
2η. Ἀνάλυσι τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Κυριακῆς, Δ’ ΛΟΥΚΑ, (Λουκᾶ, η’ 5 – 15), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἱεροκήρυκος Ἀρχιμ. Χριστοφόρου Ἀθ. Καλύβα: «ΛΑΛΕΙ ΚΥΡΙΕ…. ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟΝ», (1980) (σελ. 373 – 375).
Τό κείμενο τῆς περικοπῆς εἶναι ἐλεγκτικό γιά τήν κακή ποιότητα τοῦ χωραφιοῦ πού λέγεται καρδιά καί ἐπαινετικό γιά τήν καλή. Ὁλόκληρος ὁ κόσμος κατά τή σπορά τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ εὑρέθη ψυχικά ἀνέτοιμος νά δεχθῇ τίς οὐράνιες ἀλήθειες. Καί ὄχι μόνον ἀνέτοιμος ἀλλά καί ὅλως ἀνίκανος νά ἐγκολπωθῃ τά θεῖα μηνύματα γιά τήν καλλιέργεια τῆς καρδιᾶς του καί σωτήριο καρποφορία, ἐφ’ ὅσον ἐγένετο ἀπώθησι τῆς προσφερομένης ἀπό τόν θεῖο λόγο Χάριτος. Καί αὐτός ὁ κόσμος πού ἔμεινε ἀσυγκίνητος στή διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ εἶχεν εὐχαρίστως παραδώσει τήν καρδιά του στούς ἀπατεῶνες μέ ἀρχιαπατεῶνα τό σατανᾶ πού τήν ἀχρήστευσε, νά μή δεχθῇ τήν εὐγενῆ σπορά, γιά νά καρπογονήσῃ. Καί τοῦτο, γιά νά προκόψῃ ἡ σπορά τοῦ σατανᾶ. Ἔτσι ἑρμηνεύεται τό γιατί τό πολύβλαστο κακό χρονίως ριζωμένο μέ τίς πυκνές παραφυάδες του ἔκαμε τήν καρδιά παληοχώραφο αὐτοαφορισμοῦ μή δεκτικό τοῦ καθαροῦ σίτου, ἤτοι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πού ἦταν μία κλῆσι καί μία γνῶσι τῶν θείων ἀληθειῶν.
Κλῆσις γιατί τί ἄλλο εἶναι καί σέ τί ἀποσκοπεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πού εἶναι μέ τό οὐράνιο ἁλάτι ἀρτυμένος; Εἶναι μιά κλῆσι πανομοιότυπη πρός ὅλους γιά τήν ἀληθινή θεογνωσία καί τήν κατά Χριστόν καρποφορία. Πρός ὅλους, γιατί ὁ Θεός «θέλει πάντας σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» κατά τόν Ἀπόστολο: Α’ Τιμ. β’ 4. Ἀλλά καί θεῖα γνῶσι, γιατί ὁ νοῦς παραγεμισμένος μέ τά ἄχυρα τῆς πλάνης, παρουσίαζε τόν ἄνθρωπο νά μή ξέρῃ τί λέγει καί περί τίνος διαβεβαιοῦται. Ἑπομένως εἶχεν ἀνάγκη θείου φωτισμοῦ γιά νά ἐνισχυθῇ καί ἡ πίστι του στό Ἀντικείμενο τῆς λατρείας του, αὐτήν τήν Ὑψίστη Λογική Ἀξία, τό Θεό, μέ τόν Ὁποῖον ἐπεβάλλετο νά ξανασυνδεθῇ καί νά εἰπῇ τό τοῦ Προφήτου: «Λάλει, Κύριε, καί ὁ δοῦλος σου ἀκούει». Τά λαλήματα τοῦ Θεοῦ δέν ἠκούοντο ἀπό ἀνθρώπους ψυχικά κουφούς κατά τόν Ἡσαΐα, καί τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά πολλαπλασιάζωνται τά πονηρά σπέρματα τοῦ Κακοῦ πού τόσα κακά, ἤ μᾶλλον συμφορές ἐπροξένησε καί σέ ἄτομα καί σέ λαούς. Κακή γῆ μέ κακούς σπόρους καί ἑπομένως κακή συγκομιδή. Ἡ παραβολή εἶναι ἐνδεικτική γιά τίς καρδιές πού ἀπωθοῦν τό καθαρό σιτάρι, αὐτόν τόν θεῖο λόγο.
Ἀλλά καί πολύς κόσμος μέ τό καλοπροαίρετο τῆς καρδιᾶς του μολονότι δέχεται εὐχαρίστως τίς εὐαγγελικές ἀλήθειες, δέν τίς ἀγκαλιάζει σφιχτά νά τίς κάμῃ χτῆμα του, ἀλλά συναναστρεφόμενος μέ σκοτεινούς ἀνθρώπους ἤ ἐμπλεκόμενος μέσα στά δίχτυα τῶν ἡδονῶν καί τῶν κοσμικῶν μεριμνῶν, λόγῳ τῆς ρευστότητος καί τῆς ἀσταθείας τοῦ χαρακτῆρος του ἀφίνει τό θεῖο σπόρο σέ ἀφάνεια καί ἀχρήστευσι γιατί τόν θεωρεῖ σάν κάτι ἀμέσως περιττό. Οἱ τύποι αὐτοί θρησκευτικῶς ἀδιάφοροι δέν εἶναι μέν τόσο κακοί ὅσον οἱ πρῶτοι, ὅμως εἶναι καί αὐτοί τά «βόλβιτα» τά κυλιόμενα ὑπό κανθάρων. Εἶναι ἕνα κοινωνικό ὑλικό ποικίλης συνθέσεως, στήν καρδιά τοῦ ὁποίου δεσπόζει μιά ἠθική ἀπάθεια μέ βαρῦνον στοιχεῖον τό φτηνό εὐδαιμονισμό καί, γιατί ὄχι, αἰσθησιασμό πού προσφέρονται εὔκολα σέ ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν σωστό προσανατολισμό στή ζωή τους. Δέν ταράσσονται μέν ὅπως οἱ διαβολόπληκτοι ἀκούοντες τή θεῖα κλῆσι, γιατί, ὅπως εἴπαμε, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι καί θεῖα κλῆσις, ὅμως χάνει χωρίς ἀνταπόκρισιν ἐκ μέρους τοῦ καλουμένου.
Ἀλλ’ ἡ ἀγαθή γῆ τῆς παραβολῆς, μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς ἐνισχύει τήν πίστι ὅτι δέν ἔπεσαν σέ ἀφορισμό ὅλες οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά ἀνθίστανται στό διά τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ θεῖον θέλημα γιά τόν ἁγιασμό μας. Εἶναι τοῦ Κυρίου ἡ διαπίστωσι μέ δύναμιν ἰσχύος, ἀλλά καί τῆς Ἱστορίας φωνή, ὅτι ἡ δραστικότης τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ἐπέφερε ψυχικές, ἐπί τά βελτίῳ, ἀλλαγές καί ἠθικούς μεταβολισμούς καί μεταξύ ἀνθρώπων πού, ἐξ ἀγνοίας, εἶχαν γίνει κυριολεκτικά δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας. Καί ὄχι μόνον τοῦτο τό φαινόμενο δέν ἀμφισβητεῖται, ἀλλά καί ὑπερέβαλε σέ καρπογονία κάθε ἀνθρώπινη πρόβλεψι καί προσδοκία, γιατί ἄναψε τόν ἱεραποστολικό ζῆλο – ὅπως τοῦ Δαυίδ, τῆς Σαμαρείτιδος, τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου κ.α. – νέφος δέ πιστῶν ὡδήγησε ὄχι μόνον σέ ὁμολογία, ἀλλά καί στό μαρτύριον εὐθύς ὡς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἰσέδυσε σάν φῶς στά ἄδυτα τῆς καρδιᾶς των.
Ἔτσι, αὐτές οἱ κατηγορίες τῶν ἀνθρώπων μέ τήν ἠθική καί κοινωνική τους διαφοροποίησι, μᾶς δίνουν τήν εὐκαιρία μιᾶς ψυχολογημένης ἀνατομίας, ἀλλά καί ἑρμηνείας τῶν φαινομένων, ὡς πρός τίς συνέπειες τῆς ἀπωθήσεως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ πνευματική ἀκαρπία δέν ὀφείλεται στήν ποιότητα τοῦ σπόρου πού κρύπτει ἐν δυνάμει, ὅπως ὁ σῖτος, ἀπόδοσι πολλαπλασίονα, ἀλλά στή γῆ, δηλ. στή δεκτικότητα καί γονιμότητα τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει αὐτιά γιά νά ἀκούῃ καί μάτια γιά νά βλέπῃ καί μυαλό γιά νά κρίνῃ περί τῆς ὠφελιμότητος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί μέ λογικές συγκρίσεις ξεχωρίζοντας τήν ἤρα ἀπό τό σιτάρι, νά προτιμήση τό σιτάρι.

(1904 – 1992)
Ἡ Εἰκόνα καί ἡ φωτογραφία τοῦ κειμένου ἔχουν τεθεῖ ἀπό τόν συντάκτη τῆς ἀνάρτησης.