαν. Ὅλοι αὐτοί ἀποτελοῦν τόν φύλακα καί φρουρόν τῆς Ὀρθοδοξίας καί δέν δέχονται τήν ὑποταγήν της στόν αἱρετικόν Πάπαν. Αὐτοί εἶναι ὁ στρατός τῆς Ἐκκλησίας, καί μέ τόν στρατόν αὐτόν οἱ σεπτοί Μητροπολῖται καί λοιποί Κληρικοί μαζί μέ τούς εὐλαβεῖς Μοναχούς δίνουν τήν μάχην καί πάντοτε νικοῦν.

            Κάθε Πάπας, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν ἱστορίαν, ζῇ μέ τόν πόθον νά ὑποτάξῃ τήν Ὀρθοδοξίαν. Μᾶς θεωρεῖ χωρισμένους ἀπό ἐκεῖνον ἀδελφούς του καί κάμνει τό πᾶν γιά νά μᾶς ἐπαναφέρῃ στήν ἀγκάλην του! Αὐτό ἔκαμε μετά τόν Πῖον Θ’, πού ἐπήρε ἀποστομωτικήν ἀπάντησιν ἀπό τούς Πατριάρχας τῆς Ἀνατολῆς τό ἔτος 1848, ὅπως ἀναφέραμεν, καί ὁ Πάπας ΛΕΩΝ ΙΓ’. Στίς 20 Ἰουνίου τοῦ 1894 ἀπηύθυνεν Ἐγκύκλιον «πρός τούς ἡγεμόνας καί τούς λαούς τῆς οἰκουμένης», στήν ὁποίαν ἀπευθυνόμενος καί πρός τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καλοῦσε τούς Ὀρθοδόξους νά ἑνωθοῦν μέ τόν παπικόν θρόνον ὡς ἄλλοι Οὐνῖται. Νά παραδεχθοῦν δηλαδή τόν Πάπαν ὡς κεφαλήν τῆς Ἐκκλησίας καί θά ἦσαν ἐλεύθεροι νά διατηροῦν τά ἔθιμα τῆς λατρείας των καί τίς παραδόσεις των. Στήν ἰδίαν Ἐγκύκλιον προέτρεπε τούς ἤδη Οὐνίτας νά ἐργασθοῦν μέ ζῆλον πρός τόν σκοπόν αὐτόν ἐν μέσῳ τῶν Ὀρθοδόξων.

            Σ’ αὐτήν ἀκριβῶς τήν παπικήν Ἐγκύκλιον ἀπήντησε μέ ἄλλην Ἐγκύκλιον ὁ τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμος μέ τήν περί αὐτόν Σύνοδον. Ἡ Ἐγκύκλιος αὐτή περιέχει 25 ἑνότητας καί ἐδημοσιεύθη τό ἔτος 1895. Μετεφράσθη μάλιστα καί εἰς τά ἀγγλικά, ρωσικά καί γερμανικά.

            Ὅταν μελετᾷ κανείς τήν Ἐγκύκλιον αὐτήν, αἰσθάνεται ὑπερήφανος, πού εἶναι Ὀρθόδοξος, καί νοιώθει καύχησιν ἐν Κυρίῳ γιά τίς θαρραλέες ἀπαντήσεις τῶν Πατριαρχῶν μας πρός τίς παπικές ἀξιώσεις.

            Ἔχομεν καί ἡμεῖς τόν πόθον τῆς ἑνώσεως, λέγει ἡ Ἐγκύκλιος, ὄχι ὅμως χωρίς μετάνοιαν τοῦ Πάπα. «Ἡ καθ’ ἡμᾶς Ὀρθόδοξος τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία πάντοτε ἑτοίμως ἔχει ἀποδέξασθαι πᾶσαν περί ἑνώσεως πρότασιν, ἐάν μόνον ὁ τῆς Ρώμης ἐπίσκοπος ἀποτινάξῃ ἅπαξ διά παντός τόν ὁρμαθόν τῶν εἰς τήν Ἐκκλησίαν αὐτοῦ παρεισαχθέντων πολλῶν καί ποικίλων ἀντιευαγγελικῶν νεωτερισμῶν, τῶν καί προκαλεσάντων τήν λυπηράν διαίρεσιν τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως, καί ἐπανέλθῃ εἰς τό ἔδαφος τῶν ἁγίων ἑπτά οἰκουμενικῶν Συνόδων… ἄνευ τοιαύτης ἐν τῇ πίστει ἑνότητος ἀδύνατος ἀποβαίνει ἡ ποθητή τῶν Ἐκκλησιῶν ἕνωσις».

            Ξεκάθαρη ἀπάντησις. Οὔτε «ἀδελφόν ἀγαπητόν» ἀποκαλεῖ τόν Πάπαν οὔτε ἀποφεύγει νά τόν λυπήσῃ. Καί συνεχίζει: «Ἄν μέν ἐκ τῆς διδασκαλίας τῶν θείων Πατέρων καί τῶν θεοσυλλέκτων οἰκουμενικῶν Συνόδων… τρανῶς ἀποδεικνύεται… ὅτι ἡ Ἀνατολική καί Ὀρθόδοξος τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία κρατεῖ τά ἀρχαιοπαράδοτα δόγματα, κοινῶς τότε ἔν τε τῇ Ἀνατολῇ καί τῇ Δύσει ὀμολογούμενα, καί ὅτι ἡ Δυτική διέστρεψεν αὐτά διά ποικίλων νεωτερισμῶν, τότε καί τοῖς νηπίοις δῆλον (=τό καταλαβαίνουν δηλαδή καί αὐτά τά νήπια), ὅτι ἡ φυσικωτέρα ὁδός πρός τήν ἕνωσίν ἐστιν ἡ ἐπάνοδος τῆς Δυτικῆς εἰς τό ἀρχαῖον δογματικόν καί διοικητικόν καθεστώς».

            Καί προσθέτει: «Αἱ αὐθαίρετοι καινοτομίαι τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας… ἀναφερόμεναι εἰς οὐσιώδη κεφάλαια τῆς πίστεως καί τοῦ διοικητικοῦ συστήματος τῆς Ἐκκλησίας… ποιοῦσιν ἀδύνατον τήν ποθητήν ἕνωσιν τῶν Ἐκκλησιῶν». Γιά νά ἐπέλθῃ ἕνωσις, τονίζει ἡ Ἐγκύκλιος, πρέπει νά ταπεινωθῇ ὁ Παπισμός καί νά «ἀποπτύσῃ τάς αἱρετικάς καινοτομίας»(¹⁹) του.

            Ἀνάλογοι Πατριαρχικαί καί Συνοδικαί Ἐγκύκλιοι ὑπάρχουν καί γιά τούς πλανημένους Προτεστάντας ἤ Εὐαγγελικούς. Στίς Ἐγκυκλίους αὐτές τονίζεται διά πολλῶν ἡ ἀνάγκη τῆς μετανοίας τους, τῆς ἀποκηρύξεως τῶν κακοδοξιῶν τους καί τῆς διακοπῆς τῆς προσηλυτιστικῆς προπαγάνδας τους μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων.

            Πρίν κλείσωμεν τήν ἑνότητα αὐτήν, θεωροῦμε χρήσιμόν νά ἀναφερθοῦμε ἐν συντομίᾳ καί στό Ὀρθόδοξον Συνέδριον, πού συνῆλθε στήν Μόσχα τό ἔτος 1948. Ἔπειτα ἀπό πέντε Εἰσηγήσεις Ρώσων, Βουλγάρων καί Ρουμάνων Κληρικῶν καί καθηγητῶν Πανεπιστημίου ἐνεκρίθη «Πόρισμα», πού ἀποτελεῖ καταπέλτην κατά τοῦ Παπισμοῦ. Ἰδού τί λέγει μεταξύ τῶν ἄλλων τό «Πόρισμα»: Περιφρονήσαντες οἱ ἐπίσκοποι Ρώμης τήν κατηγορηματικήν ἐντολήν τῶν Πατέρων τῆς ς’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ῾῾ἀκαινοτόμητόν τε καί ἀπαράτρωτον φυλάττειν τήν παραδοθεῖσαν ἡμῖν πίστιν᾽᾽… παρέφθειραν τήν καθαρότητα τῆς διδασκαλίας τῆς ἀρχαίας οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας διά τῶν νεοεισαχθέντων δογμάτων… καί… προϋξένησαν τεραστίαν ζημίαν εἰς τήν ἑνότητα τῆς οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί γενικῶς εἰς τό ἔργον τῆς προσοικειώσεως τῆς σωτηρίας ὑπό τῶν ἀνθρώπων ἐπί τῆς γῆς…».

            Καί συνεχίζει: «Ἐπειδή τό Βατικανόν ἐπελάθετο τῆς παραδόσεως τῆς καθολικῆς Ὀρθοδοξίας, ὡδηγήθη τό πλοῖον τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν ἀνοίκειον διά τήν χριστιανικήν Ἐκκλησίαν αὔλακα τοῦ ἀντιχριστιανικοῦ Παπισμοῦ… Ἡ ὅλη ἱστορία τοῦ Παπισμοῦ καταγγέλλει ἐνώπιον τοῦ κριτηρίου τοῦ Θεοῦ τήν διαφθοράν τῆς καινοδιαθηκικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας τοῦΧριστοῦ ἐκ μέρους τῶν Παπιστῶν… μετεβλήθη ἡ ῾῾Ἐκκλησία τοῦ ζῶντος Θεοῦ᾽᾽ ὑπό τῶν Παπιστῶν εἰς μίαν γηΐνην πολιτικήν ὀργάνωσιν… Ὅλος ὁ χριστιανικός κόσμος καί ὅλοι οἱ ἀληθῶς πιστοί ρωμαιοκαθολικοί ὀφείλουσιν νά γνωρίζωσιν εἰς ποῖον βάραθρον ὁδηγεῖ ὁ σύγχρονος Παπισμός…»(²⁰). Τό πόρισμα ὑπογράφεται ἀπό τούς Πατριάρχας Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας καί ὡρισμένους Μητροπολίτας.

* * *

            Ἔπειτα ἀπό ὅλα αὐτά τά ἐπίσημα Κείμενα τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀναφέραμεν, εἶναι φυσικό νά διερωτᾶται κανείς: Ποῖον λοιπόν θά ἀκολουθήσωμεν; Τούς Ἁγίους μας, πού θεωροῦν αἱρετικόν τόν Πάπαν, τίς Ἐπίσημες ἀποφάσεις τῶν Συνόδων τῶν Πατριαρχείων ἀπό τοῦ Σχίσματος καί ἐντεῦθεν, πού καλοῦν τούς Δυτικούς σέ μετάνοιαν, ἤ ὡρισμένους Οἰκουμενιστάς, πού σπεύδουν νά τούς ἐναγκαλισθοῦν – χωρίς προηγουμένως νά ἔχουν ἀποκηρύξει τίς κακοδοξίες τους;

            Δέν εὐσταθεῖ δέ, νομίζομεν, ἡ ἄποψις, ὅτι δικαιοῦται νέα Πατριαρχική Σύνοδος νά ἐκτιμήσῃ τά πράγματα ὑπό τά νέα δεδομένα καί νά προχωρήσῃ σέ ἕνωσιν μέ τούς Δυτικούς, Διαμαρτυρομένους καί Παπικούς. Αὐτό θά ἐσήμαινεν ὑποτίμησιν ὅλων τῶν Πατριαρχῶν τοῦ παρελθόντος καί διαγραφήν τῆς ἱστορίας καί Παραδόσεώς μας. Οἱ ἑκάστοτε ἐκκλησιαστικοί ἡγέται μας γνωρίζουν ἀσφαλῶς ὅτι εἶναι ἀνάγκη νά εἶναι δεμένοι μέ τήν ἱστορίαν μας καί νά συναισθάνωνται ὡς ἐκφρασταί τῆς πείρας καί ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας.

            Ἐάν μετανοήσουν βεβαίως οἱ Προτεστάνται καί οἱ Παπικοί, καί ἀποκηρύξουν τίς πλάνες τους, τότε μπορεῖ νά εἰπῇ κανείς ὅτι δέν ἀπαγορεύεται νά προσχωρήσωμεν σέ ἀνοίγματα πρός αὐτούς. Μέχρι στιγμῆς ὅμως οἱ αἱρετικοί τῆς Δύσεως παραμένουν ἀμετανόητοι καί προσηλωμένοι στίς κακοδοξίες τους. Ἡ πρόσφατος ἐπί παραδείγματι παπική Ἐγκύκλιος «Lumen Orientale» θεωρεῖ ὡς σημεῖον ἑνότητος ὅλων τῶν Χριστιανῶν τόν θρόνον τῆς Ρώμης. Τό Βατικανόν ἐπιμένει στίς ἀπόψεις τοῦ πεισματικά.

            (¹) «Οὗτοι… ὥσπερ κεραυνός ἤ σεισμός, ἤ χαλάζης πλῆθος… ἐμπηδήσαντες τόν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου τόν ἠγαπημένον καί νεόφυτον… διαφθορᾷ (ἤ διαφορᾷ) δογμάτων… ἐλυμήναντο. Ἀπό γάρ τῶν ὀρθῶν καί καθαρῶν δογμάτων καί τῆς τῶν χριστιανῶν ἀμωμήτου πίστεως παραφθείρειν τούτους καί ὑποσπᾶν κατεπανουργήσαντο… νόθοις λογισμοῖς καί… θράσους ὑπερβολῇ» (Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Α’ σελ. 322 – 323).

            (²) «Κατά πάντων ὁμοῦ τῶν ἁγίων προφητῶν, ἀποστόλων, ἱεραρχῶν, μαρτύρων καί αὐτῶν τῶν δεσποτικῶν φωνῶν ἡ βλάσφημος αὕτη καί θεομάχος φωνή ἐξοπλίζεται» (Καρμίρη, ἔ.ἀ., σελ. 324).

            (³) «Δυσσεβεῖς οἱ λέγοντες καί ἐξ υἱοῦ τό πνεῦμα». «Λατῖνοι φρενοβλαβῶς… νοοῦσι καί δογματίζουσι», «τῶν ἁγίων ἀκούοντες θεολογούντων… δολίως τούτοις ἀντιδογματίζουσι». Κάτι παρόμοιον «μηδείς ποτε οὐδέ τῶν αἱρετικῶν ἐτόλμησεν εἰπεῖν». «Οἱ τά Λατίνων φρονοῦντες μηδέν διαφέρειν ἀλλήλων διατείνονται ταῦτα (ἐκπόρευσις καί ἔκχυσις, πρόχυσις) δυσσεβῶς ὁμοῦ καί ἀναιδῶς» (Χρήστου, τόμ. Α’, σελ. 74, 87, 109, 110, 167).

            (⁴) Ζήση, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος…, σελ. 48.

            (⁵) «Αἱρετικός ἐστι καί τοῖς κατά τῶν αἱρετικῶν νόμοις ὑπόκειται ὁ καί μικρόν γοῦν τι περεκκλίνων τῆς ὀρθῆς πίστεως. Εἰ μέν οὖν οὐδέν τι παρεκκλίνουσιν οἱ Λατῖνοι τῆς ὀρθῆς πίστεως, μάτην αὐτούς, ὡς ἔοικεν ἀπεκόψαμεν· εἰ δέ καί παρεκκλίνουσιν ὅλως καί ταῦτα περί τήν θεολογίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος… αἱρετικοί εἰσιν ἄρα καί ὡς αἱρετικούς αὐτούς ἀπεκόψαμεν» (Καρμίρη, Τά Δογματικά…., τόμ. Α’, σελ. 425).

            (⁶) «Οὐκ ὀφείλει γένος λατινικόν ἐκ χειρός ἱερατικῆς διά τῶν θείων καί ἀχράντων μυστηρίων ἁγιάζεσθαι, εἰ μή κατάθηται πρότερον ἀποσχέσθαι τῶν λατινικῶν δογμάτων τε καί συνηθειῶν» (Καρμίρη, ἔ.ἀ., σελ. 426).

            (⁷) «Ἔχουσι δόγματα Ὀρθοδόξων ἀλλότρια (τά δέ τῶν Ὀρθοδόξων ἀλλότρια, πάντως αἱρετικά) καί… κατηχηθῆναι ὀφείλουσιν» (Καρμίρη, ἔ.ἀ., σελ. 426).

            (⁸) Παρασκευαΐδη, σελ. 39.

            (⁹) «Πόθεν οὖν ἡμῖν ἀνεφάνησαν ἐξαίφνης ὄντες Ὀρθόδοξοι, οἱ διά τοσούτων χρόνων καί ὑπό τοσούτων Πατέρων καί διδασκάλων κριθέντες αἱρετικοί; Τίς αὐτούς οὕτω ρᾳδίως ὀρθοδόξους πεποίηκεν. Ὁ χρυσός, εἰ βούλοιο τἀληθῆ λέγειν, καί κέρδη τά σά» (Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Α’, σελ. 426).

            (¹⁰) Βασιλειάδη, Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος…, σελ. 219 – 220.

            (¹¹) «Φεῦγε Αἴγυπτον ἀμεταστρεπτί, φεῦγε Σόδομα καί Γόμορρα… μή συμπαραληφθῇς. Ἀλλά κατέχει σε τό κενόν δοξάριον καί ὁ ψευδώνυμος πλοῦτος καί τά κομψά καί εὐανθῆ χλανισκίδια καί τἆλλα, οἷς ἡ κοσμική εὐημερία τήν σύστασιν ἔχει. Φεῦ τῆς ἀφιλοσόφου διανοίας τοῦ φιλοσόφου»! (Βασιλειάδη, Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος…, σελ. 194).

            (¹²) Βασιλειάδη, ἔ.ἀ., σελ. 193.

            (¹³) Καντιώτου, Κοσμᾶς….., σελ. 286, 348.

            (¹⁴) Πηδάλιον, σελ. 96.

            (¹⁵) Ἁγίου Νεκταρίου…., σελ. 69.

            (¹⁶) Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Β’, σελ. 938 – 939.

            (¹⁷) Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Β’, σελ. 980 – 981.

            (¹⁸) Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Β’ σελ. 982 – 1005.

            (¹⁹) Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Β’, σελ. 1019 – 1028.

            (²⁰) Καρμίρη, Τά Δογματικά…, τόμ. Β’, σελ. 1046 – 1048

            Πηγή: τό βιβλίο «ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ» (Ἀντιαιρετικός ὁδηγός), τοῦ Θεολόγου Γεωργίου Ψαλτάκη. ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ «Ο ΣΩΤΗΡ» ΑΘΗΝΑΙ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1997.

            Ἡ Εἱκόνα τοῦ κειμένου ἔχει τεθεῖ ἀπό τό συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.

Related Posts

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

ΤΙ ΠΡΑΤΤΩΝ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΖΩΗΝ ΑΙΩΝΙΟΝ

Ἀπάνθισμα ἐν εἴδει λόγου ἐκ διαφόρων ὁμιλιῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου συλλεγέν παρά Θεοδώρου(¹). (Migne, P.G., τόμ. LXIII, λόγος ΜΗ', σελ. 899 – 902).           Ὁ Χριστιανός διά νά κληρονομήσῃ τήν αἰώνιον ζωήν πρέπει νά πράττῃ τά ἑξῆς:...

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Διήγησις ὠφέλιμος γεωργοῦ τινος Μετρίου ὀνομαζομένου.

Βίος Μετρίου πᾶσι τοῖς χριστωνύμοις, Στήλη πρόκειται ἀρετῶν τε καί πίναξ.           Ἐν τῇ Γαλατίᾳ τῆς ἐν τῇ Ἀσίᾳ Παφλαγονίας ἦτο γεωργός τις, Μέτριος ὀνομαζόμενος, ζῶν ἐν αὐταρκείᾳ τῶν τοῦ σώματος ἀγαθῶν. Οὗτος λοιπόν βλέπων τόν γείτονά του, ὅτι εἶχεν υἱούς τούς...

Ἡ αἰώνιος ζωή

Ἡ αἰώνιος ζωή

          Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α' ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ (Ἰωάν. 17, 1 – 13), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 49). «Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν...