M

Close

Τό βάθος τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἡ δική μας ἀδιαφορία.

Τοῦ Φώτη Κόντογλου

   Οἱ πιό πολλοί ἀπό ἐμᾶς τούς Ἕλληνες, γιά νά μήν πῶ ὅλοι, δέν ἔχουμε ἰδέα ἀπό τό τί γίνεται στόν ἄλλο κόσμο γιά τή θρησκεία μας, γιά τήν Ὀρθοδοξία. Ξέρουμε ὅμως, μικροί καί μεγάλοι, τούς θεατρίνους καί τούς τραγουδιστάδες, θηλυκούς καί ἀρσενικούς, τούς ἀνθρώπους πού κάνουνε κάθε λογῆς σκάνδαλα καί παληανθρωπιές, πόσες φορές πανδρεύθηκε καί χώρισε ἡ τάδε θεατρίνα κι ὅλη τήν ἄθλια μικρολογία τῆς οἰκουμένης.

   Αὐτά γράφει ὁ παγκόσμιος Τύπος μέρα – νύχτα καί μ’ αὐτά προσπαθοῦμε νά γεμίσουμε τόν ἄδειο τόν ἑαυτό μας, πού ἀπομένει πάντα ἄδειος, γιατί αὐτά πού βάζουμε μέσα μας εἶναι ἀγέρας κούφιος, καί μάλιστα ἀγέρας μολεμένος.

            Ἀπό ποιόν ὅμως θά μάθουμε τήν πνευματική ἀγωνία καί τή μεγάλη ἀνησυχία πού ‘χουνε ἑκατομμύρια ἄνθρωποι σέ κάθε χώρα; Λέγω τήν πνευματική ἀγωνία. Ὄχι τήν ἀγωνία γιά τή ζωή μας καί γιά τά ὑλικά πράγματα, ἀλλά τήν ἀγωνία καί τή σκληρή ἀνησυχία γιά τό τί εἶναι τέλος πάντων ὁ ἄνθρωπος ἀληθινά, γιατί ἔρχεται στόν κόσμο, ποῦ πηγαίνει, τί ἀπογίνεται ἅμα πεθάνει, ἄν ὑπάρχει ἄλλος κόσμος ἀπ’ αὐτόν πού βλέπουμε, ποιά εἶναι τέλος πάντων ἡ ἀλήθεια.

            Μέ ὅσα λένε, οὔτε ἡ ἐπιστήμη τούς ἡσυχάζει, οὔτε ἡ φιλοσοφία (ἤ καλύτερα οἱ φιλοσοφίες μέ τίς πολλές ἀλήθειες) οὔτε τίποτα. Πουθενά φῶς! Ἕνα ἔρεβος τούς ζώνει, πού ὅσο ψάχνουνε γίνεται πιό πυκνό ὁλοένα. Βαρυεστημένοι ἀπ’ ὅλα, θέλουνε νά τά ρίξουνε ἔξω, νά γίνουν ἀδιάφοροι, μάλιστα νά ἀποκτηνωθοῦνε. Μά δέ μποροῦνε. Ἕνας βραχνάς τούς πλακώνει.

            Πολλοί καταγίνουνται μ’ ἕνα σωρό πράγματα, ἀκόμα καί μέ τά πιό ἀνόητα, μέ διασκεδάσεις, μέ παιγνίδια, μέ γυμνάσματα, μέ ταξίδια, μέ στοιχήματα, μά κατά βάθος λίγοι εἶναι πού σάν περάσει ἡ πρώτη φούρια, βρίσκουνε λησμονιά καί παρηγοριά σ’ αὐτά. Ἡ ἀρρώστεια, τό νοιώσιμο τῆς ἀδυναμίας τους καί τῆς ματαιότητας τῶν πάντων, ὁ θάνατος, δέν τούς ἀφήνουνε νά ἡσυχάσουνε.

Θέλουνε νά κοιμηθοῦνε χωρίς νά βλέπουνε ὄνειρα, μά δέ μποροῦνε. Ἕνα ὄρνεο ἀνύσταχτο τούς τσιμπᾶ τήν καρδιά, καί τούς θυμίζει τό χάος πού τούς ζώνει: «Τί εἶσαι; Γιατί ζεῖς; Πού πᾶς; Τί εἶναι αὐτό τό βουβό μυστήριο πού σέ ζώνει;».

Μυριάδες τῶν μυριάδων ἄνθρωποι, ἀπό κάθε φυλή, βρίσκουνται σέ μεγάλη καί σκληρή ἀπορία, πίσω ἀπό τίς μηχανές κι ἀπό τίς ἀνακαλύψεις κι ἀπό τά καυχήματα γιά τήν ὑλική ζωή καί γιά τίς τελειοποιήσεις της. Ἴσια – ἴσια, μ’ αὐτά ἡ ἀγωνία τους γίνεται πιό μεγάλη, γιατί βλέπουνε πώς μ’ ὅλη αὐτή τή φοβερή δραστηριότητα τοῦ μυαλοῦ, τό σκοτάδι γίνεται πιό μαῦρο γύρω τους. Τί νά τά κάνουν στό τέλος ὅλα αὐτά, ἀφοῦ δέν ἀπαντᾶνε σ’ αὐτά τά ἐρωτήματα πού τούς σφίγγουνε σάν θηλιές νά τούς πνίξουνε; Ποιά εὐτυχία τούς δίνουνε, ἀφοῦ εὐτυχία εἶναι τό φῶς, κι αὐτοί εἶναι τυφλοί πού δέν γνωρίζουν πού πηγαίνουν, κι ἄς τρέχουν καβαλλικεμένοι ἐπάνω σέ μηχανήματα γρήγορα σάν τήν ἀστραπή;

Κοπάδια πρόβατα χαμένα βελάζουνε ἀπό τήν ἀπελπισία, ζητᾶνε ἕνα μαντρί νά μποῦνε, γιατί τά δέρνει ἕνα φοβερό δρολάπι, χωρίς ἔλεος.

Ἡ ἐπιστήμη γιά νά τούς ἡσυχάσει τούς δίνει κάθε τόσο καινούρια γιατρικά γιά τίς ἀρρώστειες, τούς λέγει πώς θά τούς κάνει νά ζοῦνε 150, 200, 500 χρόνια μέ τά μαγικά βότανά της. Μά αὐτά εἶναι παρηγοριές στόν ἄρρωστο. Ὁ ἄνθρωπος δέν θέλει μισερά πράγματα. Ποθεῖ νά λυτρωθεῖ. Ποθεῖ νά εἶναι ἄφθαρτος.

            Ψάχνοντας παντοῦ νά βροῦνε ἔλεος, πολλοί καταφεύγουνε στή θρησκεία. Παίρνουνε τό Εὐαγγέλιο, τό σφίγγουνε μέ δάκρυα, τ’ ἀνοίγουνε, τό διαβάζουνε. Κάτι νοιώθουνε πώς ἔχει μέσα πιά σίγουρο, πιό ἐλπιδοφόρο, μά εἶναι τόσο ἐλπιδοφόρο πού δέν μποροῦνε νά πιστέψουνε πώς ὑπάρχει τέτοια ἐλπίδα γιά τούς ἀπελπισμένους ἀνθρώπους! Βγήκανε γελασμένοι ἀπό τόσες παρηγοριές τῆς ἐπιστήμης καί τῆς κάθε ἀνθρώπινης ἔρευνας, πού δέν τολμᾶνε οἱ δυστυχεῖς νά πιστέψουνε πώς ἀληθινά μποροῦνε νά ἐλπίσουνε στό Χριστό, νά γλυτώσουνε ἀπό τή στρίγγλα τή φθορά πού τά κάνει ὅλα σκόνη, ἕνα τίποτα!

            Καί σ’ αὐτό συνεργεῖ πολύ τό ὅτι τό Εὐαγγέλιο τό διαβάζουνε σάν ἕνα βιβλίο γραμμένο ἀπό ἁπλούς ἀνθρώπους κι οἱ σημερινοί ἄνθρωποι εἶναι ἀργασμένοι στό μυαλό, δύσπιστοι, γεμάτοι ἀπό ταραχή κι ἀπό πονηρία. Τό Εὐαγγέλιο εἶναι πιά πολύ ἁπλό γι’ αὐτούς, πολύ ἀληθινό γιά καρδιές πού χάσανε τήν ἐμπιστοσύνη τους στά πάντα, καί δέν γνωρίζουνε πώς γιά νά πᾶνε κοντά του, εἶναι ἀνάγκη νά μεσολαβήσουν κάποιοι ἄνθρωποι πού εἶναι «μεσῖτες» ἀνάμεσα στόν ἄνθρωπο καί στόν Θεό, καί πώς οἱ τέτοιοι ἄνθρωποι λέγονται   ἅ γ ι ο ι.

            Στούς σημερινούς ἀνθρώπους εἶναι σχεδόν ἄγνωστοι οἱ ἅγιοι. Ἔχουν καταντήσει μέσα τους σάν κάποια παραμυθένια πρόσωπα, σάν πλάσματα τῆς φαντασίας, χωρίς ὑπόσταση ἀληθινή. Ἀλλά κι ἡ ἐκκλησία πού ἀνήκουνε μυριάδες ἄνθρωποι, ὅπως εἶναι ἡ Προτεσταντική, ἀπογύμνωσε τή θρησκεία ἀπό τό μυστήριο, ἀπό τή λειτουργική μορφή της, ἀρνήθηκε τούς ἁγίους, κι ὁ τέτοιος χριστιανός ἀπόμεινε ὀρφανός, χωρίς μεσίτη, χωρίς χειραγωγό. Ὅσοι διψᾶνε περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους, ὅσοι νοιώθουνε «λιμόν τοῦ ἀκοῦσαι λόγον Κυρίου», ζητᾶνε νά ξεδιψάσουννε διαβάζοντας τά πνευματικά ἔργα πού ἀφήσανε στόν κόσμο οἱ ἅγιοι, μελετᾶνε καί τή ζωή τους. Πιό πολύ τρέχουνε στούς Ὀρθόδοξους Πατέρες, πρό πάντων στούς μυστικούς πού φανήκανε στά τελευταῖα χρόνια τοῦ Βυζαντίου, στόν ἅγιο Γρηγόριο Σιναΐτη, στόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, στό Νικόλαο Καβάσιλα, καί περισσότερο ἀπό ὅλους στόν ἅγιο Συμεών τό Νέο Θεολόγο καί τόν μαθητή του Νικήτα Στηθᾶτο.

            Ἐδῶ στήν Ἑλλάδα οἱ θεολόγοι δέν διαβάζουνε κανέναν ἀπ’ αὐτούς τούς Πατέρες, οὔτε καί πιό παληούς, τόν Μακάριο Αἰγύπτιο, Ἰσαάκ Σῦρο, Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, Ἐφραίμ Σῦρο κι ἄλλους ὅμοιους, γιατί δέν νοιώθουνε καμμιά ἀνάγκη νά μποῦνε στό μυστικό βάθος τους.

            Στήν Εὐρώπη ὅμως, ἀπ’ ὅπου αὐτοί οἱ δικοί μας περιμένουνε νά πάρουνε τά φῶτα, πολλοί θεολόγοι καί ἄλλοι ἄνθρωποι μελετοῦνε ἀχόρταγα αὐτούς τούς Ὀρθόδοξους Πατέρες πού δέν τούς καταδέχουνται οἱ λεγόμενοι ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Στήν Ἑλλάδα, μοναχά λιγοστοί ἄνθρωποι μέ ἀληθινή πνευματική δίψα καί κάποιοι παληοημερολογίτες διαβάζουνε αὐτά τά βιβλία. Γιά τοῦτο δέν ξανατυπώνουνται πιά, καί καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογίες διαφόρων νεωτεριστῶν θεολόγων χωρίς καμμιά οὐσία, πού φανερώνουνε μοναχά τήν ἀπίστευτη γύμνια ἐκεινῶν πού τίς γράφουνε, κι ἀφίνει ἀτύπωτα τά ἐξαίσια σέ ὕψος καί σέ βάθος συγγράμματα αὐτῶν τῶν Πατέρων πού εἴπαμε καί πού εἶναι πηγή ζωῆς γιά τούς πιστούς πού ζοῦνε στή Γαλλία, στή Γερμανία, στήν Ἀγγλία, στήν Ἀμερική κι ἀλλοῦ. Αὐτοί προστρέχουνε στήν Ὀρθοδοξία γιά νά βροῦνε πνευματικό καταφύγιο, κι ἐμεῖς πᾶμε νά βροῦμε τήν πίστη ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου αὐτοί φεύγουνε ἐπειδή δέν βρίσκουνε τροφή γιά νά θρέψουνε τήν πίστη τους.

            Στό νά στραφοῦνε οἱ Δυτικοί κι οἱ προτεστάντες στούς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας συντελέσανε πολύ οἱ Ρῶσοι θεολόγοι, πού σκπορπίσανε στίς ἄλλες χῶρες καί φωτίσανε τίς ψυχές μέ τά σοφά κηρύγματά τους καί μέ την ἀρετή τῆς ζωῆς τους. Ἔτσι ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδή ἡ πρώτη κι ἀπαραμόρφωτη μορφή τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τό στήριγμα τῶν ἀνθρώπων πού ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης. Ἕνας Ἀμερικανός καθηγητής μοῦ εἶπε πώς ἔχουνε μεταφρασθῆ στά Ἐγγλέζικα ἡ «Φιλοκαλία» κι ὁ «Εὐεργετινός» καί πώς διαβάζονται ἀχόρταγα ἀπό πολλούς προτεστάντες, βιβλία πού ἔχουνε καταντήσει στήν Ἑλλάδα πολύ σπάνια κι ἀκριβά καί πού τ’ ἀγοράζουνε μονάχα ὅσοι ἔχουνε μεγάλες βιβλιοθῆκες, ἀλλά πού δέν τά διαβάζει κανένας ὀρθόδοξος χριστιανός Ἕλληνας, ἐκτός μοναχά κάποιος «θρησκόληπτος» ὅπως λένε τούς ἀληθινούς πιστούς οἱ ψευτοχριστιανοί νεωτεριστές.

            Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στά Γαλλικά, Γερμανικά, Ἐγγλέζικα, ἐκτός ἀπ’ τά Ρώσικα πού εἶναι μεταφρασμένοι ἀπό τόν καιρό πού ἐκδοθήκανε στά Ἑλληνικά.

            Στήν ἁπλή Ἑλληνική γλώσσα ὑπάρχει μία μετάφραση καμωμένη μέ εὐλάβεια «παρά τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήσῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ Ἁγίου Ὄρους», καί τυπώθηκε στή Σύρα, στά 1886. Αὐτή ἡ μετάφραση δέν ξανατυπώθηκε ἀπό κάθε λογῆς ἀνοησία, πράγμα πού φανερώνει σέ τί πνευματικό σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοί καί λαϊκοί.

            Ἀπό τήν προκοπή πού ἔχουμε, βάλαμε «τόν λύχνον ὑπό τόν μόδιον», κι ἀπάνω στόν λυχνοστάτη βάζουμε τίς τυπωμένες ἀνοησίες πού εἶπα, γιά νά μᾶς φωτίσουνε. Ὁ ἅγιος Συμεών, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, ὁ ἅγιος Μακάριος, ὁ ἅγιος Ἰσαάκ, ὅλοι οἱ βαθύτεροι μυσταγωγοί πού σταθήκανε στό κόσμο, ἕως τό Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί τόν Μακάριο Νοταρᾶ, τούς ἔχουμε ἄξιους νά τούς διαβάζει μόνον κανένας ἀγράμματος καλόγερος καί κανένας παληοημερολογίτης. Ἐμεῖς οἱ ἔξυπνοι κι’ οἱ «συγχρονισμένοι» βάλαμε τήν κουτοεξυπνάδα μας καί μέσα στά μυστήρια τῆς θρησκείας, καί ἀγαπᾶμε τά μεγάλα λόγια καί τά ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ Χάρνακ, ὁ Ρενάν, ὁ τάδε κι ὁ τάδε ἄθεος γιά τόν Χριστό καί γιά τή θρησκεία του, γιατί αὐτά δίνουνε τροφή στόν ἐγωϊσμό μας, χωρίς νά νοιώσουμε τά λόγια τοῦ Παύλου πού φωνάζει: «οὐχί ἐμώρανεν ὁ Θεός τήν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;».

            Ἀλλά καί σέ μᾶς, κοντά στούς χαλασμένους, ὑπάρχουνε πλῆθος ἄνθρωποι πού νοιώθουνε βαθειά τήν οὐσία τῆς θρησκείας, τή μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καί τῆς ἱερῆς παράδοσης. Γιά ὅσους ἀπ’ αὐτούς δέν ἔχουνε βιβλία πατερικά σάν αὐτά πού εἴπαμε παραπάνω, γιατί ἡ ἀδιαφορία τῆς Ἐκκλησίας στέρησε τόν κόσμο ἀπό τέτοια ἅγια τροφή, θά γράψω μεταφράζοντας ἀπό τά συγγράματά τους κι ἀπό τά συναξάριά τους.

Φώτης Κόντογλου
(1895 – 1965)

ΠΗΓΗ: ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΕΡΓΑ–ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ, ΗΓΟΥΝ Κείμενα γύρω ἀπό τίς ἀθάνατες ἀξίες τῆς ὀρθόδοξης ζωῆς. σέλ. 250, ἔκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθήνα 1973.

Related Posts

Αὐτός, πού θέλει νά εὐαρεστῇ εἰς τόν Θεόν, οὐδόλως πρέπει νά λαμβάνῃ ὑπ’ ὄψιν του τούς ἐξευτελισμούς ἤ τάς τιμᾶς τῶν ἀνθρώπων (Β’)

Αὐτός, πού θέλει νά εὐαρεστῇ εἰς τόν Θεόν, οὐδόλως πρέπει νά λαμβάνῃ ὑπ’ ὄψιν του τούς ἐξευτελισμούς ἤ τάς τιμᾶς τῶν ἀνθρώπων (Β’)

ΕΥΕΡΓΕΝΤΙΝΟΣ ΥΠΟΘΕΣΙΣ ΚΕ' Τοῦ Ἁγίου Ἐφραίμ.           Ἀδελφοί, ἐάν κάποτε συμβῇ νά μᾶς εἰρωνευθοῦν οἱ ἄνθρωποι δι' ἕν ἀγαθόν ἔργον, τό ὁποῖον ἐπετελέσαμεν, δέν πρέπει νά ἐντραπῶμεν διά τήν ἄδικον αὐτήν εἰρωνείαν καί σπεύσωμεν νά κάμωμεν ἐκεῖνα, πού δέν πρέπει, διά νά...

Ἀρνεῖσαι τό Χριστό;

Ἀρνεῖσαι τό Χριστό;

          Σύντομο κήρυγμα ἐπί τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ (Ματθ. 10, 32 – 33, 37 - 38, 19, 27 - 30), ἀπό τό βιβλίο τοῦ μακαριστοῦ Ἐπισκόπου Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου: «ΚΥΡΙΑΚΗ». (σελ. 61). «Ὅστις δ' ἄν ἀρνήσηται με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτόν...

Λόγος περί τῆς προσκυνήσεως τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, Ἁγίου πατρός ἡμῶν Μεθοδίου τοῦ Ὁμολογητοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

Λόγος περί τῆς προσκυνήσεως τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, Ἁγίου πατρός ἡμῶν Μεθοδίου τοῦ Ὁμολογητοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως

          «Εἴ τις, βασιλεῦ, δέν προσκυνεῖ τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καί τήν πανάχραντον αὐτοῦ Μητέρα, καί πάντας τούς Ἁγίους ἐν εἰκόνι περιγραπτούς, ἔστω τοῦ αἰωνίου ἀναθέματος καί τοῦ ἀσβέστου πυρός τῆς γεέννης ὑπόδικος».           ΠΗΓΗ: ΒΙΚΤΩΡΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ,...